Μάχη του Σκουλτέννα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Σκουλτέννα σήμερα

Η Μάχη του Σκουλτέννα διεξήχθη το 643 στο μικρό ποταμό Σκολτέννα (τότε Σκουλτέννα), ο κύριος παραπόταμος του Πανάρο[1] μεταξύ του Βυζαντινού στρατού υπό τον Έξαρχο Ισαάκιο και του στρατού του Λομβαρδού βασιλιά Ροθάριου. Η μάχη κερδήθηκε από τον Λομβαρδό βασιλιά, ενώ ο αντίπαλός του έπεσε στο πεδίο της μάχης. Η νίκη επέτρεψε στους Λομβαρδούς να επεκταθούν στην Λουνιγκιάνα και την Λιγουρία και να ολοκληρώσουν την κατάκτηση της Αιμιλία[1].

Ο βασιλιάς Ροθάριος εκμεταλλεύτηκε μια στιγμή δυσκολίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αποδυναμωμένη από αραβικές επιδρομές και την θρησκευτική κρίση με τους Μονοθελητιστές, κατέκτησε αρκετά εδάφη που βρίσκονταν σε βυζαντινά χέρια[1].

Τόσο η Origo gentis Langobardorum[2], όσο και ο Παύλος ο Διάκονος[3] υποστηρίζουν ότι οι Βυζαντινές απώλειες έφθασαν τους οκτώ χιλιάδες. Ο αριθμός αυτός, όμως, τίθεται υπό αμφισβήτηση από τη σύγχρονη ιστοριογραφία επειδή το ποσοστό αυτό θα ήταν σε κάθε περίπτωση δυσανάλογο προς τις πραγματικές διαστάσεις των στρατών της εποχής, που αποτελούνταν από μερικές χιλιάδες πολεμιστές[1][4].

Η μάχη δόθηκε κοντά στο τέλος του Νοεμβρίου 643 και πιθανώς έληξε με τον θάνατο του Έξαρχου Ισαάκιου, διοικητή των Βυζαντινών[5]. Το ποσό των οκτώ χιλιάδων νεκρών πολεμιστών από τη Βυζαντινή πλευρά θεωρήθηκε αναξιόπιστο από τη σύγχρονη ιστοριογραφία, και ότι προτίθεται απλώς ως ένας δείκτης της καθαρής νίκη που πέτυχε ο Ροθάριος[1][4][6].

Η εκστρατεία του Ροθάριου, εντός της οποίας αποτελεί μέρος της η μάχη του Σκουλτέννα, χαρακτηρίζεται από σοβαρή σκληρότητα με λεηλασίες, εμπρησμούς, καταστροφές και δουλεία για τους πληθυσμούς[7].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Lida Capo, Commento a Paolo Diacono, Storia dei Longobardi, σελ. 524-525
  2. Origo gentis Langobardorum, §6
  3. Paolo Diacono, Historia Langobardorum, IV, 45.
  4. 4,0 4,1 Sergio Rovagnati, I Longobardi, σελ. 56
  5. Ottorino Bertolini, Il patrizio Isacio esarca d'Italia [625-643], σελ. 65-68
  6. Jörg Jarnut, Storia dei Longobardi, σελ. 56
  7. Fredegario, Chronicarum, IV, 71

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρωτογενείς πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστοριογραφική λογοτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ottorino Bertolini, Il patrizio Isacio esarca d'Italia [625-643], in Ottavio Banti (a cura di), Scritti scelti di storia medievale, Livorno, Il telegrafo, 1968, Volume I..
  • Paolo Delogu, André Guillou; Gherardo Ortalli, Longobardi e Bizantini, in Giuseppe Galasso (a cura di), Storia d'Italia, Torino, Utet, 1980, Volume I., ISBN 88-02-03510-5.
  • Lidia Capo, Commento, in Paolo Diacono, Storia dei Longobardi, Milano, Lorenzo Valla/Mondadori, 1992, ISBN 88-04-33010-4.
  • Stefano Gasparri, La frontiera in Italia (sec. VI-VIII). Osservazioni su un tema controverso, in Gian Pietro Brogiolo (a cura di), Città, castelli, campagne nei territori di frontiera (secoli VI-VII), Mantova, Padus, 1995.
  • Angelo Ghiretti, Archeologia e incastellamento altomedievale nell'Appennino Parmense, Bardi, Centro studi Val Ceno, 1990.
  • Jörg Jarnut, Storia dei Longobardi, Torino, Einaudi, 2002, ISBN 88-464-4085-4.
  • Sergio Rovagnati, I Longobardi, Milano, Xenia, 2003, ISBN 88-7273-484-3.