Κρυπτονόμισμα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Κρυπτονόμισμα είναι μία peer-to-peer αποκεντρωμένη ηλεκτρονική μορφή χρήματος[1] η οποία βασίζεται πάνω στις αρχές της κρυπτογραφίας για την διασφάλιση του δικτύου και την επαλήθευση των συναλλαγών. Τα περισσότερα κρυπτονομίσματα κάνουν χρήση μιας Κατανεμημένης Βάσης Δεδομένων ως τον πυλώνα του συστήματος τους, το επονομαζόμενο Blockchain. Το bitcoin που παρουσιάστηκε το 2009, έγινε το πρώτο επιτυχημένο αποκεντρωμένο κρυπτονόμισμα. Λόγω της ανοικτής φύσης του λογισμικού του, επετράπη σε πολλούς προγραμματιστές να πειραματιστούν με τον κώδικά του και να τον τροποποιήσουν (forking). Έκτοτε δημιουργήθηκε μια πληθώρα νέων κρυπτονομισμάτων στα οποία έχουν γίνει προσπάθειες για να βελτιωθούν ή και να προστεθούν λειτουργίες όπως ταχύτερες συναλλαγές, μεγαλύτερη ανωνυμία κ.ά.

Το κυριότερο χαρακτηριστικό του κρυπτονομίσματος είναι ο αποκεντρωτικός χαρακτήρας του και μέσω αυτού η ανθεκτικότητά του σε κάθε μορφής προσπάθεια για έλεγχο και παρέμβαση.

Το συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς κρυπτονομισμάτων έφτασε πάνω απο τα $3 τρισεκατομμύρια το 2021.

Από την κυκλοφορία του bitcoin 2009 και μετέπειτα, έχουν δημιουργηθεί πάνω από 10000 κρυπτονομίσματα[2] και μάλιστα ορισμένα εξ αυτών βασίζονται στο ίδιο σύστημα που χρησιμοποιεί και το Bitcoin.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τα κρυπτονομίσματα δεν είναι νομίσματα. Δεν αποτελούν ένα γενικά αποδεκτό μέσο πληρωμής, θεωρούνται ασταθή και δεν υποστηρίζονται από καμία κεντρική δημόσια αρχή. [3]

Σε κάποιες άλλες χώρες, όπως το Ελ Σαλβαντόρ, όπου το Bitcoin υιοθετήθηκε ως επίσημο νόμισμα στον Σεπτέμβριο του 2021[4], το κρυπτονόμισμα αυτό αποτελεί νόμιμο μέσο πληρωμής.

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συνήθη χαρακτηριστικά κρυπτονομισμάτων:

  • Απουσία κεντρικής αρχής ελέγχου ή επιβεβαίωσης των συναλλαγών.
  • Δυνατότητα χρήσης χωρίς υποβολή προσωπικών στοιχείων.
  • Καθολική δυνατότητα χρήσης σε οποιοδήποτε χώρο και χρόνο.
  • Δυνατότητα αποστολής πολύ μικρών αλλά και πολύ μεγάλων συναλλαγών με πολύ μικρό κόστος.
  • Χρήση της τεχνολογίας Blockchain.
  • Δυνατότητα συμμετοχής σε οποιονδήποτε στην έκδοση νομίσματος (mining).
  • Περιορισμός και γνωστοποίηση του χρηματικού αποθέματος.
  • Ανωνυμία στις συναλλαγές και συχνά χωρίς δυνατότητα ανίχνευσης.
  • Χρήση ανοικτού κώδικα.
  • Συνεχόμενες προσπάθειες βελτίωσης σε διάφορους τομείς στους οποίους υστερεί το Bitcoin.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λέξη κρυπτονόμισμα (cryptocurrency) χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1998 από τον Wei Dai στη λίστα αλληλογραφίας των Cypherpunks, υποστηρίζοντας την ιδέα μιας νέας μορφής χρήματος η οποία κάνει χρήση κρυπτογραφίας για να ελέγξει τη δημιουργία και τις συναλλαγές της, αντικαθιστώντας έτσι οποιαδήποτε κεντρική αρχή. 10 χρόνια αργότερα ο Satoshi Nakamoto  δημοσίευσε στην ίδια λίστα αλληλογραφίας τις πρώτες προδιαγραφές του bitcoin στο περίφημο πλέον white paper που λίγο αργότερα κατατέθηκε και δημόσια.

Ακαδημαϊκές μελέτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Σεπτέμβριο του 2015 ανακοινώθηκε η κυκλοφορία του ακαδημαϊκού περιοδικού Ledger(ISSN 2379-5980). Πρόκειται να καλύπτει μελέτες γύρω από τα κρυπτονομίσματα και την τεχνολογία γύρω από αυτά και θα εκδίδεται από το Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ.Το περιοδικό προτρέπει τους συντάκτες να υπογράφουν ψηφιακά ένα file hash των καταθετημένων papers, τα οποία κατόπιν περνάνε από μια χρονοσφραγίδα εντός του blockchain του bitcoin. Οι συντάκτες καλούνται επίσης να παραθέτουν μια προσωπική διεύθυνση bitcoin εντός της αρχικής σελίδας των papers τους.

Αγορά Κρυπτονομισμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ άλλων, τα κρυπτονομίσματα που έχουν μεγαλύτερη απήχηση, ενδεικτικά είναι το Bitcoin[5], το Ethereum, το Solana, το Cardano, το Dogecoin, το Polkadot, το Avalanche, το Decentraland κ.λ..

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]