Λίμνη Μπίβα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 35°20′N 136°10′E / 35.333°N 136.167°E / 35.333; 136.167

Η Λίμνη Μπίβα όπως φαίνεται από το διάστημα

Η Λίμνη Μπίβα (ιαπωνικά: 琵琶湖‎‎, Biwa-ko) είναι η μεγαλύτερη λίμνη της Ιαπωνίας. Βρίσκεται στον Νομό Σίγκα, στο δυτικό-κεντρικό νησί Χονσού), και έχει έκταση 670,4 τ.χλμ.. Θεωρείται μία από τις 20 αρχαιότερες λίμνες της Γης. Εξαιτίας της εγγύτητάς της στην παλαιά πρωτεύουσα της χώρας, το Κυότο, η Λίμνη Μπίβα αναφέρεται συχνά στα ιαπωνικά λογοτεχνικά και άλλα κείμενα, ιδιαίτερα στην ποίηση και σε ιστορικές περιγραφές μαχών.

Ονομασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα αυτό της λίμνης καθιερώθηκε κατά την περίοδο Έντο. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες σχετικά με την προέλευσή του, αλλά γενικώς πιστεύεται ότι σχετίζεται με το παραδοσιακό έγχορδο μουσικό όργανο μπίβα. Ο Κόσο, ένας μορφωμένος μοναχός του 14ου αιώνα, παρέχει ένα σχετικό υπαινιγμό, γράφοντας: «Η λίμνη είναι η θεϊκή κατοικία της Μπενζαϊτέν. Επειδή ζει στη νήσο Τσικούμπου και το σχήμα της λίμνης είναι παρόμοιο με το μπίβα, το αγαπημένο της όργανο.»[1]

Στην αρχαιότητα η λίμνη ήταν γνωστή περιγραφικά, ως «Θάλασσα με Γλυκό Νερό» (淡海, Awaumi) ή «Θάλασσα με Γλυκό Νερό Κοντά στην Πρωτεύουσα» (近淡海, Chikatsu Awaumi). Αργότερα, το Awaumi μετατράπηκε στο νεότερο Ōmi, μία ετυμολογία για την ομώνυμη επαρχία. Στη λογοτεχνία η λίμνη αναφέρεται επίσης ως «Μικρή Λίμνη των γκρέμπες» (鳰の海, Nio no Umi).

Χαρακτηριστικά, περιοχή και χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι γεωγραφικές συντεταγμένες του κέντρου της λίμνης Μπίβα είναι περίπου 35°20΄ βόρειο πλάτος και 136°10΄ ανατολικό μήκος. Το μήκος της είναι 63,5 χιλιόμετρα, το πλάτος της 22,8, ενώ το μήκος των ακτών της ανέρχεται σε 235,2 χιλιόμετρα. Από τα γύρω βουνά πηγάζουν 118 ρυάκια, χείμαρροι και μικρά ποτάμια που χύνονται στη λίμνη, η οποία συλλέγει όλα τα νερά από μία έκταση 3174 τ.χλμ. Η περίσσεια νερού της λίμνης διοχετεύεται στον ποταμό Σέτα, ο οποίος πιο κάτω στον ρου του γίνεται ο ποταμός Ούτζι και συμβάλλει με τους Κατσούρα και Κίζου δημιουργώντας τον ποταμό Γιόντο, ο οποίος εκβάλλει στην Εσωτερική Θάλασσα της Ιαπωνίας, στον κόλπο της Οζάκα. Υπολογίζεται ότι ένα μόριο νερού παραμένει επί 5,5 χρόνια κατά μέσο όρο στη λίμνη από τη στιγμή που θα χυθεί σε αυτή μέχρι τη στιγμή που θα εξατμισθεί ή θα διοχετευθεί στον Σέτα.

Το μέγιστο βάθος της λίμνης που έχει μετρηθεί είναι 103,58 μέτρα, ενώ το υψόμετρο της επιφάνειάς της είναι 85,6 μέτρα πάνω από τη μέση επιφάνεια της θάλασσας. Ο όγκος του νερού της έχει εκτιμηθεί ότι είναι περίπου 27,5 κυβικά χιλιόμετρα.

Πόλεις κτισμένες στις όχθες της λίμνης Μπίβα είναι οι Ότσου, Χικόνε, Ναγκαχάμα και Τακασίμα.

Η Λίμνη Μπίβα χρησιμεύει ως απόθεμα νερού για τις πόλεις Κυότο και Ότσου, και ως πολύτιμος πάροχος νερού για τις κοντινές υφαντουργίες. Παρέχει πόσιμο νερό σε περίπου 15 εκατομμύρια ανθρώπους στην περιοχή Κανσάι. Από την άλλη, στη λίμνη αναπαράγονται ψάρια του γλυκού νερού, όπως η πέστροφα, και καλλιεργούνται στρείδια για την παραγωγή μαργαριταριών.

Η Διώρυγα της Λίμνης Μπίβα, που διανοίχθηκε λίγο πριν το 1900 και επεκτάθηκε αργότερα, κατά την περίοδο Ταϊσό, διεδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στην αναζωογόνηση της βιομηχανίας του Κυότο μετά από μία απότομη παρακμή που ακολούθησε τη μεταφορά της πρωτεύουσας της Ιαπωνίας στο Τόκιο.

Η Μπίβα έχει τρία νησιά και διαθέτει πολλές δημοφιλείς πλαζ κατά μήκος της βορειοδυτικής της όχθης, όπως οι Σίγκα και `Ομι-Μάικο. Ο Υδροβοτανικός Κήπος Μιζουνομόρι και το Μουσείο της Λίμνης Μπίβα στο Κουσάτσου παρουσιάζουν επίσης ενδιαφέρον για τον επισκέπτη.

Ο «Μαραθώνιος της Λίμνης Μπίβα» διεξάγεται στην πόλη `Οτσου, στο νότιο άκρο της λίμνης, κάθε χρόνο από το 1962.

Φυσική ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ανατολή του ήλιου στη Λίμνη Μπίβα

Η Λίμνη Μπίβα έχει τεκτονική προέλευση και είναι μία από τις 20 αρχαιότερες λίμνες της Γης, με ηλικία σχεδόν 4 εκατομμύρια έτη. Αυτή η μακρά συνεχής παρουσία επέτρεψε την εξέλιξη ενός οικοσυστήματος με αξιοσημείωτη ποικιλία στη λίμνη. Οι φυσιοδίφες έχουν τεκμηριώσει την ύπαρξη περίπου 1100 ειδών σε αυτή, από τα οποία τα 58 είναι ενδημικά, δηλαδή δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στον κόσμο. Η Λίμνη Μπίβα αποτελεί ένα σημαντικό υδροβιότοπο για τα υδρόβια πτηνά, από τα οποία την επισκέπτονται περί τις 5000 κάθε χρόνο.

Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί 46 είδη και υποείδη ψαριών στη λίμνη, από τα οποία τα 12 είδη και τα 5 υποείδη είναι ενδημικά[2]. Τα ενδημικά είδη είναι 5 κυπρινίδες (Biwia yodoensis, Carassius cuvieri, Gnathopogon caerulescens, Ischikauia steenackeri και Sarcocheilichthys biwaensis), δύο της οικογένειας Cobitidae (αμφότερα του γένους Cobitis), δύο γωβιοί (ο Gymnogobius isaza και ανώνυμο ακόμα είδος του γένους ρινογωβιός), δύο γατόψαρα (τα Silurus biwaensis and S. lithophilus) και το είδος Cottus reinii[2]. Η «πέστροφα της Μπίβα είναι επίσης ενδημική στη λίμνη, αλλά ορισμένοι επιστήμονες επιμένουν ότι αποτελεί υποείδος του Oncorhynchus masou και όχι ξεχωριστό είδος[2].

Σχετικά προσφατα η βιοποικιλότητα της λίμνης υποφέρει εξαιτίας της εισβολής ξένων γενών ψαριών, ειδικότερα της μαυρόπερκας (Micropterus) και του Lepomis. Δείγματα του δεύτερου γένους είχαν δωρηθεί στον Αυτοκράτορα και στη συνέχεια ελευθερώθηκαν στη Λίμνη Μπίβα ως πηγή τροφής για άλλα είδη ψαριών. Μαυρόπερκες εισάχθηκαν στη λίμνη ως είδος αλιείας αναψυχής. Τον Ιούλιο του 2009 ένα Micropterus salmoides που ζύγιζε 10,09 κιλά αλιεύθηκε στη Λίμνη Μπίβα από τον Μανάμπου Κουρίτα: έχει πιστοποιηθεί επίσημα από την International Game Fish Association (IGFA) ως ισοφάριση του παγκόσμιου ρεκόρ βάρους για αλιευθέν δείγμα αυτού του είδους, που κατείχε μόνος του ο Τζωρτζ Πέρρυ επί 77 ολόκληρα χρόνια.

Περιβαλλοντική νομοθεσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διάφοροι περιβαλλοντικοί νόμοι περιορίζουν την ανθρώπινη δραστηριότητα στη Λίμνη Μπίβα και στη γύρω από αυτή έκταση:

Πρόληψη του ευτροφισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νομοθεσία για πρόληψη του ευτροφισμού ψηφίσθηκε το 1981 και τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιουλίου 1982, μάλιστα η ημερομηνία αυτή αποκαλείται από τότε «Ημέρα της Λίμνης Μπίβα» (びわ湖の日, Biwako no Hi). Η νομοθεσία αυτή έθεσε όρια για τα επίπεδα αζώτου και φωσφόρου στα νερά που προέρχονται από αγροτική, βιομηχανική ή οικιακή χρήση και αδειάζουν στη λίμνη. Επίσης, απαγόρευσε τη χρήση και την πώληση συνθετικών απορρυπαντικών που περιέχουν φωσφόρο.

Προστασία υδροβιότοπου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Λίμνη Μπίβα έχει ανακηρυχθεί ως υγρότοπος της Συνθήκης Ραμσάρ από την UNESCO το 1993. Το αντικείμενο αυτής της συνθήκης είναι η προστασία και η λελογισμένη χρήση των διεθνώς πολύτιμων υδροβιοτόπων.

Συντήρηση των ζωνών καλαμιώνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αποικίες φραγμιτών (καλαμιώνες) δίνουν στη Λίμνη Μπίβα το χαρακτηριστικό της τοπίο. Οι καλαμιώνες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον καθαρισμό του νερού και στην παροχή τόπου για τις φωλιές τόσο πουλιών, όσο και ψαριών. Κάποτε υπήρχαν μεγάλες εκτάσεις καλαμιώνων κατά μήκος της όχθης της λίμνης, οι οποίες σε μία επισκόπηση από την τοπική αυτοδιοίκηση βρέθηκαν να έχουν περιορισθεί στο μισό εξαιτίας της ανθρώπινης «ανάπτυξης». Ως αποτέλεσμα αυτής της διαπιστώσεως, η νομαρχία του Σίγκα εξέδωσε διάταξη για τη συντήρηση των ζωνών των καλαμιώνων από το 1992.

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • F.C. Mi-Ο Biwako Kusatsu, ομώνυμος ποδοσφαιρικός σύλλογος, με έδρα την πόλη Κουσάτσου, που έχει θέα προς τη λίμνη.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Yoshihiro Kimura: Biwako -sono koshō no yurai- (= «Λίμνη Μπίβα: η προέλευση του ονόματός της»), Sunrise Publishing, Hikone 2001, ISBN 4-88325-129-2
  2. 2,0 2,1 2,2 Kawanabe, H., Nishino, M., και Maehata, M. (επιμέλεια): Lake Biwa: Interactions between Nature and People (2012), σσ. 119-120, ISBN 978-94-007-1783-1

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]