Κουνιγούνδη της Σουαβίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κουνιγούνδη της Σουαβίας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση880 (περίπου)
Τόπος ταφήςΑββαείο του Λορς
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΛεοπόλδος, μάργραβος της Βαυαρίας
Κορράδος Α' της Γερμανίας
ΤέκναΑρνούλφος Α΄ της Βαυαρίας
Μπέρτολντ της Βαυαρίας
ΓονείςBerchthold I of Swabia
ΑδέλφιαErchanger, Duke of Swabia
ΟικογένειαAhalolfings

Η Κουνιγούνδη, γερμ.: Cunigunde von Swaben (π. - 7 Φεβρουαρίου μετά το 918), μέλος της ευγενούς οικογένειας των Αχαλολφιδών, ήταν μαργραβίνα της Βαυαρίας έως το 907 από τον πρώτο της γάμο με τον Λεοπόλδο, και βασίλισσα της Γερμανίας (βασίλισσα των Φράγκων) από το 913 έως το 918 από τον δεύτερο γάμο της με τον Κορράδο Α΄ της Γερμανίας, μοναδικό ηγέτη του Οίκου των Κοραδιδών.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήταν κόρη του Μέρχτολντ Α΄ παλατινού κόμη της Σουαβίας. Η μητέρα της ενδεχομένως ήταν η Γκίζελα, κόρη του Καρολίγγειου βασιλιά Λουδοβίκου Β΄ του Γερμανικού. Ο αδελφός της Κουνιγκούντε, ο Έρχανγκερ, έγινε δούκας της Σουαβίας το 915.

Πολύ λίγα είναι γνωστά γι' αυτήν. Για πρώτη φορά αναφέρεται ως βασίλισσα τον Ιούνιο του 914· η Κουνιγκούντα φαίνεται ότι δεν έπαιξε σημαντικό πολιτικό ρόλο, ενώ ο γιος της Αρνούλφος (από τον 1ο της γάμο) παρέμεινε σε συνεχή σύγκρουση με τον βασιλιά Κορράδο Α΄ (σύζυγο της στον 2ο γάμο της). Το 915 επέλεξε το αββαείο του Λορς ως τόπο ταφής της.

Ο Κορράδος Α΄ απεβίωσε τον Δεκέμβριο του 918 μετά από μακρά ασθένεια, πιθανώς από σοβαρό τραυματισμό κατά τη διάρκεια εκστρατείας εναντίον του Αρνούλφου δούκα της Βαυαρίας. Τον διαδέχθηκε ο Ερρίκος Α΄ ο Ορνιθοθήρας, δούκας της Σάξονίας.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παντρεύτηκε πρώτα τον Λεοπόλδο μάργραβο της Βαυαρίας, που έγινε ο γενάρχης του Οίκου των Λεοπολδιδών. Οι γιοι της από αυτόν ήταν:

Ο Λούιτπολντ σκοτώθηκε στη μάχη του Πρέσμπουργκ το 907 κατά των Ουγγρικών δυνάμεων. Σύμφωνα με τα Αλαμαννικά Χρονικά, η Κουνιγούνδη παντρεύτηκε το 913 τον Κορράδο Α΄ των Κορραδιδών βασιλιά της Γερμανίας, ο οποίος προσπαθούσε να ενισχύσει τους δεσμούς του με το δουκάτο της Βαυαρίας. [1] Ο γάμος δεν άφησε άρρενες διαδόχους. Υποτίθεται ότι δύο παιδιά γεννήθηκαν το 913:

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. MacLean 2017, σελ. 26.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • MacLean, Simon (2017). Ottonian Queenship. Oxford University Press.