Καμάκι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κυνηγός Ινουίτ με καμάκι μέσα στο καγιάκ του, Κόλπος Χάντσον, περ. 1908-1914
Το Unaaq, καμάκι των Ινουίτ, μήκος 172 cm, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Τουλούζης

Το καμάκι είναι μακρύ εκτοξευόμενο όπλο, που μοιάζει με δόρυ και χρησιμοποιείται στο ψάρεμα, τη φαλαινοθηρία, το κυνήγι της φώκιας και άλλες παρόμοιες δραστηριότητες που αποσκοπούν στη σύλληψη μεγάλων ψαριών ή θαλάσσιων θηλαστικών. Η ιδιότητα που το ξεχωρίζει είναι ότι όταν τρυπά τον στόχο του αγκιστρώνεται σε αυτόν, επιτρέποντας στους ψαράδες ή τους κυνηγούς να το τραβήξουν με ένα προσαρμοσμένο σκοινί, συρματόσκοινο ή και ελαφρά αλυσίδα. Το καμάκι μπορεί επίσης να χρησιμεύσει στον ναυτικό πόλεμο ως εκηβόλο όπλο εναντίον άλλων σκαφών.

Πολλά καμάκια έχουν εξειδικευμένη κατασκευή, ώστε να αποδίδουν καλύτερα με συγκεκριμένο τύπο στόχου. Π.χ. οι Ινουίτ μεταχειρίζονται κοντά καμάκια με σταθερό εμπρόσθιο μέρος όταν κυνηγούν φώκιες από τρύπες στον πάγο, ενώ κατασκευάζουν και καμάκια με αποσπώμενο εμπρόσθιο μέρος, που παραμένει αγκιστρωμένο στο θήραμα, για άλλο είδος θήρας.[1] Συγγενική με το καμάκι είναι η τρίαινα του ψαροτούφεκου.

Προϊστορία και ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επιπαλαιολιθικές αιχμές καμακιών αζιλιανής τεχνοτροπίας, Λε Μας-Νταζίλ, Αριέζ Γαλλίας
«Ο τρόπος με τον οποίο ιθαγενείς της Ανατολικής Ακτής κτυπούν χελώνες», κοντά στο Κούκταουν της Αυστραλίας. Από την επισκόπηση του Φίλιπ Πάρκερ Κινγκ, 1818

Τη δεκαετία του 1990 ανακαλύφθηκαν αιχμές κοκκάλινων καμακιών, γνωστές ως «καμάκια του Σεμλίκι» ή «καμάκια της Κατάντα», στην περιοχή Κατάντα του Ζαΐρ. Αυτές είναι ουσιαστικώς τα αρχαιότερα γνωστά καμάκια, κατασκευασμένα και χρησιμοποιημένα πριν από 90.000 χρόνια περίπου, το πιθανότερο για την αλιεία γατόψαρων από ποτάμια.[2] Αργότερα στην Ιαπωνία το ψάρεμα με «ακόντια» (καμάκια) ήταν πολύ διαδεδομένο στους Σολουτραίους και τους Μαγδαλένιους κατασκευαστές εργαλείων. Στο Σπήλαιο Κοσκέ στη νότια Γαλλία υπάρχουν σπηλαιογραφίες χρονολογούμενες στη 15η χιλιετία π.Χ., που περιλαμβάνουν σχέδια από φώκιες οι οποίες φαίνεται να έχουν κτυπηθεί με καμάκι.[3]

Υπάρχουν αναφορές καμακιών στην αρχαία γραμματεία, έστω και αν στις πλείστες των περιπτώσεων οι περιγραφές δεν δίνουν λεπτομέρειες. Μια πρώιμη περίπτωση υπάρχει στην Αγία Γραφή, στο Βιβλίο του Ιώβ (μα΄ 7), ενώ ο Έλληνας ιστορικός Πολύβιος (περ. 203 – 120 π.Χ.), στο έργο του Ιστορίαι, περιγράφει την αλιεία ξιφία με χρήση καμακιού με αποσπώμενη κεφαλή.[4] Χάλκινα καμάκια ήταν γνωστά στον πολιτισμό της Χαράπα, που ήταν εξοικειωμένος και με τη θάλασσα.[5][6] Οι αρχαίοι κυνηγοί με καμάκια στην Ινδία περιλαμβάνουν και τους Mincopie, ιθαγενείς των Νήσων Ανταμάν και Νικομπάρ που μεταχειρίζονταν καμάκια με μακριά σκοινιά για ψάρεμα από την αρχαιότητα.[7]

Φαλαινοθηρία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καμάκια φαλαινοθηρίας, 1887

Το καμάκι με άκρο βέλους (δύο άγκιστρα) ήταν το κυριότερο εργαλείο-όπλο που χρησιμοποιούσαν οι φαλαινοθήρες επί αιώνες σε όλο τον κόσμο, αλλά συνήθως δεν εισχωρούσε βαθύτερα στο σώμα του θηράματος από το μαλακό εξωτερικο στρώμα του λίπους. Ως αποτέλεσμα, η φάλαινα διέφευγε συχνά, είτε με απότομες κινήσεις, είτε απλώς κολυμπώντας μακριά με αρκετή ταχύτητα ώστε να αποσπασθεί το αβαθώς χωμένο καμάκι. Το ελάττωμα αυτό διορθώθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα με τη χρήση καμακιών με ένα μόνο άγκιστρο: αυτό μείωσε το πλάτος της κεφαλής του καμακιού, οπότε ήταν ευκολότερο να διεισδύσει αρκετά βαθιά ώστε να στερεωθεί καλά. Στην Αρκτική οι ντόπιοι κυνηγοί είχαν αναπτύξει το πιο προηγμένο «καμάκι ρυμουλκύσεως».

Εκρηκτικά καμάκια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη χρήση εκρηκτικών στη φαλαινοθηρία έγινε από τη βρετανική Εταιρεία Νοτίων Θαλασσών το 1737, μετά από κάποιες χρονιές με μειούμενους αριθμούς συλλήψεων φαλαινών. Τότε δημιουργήθηκε ένας αρκετά μεγάλος στόλος φαλαινοθηρικών, εξοπλισμένων με καμάκια εκτοξευόμενα με μικρά κανόνια. Παρά το ότι ο εξοπλισμός αυτός επετύγχανε να σκοτώνει τις φάλαινες, τα περισσότερα νεκρά κήτη βυθίζονταν προτού να μπορέσει το πλήρωμα να τα ανασύρει. Από τότε το σύστημα έβρισκε περιστασιακή εφαρμογή και βελτιώθηκε διαδοχικά από διάφορους εφευρέτες τα ακόλουθα εκατό χρόνια, όπως από τον Έιμπραχαμ Στάγκχολτ (Abraham Stagholt) πριν το 1780 και τον Τζωρτζ Μάνμπυ στις αρχές του 19ου αιώνα.[8]

Ο σερ Γουίλιαμ Κόνγκρηβ, που εφεύρε μερικές από τις πρώτες ρουκέτες για λογαριασμό του Βρετανικού Στρατού, σχεδίασε και ένα πυραυλοκίνητο καμάκι φαλαινοθηρίας τη δεκαετία του 1820. Το κέλυφός του ήταν σχεδιασμένο ώστε να εκρήγνυται κατά την επαφή και να ωθεί έτσι το καμάκι μέσα στο σώμα του κήτους. Το σύνολο ήταν προσδεδεμένο στο πλοίο και η ιδέα ήταν ότι η έκρηξη θα ενέχεε αρκετή ποσότητα αερίου μέσα στο σώμα της φάλαινας ώστε να την κρατήσει στην επιφάνεια της θάλασσας αρκετά ώστε να περισυλλεγεί. Στάλθηκαν αποστολές για να δοκιμάσουν αυτή τη νέα τεχνολογία και πολλές φάλαινες σκοτώθηκαν, αλλά οι περισσότερες βυθίστηκαν χωρίς να γίνει δυνατό να ανακτηθούν.[9] Αυτά τα πρώιμα εκρηκτικά καμάκια, γνωστά ως «λόγχες-βόμβες», χρησίμευσαν αρκετά στη φαλαινοθηρία μεγάπτερων και κητών του γένους Eubalaena.[8]

Μια άλλη εκδοχή του εκρηκτικού καμακιού σχεδιάσθηκε από τον Νορβηγό εφευρέτη και ζωγράφο Γιάκομπ Νικολάι Βάλσαι (Jacob Nicolai Walsøe), αλλά η εφαρμογή αυτή απορρίφθηκε το 1851 από το υπουργείο Εσωτερικών της χώρας του. Το 1867 ένας Δανός κατασκευαστής πυροτεχνημάτων, ο Γκαετάνο Αμίτσι, κατοχύρωσε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για καμάκι που εκτοξευόταν από κανόνι και το ίδιο έτος ο Βρετανός Τζωρτζ Γουέλτς κατοχύρωσε ένα καμάκι-χειροβομβίδα, πολύ παρόμοιο με το επόμενο:

Τέλος το 1870 ο Νορβηγός εφοπλιστής Σβεντ Φόυν κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και κατασκεύασε πρώτος το σύγχρονο καμάκι φαλαινοθηρίας με κανόνι.[10] Το βασικό του σχέδιο βρίσκεται σε χρήση ακόμα και σήμερα. Αντιλήφθηκε τα αδύνατα σημεία των άλλων μεθόδων και τα αντιμετώπισε με το δικό του σύστημα. Συμπεριέλαβε, με τη βοήθεια του H.M.T. Esmark, ένα άκρο-βομβίδα προορισμένο να εκρήγνυται μέσα στο σώμα της φάλαινας. Το καμάκι είχε επίσης κεφαλή που συνδεόταν με το υπόλοιπο καμάκι με μια μεταβλητή άρθρωση. Τα πρώτα του κανόνια γέμιζαν από την κάννη με μια ειδική πυρίτιδα. Αργότερα τα εμπροσθογεμή αυτά κανόνια αντικαταστάθηκαν με ασφαλέστερα, οπισθογεμή.[10]

ΜΑζί με τη χρήση ατμοκίνητων φαλαινοθηρικών πλοίων, η συνεισφορά του Φόυν έφερε τη σύγχρονη εποχή της εμπορικής φαλαινοθηρίας. Τα πλοία των ανεπτυγμένων χωρών ήταν πλέον εφοδιασμένα επαρκώς για τη φαλαινοθηρία ταχύτερων και δυνατότερων ειδών, όπως είναι όσα ανήκουν στις φαλαινοπτερίδες. Επειδή τα κήτη αυτά βυθίζονταν όταν πέθαιναν, μεταγενέστερες εκδοχές των εκρηκτικών καμακιών εισήγαν αέρα μέσα στο πτώμα, ώστε να συγκρατείται αυτό στην επιφάνεια της θάλασσας.

Το σημερινό φαλαινοθηρικό σύστημα καμακιού αποτελείται από έναν στερεωμένο στο κατάστρωμα εκτοξευτικό μηχανισμό (συνήθως μικρό κανόνι), που εκτοξεύει ένα μεγάλο καμάκι με γόμωση ισχυρού εκρηκτικού (νιτρικού πενταερυθρίτη). Το καμάκι είναι δεμένο με αρκετά χονδρό σκοινί και έχει κεφαλή με σχήμα τέτοιο ώστε να εισχωρεί βαθύτερα από το παχύ στρώμα λίπους της φάλαινας και να συγκρατείται από τον μυϊκό ιστό. Διαθέτει ισχυρά άγκιστρα ώστε να μη φεύγει, οπότε τραβώντας το σκοινί με βαρούλκο οι φαλαινοθήρες μπορούν να σύρουν τη φάλαινα μέχρι το πλοίο τους.

Στο διάστημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σκάφος «Φίλαι» (Philae) της διαστημικής αποστολής «Ροζέττα» έφερε καμάκια προκειμένου να αγκυρωθεί στην επιφάνεια του κομήτη 67P/Τσουριούμοφ-Γκερασιμένκο. Ωστόσο, η πυροδότηση αυτών των καμακιών απέτυχε.[11][12]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Arnold, Charles D. (Μάρτιος 1989). «Arctic Harpoons». Arctic (Arctic Institute of North America, Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρυ) 42 (1): 80-81. doi:10.14430/arctic1642. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2021-11-30. https://web.archive.org/web/20211130120101/https://pubs.aina.ucalgary.ca/arctic/Arctic42-1-80.pdf. Ανακτήθηκε στις 2023-11-15. 
  2. Yellen, J.E.; A.S. Brooks; E. Cornelissen; M.J. Mehlman; K. Stewart (28 April 1995). «A middle stone age worked bone industry from Katanda, Upper Semliki Valley, Zaire». Science 268 (5210): 553-556. doi:10.1126/science.7725100. PMID 7725100. Bibcode1995Sci...268..553Y. https://archive.org/details/sim_science_1995-04-28_268_5210/page/553. 
  3. Guthrie, Dale: The Nature of Paleolithic Art, σελ. 298, University of Chicago Press, 2005, ISBN 0-226-31126-0
  4. Πολυβίου «Fishing for Swordfish», Histories, Βιβλίο 34.3 (μετάφρ. Evelyn S. Shuckburgh), εκδ. Macmillan, Λονδίνο & Νέα Υόρκη 1889
  5. Allchin 1975, σελ. 106
  6. Ray 2003, σελ. 93
  7. Edgerton 2003, σελ. 74
  8. 8,0 8,1 Tønnessen, Johan Nicolay· Johnsen, Arne Odd (1982). The History of Modern Whaling. University of California Press. σελίδες 17–19. ISBN 9780520039735. Ανακτήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2013. 
  9. Tønnessen, Johan Nicolay· Johnsen, Arne Odd (1982). The History of Modern Whaling. University of California Press. ISBN 9780520039735. Ανακτήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2013. 
  10. 10,0 10,1 Tonnessen, Johan· Johnsen, Arne (1982). The history of modern whaling. University of California Press. σελίδες 16–36. ISBN 978-0-520-03973-5. 
  11. «Philae touches down on the surface of a comet». CNN. 12 Νοεμβρίου 2014. 
  12. Aron, Jacob: «Problems hit Philae after historic first comet landing», New Scientist, 12 Νοεμβρίου 2014

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Lødingen Local History Society (1986): Yearbook Lødingen. The modern history of whaling, ISBN 82-990715-7-7
  • Lødingen local historical society (1999/2000): Yearbook Lødingen. More about Jacob Nicolai Walsøe, granatharpunens inventor, ISBN 82-90924-07-0
  • F.R. Allchin στο South Asian Archaeology 1975: Papers from the Third International Conference of the Association of South Asian Archaeologists in Western Europe, Held in Paris (Δεκέμβριος 1979), επιμέλ. J.E.van Lohuizen-de Leeuw. Brill Academic Publishers, Inc., σσ. 106-118, ISBN 90-04-05996-2
  • Edgerton κ.ά.: Indian and Oriental Arms and Armour, Courier Dover Publications, 2002, ISBN 0-486-42229-1
  • Ray, Himanshu Prabha: The Archaeology of Seafaring in Ancient South Asia, Cambridge University Press, 2003, ISBN 0-521-01109-4

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]