Η αγριόπαπια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η αγριόπαπια
ΣυγγραφέαςΧένρικ Ίψεν
ΤίτλοςVildanden
ΓλώσσαΝορβηγική γλώσσα
Ημερομηνία δημιουργίας1884
Ημερομηνία δημοσίευσης1884
Μορφήθεατρικό έργο
ΧαρακτήρεςΒέρλε, Γκρέγκερς Βέρλε, Γέρο Έκνταλ, Γιάλμαρ Έκνταλ, Γκίνα Έκνταλ, Χέντβιγκ Έκνταλ, κυρία Σόερμπι, Ρέλινγκ, Μόλβικ, Πέτερσεν, Γιένσεν, κύριος Μπαλέ και κύριος Φλορ
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Η αγριόπαπια (1884, νορβηγικά: Vildanden), Πρώτη έκδοση

Η αγριόπαπια (1884, νορβηγικά: Vildanden) είναι θεατρικό έργο του Ερρίκου Ίψεν με πέντε πράξεις. Συγκαταλέγεται στα πιο διάσημα έργα του Σκανδιναβού δραματουργού. Θεωρείται το πρώτο σύγχρονο αριστούργημα στο είδος της ιλαροτραγωδίας. [1]Η Αγριόπαπια και το Ρόσμερσχολμ φαίνεται συχνά στις εκτιμήσεις των κριτικών να ανταγωνίζονται για την κορυφαία θέση μεταξύ των έργων του Ιψεν.[2]

Χαρακτήρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Χόκον Βέρλε, χονδρέμπορος
  • Γκρέγκορ Βέρλε, ο γιος του
  • Ολντε Εκνταλ, πρώην συνεργάτης του Χόκον Βέρλε
  • Χγιάλμαρ Εκνταλ, γιος του Ολντε Εκνταλ, φωτογράφος
  • Γκίνα Εκνταλ, η σύζυγός του
  • Χέντβιγκ, η κόρη τους δέκα τεσσάρων ετών
  • Κα Σέρμπι, οικονόμος και αρραβωνιστικιά του Χόκον Βέρλε
  • Ρέλινγκ, γιατρός που ζει με τους Εκνταλ
  • Μόλβικ, πρώην φοιτητής θεολογίας που ζει με τους Εκνταλ
  • Πέτερσεν, υπηρέτης του Χόκον Βέρλε
  • Γένσεν, μισθωμένος σερβιτόρος
  • Κος Μπάλε, καλεσμένος στο δείπνο
  • Κος Φλορ, καλεσμένος στο δείπνο

Πλοκή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη πράξη αρχίζει με ένα δείπνο, που διοργανώνει ο Χόκον Βέρλε, πλούσιος έμπορος και βιομήχανος. Στη συγκέντρωση παρευρίσκεται ο γιος του, Γκρέγκερς Βέρλε, που επιστρέφει μετά από χρόνια στο πατρικό του, μετά από μια αυτοεπιβληθείσα εξορία. Εκεί μαθαίνει την τύχη ενός πρώην συμμαθητή του, του Χγιάλμαρ Εκνταλ. Ο Χγιάλμαρ παντρεύτηκε τη Γκίνα, νεαρή υπηρέτρια των Βέρλε. Ο παλιότερος Βέρλε είχε προσφέρει στο Χγιάλμαρ ένα σπίτι και επάγγελμα, ως φωτογράφου. Ο Γκρέγκερς, του οποίου η μητέρα πέθανε πιστεύοντας ότι η Γκίνα και ο Χόκον είχαν σχέση, εξοργίζεται με τη σκέψη ότι ο παλιός του φίλος ζει μια ζωή χτισμένη πάνω σε ένα ψέμα.

Οι υπόλοιπες τέσσερις πράξεις διαδραματίζονται στα διαμερίσματα του Χγιάλμαρ Εκλαντ. Οι Εκλαντ φαίνεται αρχικά να ζουν μια ζεστή οικογενειακή ζωή. Ο πατέρας του Χγιάλμαρ βγάζει τα προς το ζην κάνοντας παράξενες δουλειές αντιγραφής για το Βέρλε. Ο Χγιάλμαρ λειτουργεί ένα φωτογραφικό στούντιο έξω από το διαμέρισμα. Η Γκίνα τον βοηθάει στην επιχείρηση μαζί με το νοικοκυριό. Και οι δυο τους έχουν ξεμωραθεί με την κόρη τους Χέντβιγκ. Ο Γκρέγκερς πηγαίνει κατ' ευθείαν από τη συγκέντρωση στο σπίτι τους. Αφού γνωριστεί με την οικογένεια ο Χγιάλμαρ του ομολογεί ότι η Χέντβιγκ είναι τόσο η μεγαλύτερη χαρά όσο και η μεγαλύτερη λύπη τους, γιατί σταδιακά χάνει την όρασή της. Η οικογένεια αποκαλύπτει με ενθουσιασμό μία σοφίτα στο διαμέρισμα, όπου διατηρούν διάφορα ζώα, όπως κουνέλια και περιστέρια. Αλλά το καλύτερο είναι η αγριόχηνα που διέσωσαν. Η πάπια τραυματίστηκε από τον Βέρλε, του οποίου η όραση επίσης εξασθενεί. Ο πυροβολισμός του πέτυχε την πάπια, που έπεσε στο βυθό της λίμνης και θα πνιγόταν παγιδευόμενη στα φύκια του. Όμως ο σκύλος του Βέρλε την ανακάλυψε και παρά τις πληγές της από τον πυροβολισμό και τα δόντια του σκύλου, οι Εκνταλ περιθάλψανε την πάπια και την κάνανε καλά.

Ο Γκρέγκερς νοικιάζει το κενό δωμάτιο του διαμερίσματος. Την επόμενη μέρα αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν περισσότερα ψέματα που επικρέμανται των Εκνταλ, εκτός από τη σχέση της Γκίνα με τον πατέρα του. Μιλώντας με τη Χέντβιγκ, αυτή του εξηγεί ότι ο Χγιάλμαρ δεν στέλνει τη Χέντβιγκ στο σχολείο λόγω της όρασής της, αλλά, μην έχοντας χρόνο να τη διδάξει, αφήνει το κορίτσι να ταξιδεύει στους φανταστικούς κόσμους μέσα από τις εικόνες που βλέπει στα βιβλία. Κατά τη συνομιλία τους ο Γκρέγκερς ακούει πυροβολισμούς στη σοφίτα και η οικογένεια εξηγεί ότι ο Γέρο Εκνταλ διασκεδάζει κυνηγώντας εκεί κουνέλια και πουλιά και ο Χγιάλμαρ συχνά συμμετέχει στο κυνήγι. Η δραστηριότητα αυτή βοηθάει το Γέρο Εκνταλ να θυμηθεί τα νιάτα του, ως μεγάλου κυνηγού. Ο Χγιάλμαρ μιλά επίσης για τη "μεγάλη του εφεύρεση", που ποτέ δεν εξειδικεύει. Έχει σχέση με τη φωτογραφία και είναι βέβαιος ότι θα του επιτρέψει να ξεπληρώσει τα χρέη του προς το Βέρλε και θα κάνει τελικά τον ίδιο και την οικογένειά του τελείως ανεξάρτητους. Για να εργασθεί για την εφεύρεσή του συχνά χρειάζεται να ξαπλώνει στον καναπέ και να τη σκέφτεται.

Σε ένα γεύμα με το Γκρέγκερς και τους Ρέλινγκ και Μόλβικ, φίλους του Χγιάλμαρ, ο Χόκον φτάνει στο σημείο να πιέσει το Γκρέγκερς να επιστρέψει στο σπίτι. Ο Γκρέγκερς επιμένει ότι δεν μπορεί νσ το κάνει και ότι θα πει στο Χγιάλμαρ την αλήθεια. Ο Χόκον είναι βέβαιος ότι ο Χγιάλμαρ δεν θα είναι ευγνώμων για την παρέμβαση του Γκρέγκερς. Όταν φεύγει, ο Γκρέγκερς ζητάει από το Χγιάλμαρ να τον συνοδεύσει σε ένα περίπατο, όπου του αποκαλύπτει την αλήθεια για τη σχέση της Γκίνα με τον πατέρα του.

Όταν γυρίζει στο σπίτι ο Χγιάλμαρ κρατάει αποστάσεις από τη σύζυγο και την κόρη του. Απαιτεί να διαχειρίζεται στο μέλλον τη φωτογραφική επιχείρηση μόνος του χωρίς τη βοήθεια της Γκίνα. Απαιτεί επίσης να διαχειρίζεται τα οικονομικά της οικογένειας, που μέχρι τότε το έκανε εκείνη. Η Γκίνα τον ικετεύει να αναθεωρήσει, θεωρώντας ότι με όλη αυτή την απασχόληση δεν θα μπορεί να εργασθεί για την εφεύρεσή του. Η Χέντβιγκ προσθέτει επίσης ότι δεν θα έχει χρόνο για να περνάει στη σοφίτα με την αγριόπαπια. Πικραμένος από τα νέα του Γκρέγκερς ειρωνεύεται την πρόταση και ομολογεί ότι θα ήθελε να στρίψει το λαιμό της πάπιας. Εκδηλώνοντας το θυμό του ο Χγιάλμαρ κατηγορεί τη Γκίνα για τη σχέση της με τον Χόκον. Εκείνη το παραδέχεται, αλλά επιμένει ότι αγαπάει μόνο εκείνον.

Εν μέσω της διαφωνίας ο Γκρέγκερς επιστρέφει για να ανακαλύψει εμβρόντητος ότι το ζευγάρι δεν χαίρεται να ζήσει χωρίς ένα τέτοιο ψέμα να κρέμεται από πάνω του. Η Κα Σέρμπι φτάνει με μια επιστολή για τη Χέντβιγκ και την είδηση ότι παντρεύεται τον Χόκον. Η επιστολή ανακοινώνει ότι ο Χόκον θα πληρώνει στο Γέρο Εκνταλ μια σύνταξη 100 κορόνες μέχρι το θάνατό του, μετά τον οποίο το επίδομα θα μεταβιβασθεί στη Χέντβιγκ για το υπόλοιπο της ζωής της. Η είδηση αρρωσταίνει τον Χμάλγιαρ ακόμη περισσότερο και υποψιάζεται ότι η Χέντβιγκ μπορεί κάλλιστα να είναι παιδί του Χόκον. Δεν μπορεί πια να αντέξει να βλέπει τη Χέντβιγκ και εγκαταλείπει το σπίτι για να πιει με το Μόλβικ και το Ρέλινγκ. Ο Γκρέγκερς προσπαθεί να ηρεμήσει την απελπισμένη Χέντβιγκ προτείνοντας της να θυσιάσει την αγριόπαπια για την ευτυχία του πατέρα της. Η Χέντβιγκ θέλει απεγνωσμένα να ξανακερδίσει την αγάπη του πατέρα της και συμφωνεί ο παππούς της να πυροβολήσει την πάπια το πρωί.

Την επόμενη μέρα ο Ρέλινγκ λέει στην οικογένειά του ότι ο Χγιάλμαρ μένει μαζί του. Τρομάζει με αυτό που έκανε ο Γκρέγκερς και αποκαλύπτει από καιρό επινόησε την εφεύρεση με τον Χγιάλμαρ ως "ψέμμα ζωής" για να τον γλυτώσει από την απελπισία. Το ζευγάρι λογομαχεί καθώς ο Χγιάλμαρ επιστρέφει για να μαζέψει τα υλικά του για να εργσστεί για την εφεύρεση. Εκνευρίζεται από τις λεπτομέρειες για τη μετακόμισή του από το διαμέρισμα. Η Χέντβιγκ χαίρεται που τον βλέπει αλλά ο Χγιάλμαρ της ζητάει να τον αφήσει ήσυχο ενώ σκέφτεται για την επόμενη κίνησή του. Συντετριμμένη η Χέντβιγκ θυμάται την αγριόπαπια και πηγαίνει στη σοφίτα με ένα πιστόλι. Ακούγοντας ένα πυροβολισμό η οικογένεια συμπεραίνει ότι ο Γέρο Εκνταλ κυνηγάει στη σοφίτα, αλλά ο Γκρέγκερς ξέρει ότι έχει πυροβολήσει την αγριόπαπια για τη Χέντβιγκ. Εξηγεί τη θυσία στο Χγιάλμαν, που συγκινείται πολύ. Οταν ο Γέρο Εκνταλ βγαίνει από το δωμάτιό του, η οικογένεια συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να έχει πυροβολήσει στη σοφίτα. Ορμούν και βλέπουν τη Χέντβιγκ στο πάτωμα. Κανείς δεν βλέπει πληγή και ο Ρέλινγκ εξετάζει το κορίτσι. Διαπιστώνει ότι το βλήμα διαπέρασε το στέρνο της και πέθανε ακαριαία. Δεδομένου του καψίματος στο πουκάμισό της καταλήγει ότι αυτοπυροβολήθηκε. Ο Χγιάλμαρ την ικετεύει να ξαναζήσει για να δει πόσο την αγαπάει. Το έργο τελειώνει με το Ρέλινγκ και το Γκρέγκερς να φιλονικούν πάλι. Ο Γκρέγκερς επιμένει ότι η Χέντβιγκ δεν πέθανε μάταια, επειδή η αυτοκτονία της απελευθέρωσε ένα μεγαλείο του Χγιάλμαρ. Ο Ρέλινγκ χλευάζει την παρατήρηση και επιμένει ότι ο Χγιάλμαρ θα είναι αλκοολικός σε ένα χρόνο.

Υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως σε πολλά από τα έργα του Iψεν, οι χαρακτήρες βασίζονται ή ονομάζονται από τα μέλη της οικογένειάς του σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Ο χαρακτήρας του Γέρο Εκνταλ θεωρείται από τους περισσότερους μελετητές του Iψεν ως ένα από τα πιο σημαντικά λογοτεχνικά πορτρέτα του πατέρα του, Κνουντ Ίψεν.[3]. Ο Ίψεν είχε προηγουμένως απεικονίσει τον πατέρα του ως "Γιον Γκυντ" και "Ντάνιελ Χέιρε", όπου η κρίση του γιου για τη σπατάλη του πατέρα του ήταν τόσο σκληρή όσο και και πικρή. Ωστόσο στο χαρακτήρα του Γέρο Εκνταλ ο ποιητής κοιτάζει τον πατέρα του, «τον καημένο Κουντ Ίψεν, με συγκαταβατικό και συμπονετικό τρόπο». [4]

Σύμφωνα με το μελετητή του Ίψεν Γιον Νίγκαρντ ο χαρακτήρας του Γκρέγκερς Βέρλε αντιπροσωπεύει το πνεύμα της οικογένειας Πάους και του Ανω Τέλεμαρκ, ένα ευρύτερο θέμα που βρίσκεται σε πολλά από τα έργα του. Ο Νίγκαρντ επισημαίνει ότι το Χεϊνταλσβέρκετ, όπου ο Ω Βέρλε έζησε για χρόνια, είναι μια προφανής αναφορά στο Ανω Τέλεμαρκ και ειδικά στο Χέινταλσμο (ο πρόγονος του Ίψεν Πάουλ Πάους είχε την Ξύλινη Εκκλησία του Χέινταλσμο). .[5]

Ο χαρακτήρας της Χέντβιγκ πήρε το όνομά του από την οικογένεια Πάους, όπου το όνομα αυτό είχε μεταδοθεί για γενιές, και πιο συγκεκριμένα από τη γιαγιά του Ίψεν, Hed (e) vig Paus και την αδελφή του, Χέντβιγκ Ίψεν.

Το πρότυπο του Ίψεν για τη Χέντβιγκ, ειδικά η εξωτερική της εμφάνιση, ήταν μια 13χρονη Γερμανίδα, που κατοικούσε στην Ιταλία και τη γνώρισε στο Γκόσενσας του Νότιου Τυτόλου το καλοκαίρι του 1884, η Μάρθα Κοπφ (γεννημένη το 1870), κόρη του γλύπτη Γιόζεφ φον Κοπφ, που ζούσε στη Ρώμη. [6] Ο Ίψεν έγραψε σε μια επιστολή προς τον γιο του Σίγκουρντ: "Ο Γερμανός γλύπτης, καθηγητής Κοπφ από τη Ρώμη, έχει μαζί του μια 13χρονη κόρη, που ο είναι το πιο εξαιρετικό πρότυπο για τη Χέντβιγκ που θα μπορούσα να ευχηθώ. Είναι όμορφη, έχει ένα σοβαρό πρόσωπο και προσωπικότητα, και είναι λίγο άπληστη. "[7][8] Υπάρχει μια προτομή της Μάρθας Κόπφ από τον μετέπειτα σύζυγό της Ούγκο Μπέρβαλντ.

Ο Ρόμπερτ Φέργκιουσον σημειώνει ότι η Αγριόπαπια δεν ήταν εύκολη για τον Ίψεν. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής της η Νορβηγία χαρακτηριζόταν από πολιτική αναταραχή και από την εθελοντική εξορία του στη Ρώμη ο Ίψεν ανησυχούσε ότι «η δύναμη ενός οικείου, προσωπικού παιχνιδιού όπως η Αγριόπαπια θα μπορούσε να πνιγεί μέσα στην πολιτική συζήτηση για την εισαγωγή του κοινοβουλευτικού Νορβηγία". Μετά από μια επίσκεψη στη Ρώμη την άνοιξη του 1884 ενός νεαρού συγγενή του, του (αργότερα Κόμη) Κρίστοφερ Πάους, από τον οποίο ήθελε να ακούσει νέα σχετικά με την οικογένειά του στο Σίεν, ο Iψεν δήλωσε ότι "γράφει με πλήρη δύναμη." [9] Το καλοκαίρι του 1884 ολοκλήρωσε το έργο στο Γκόσενσας.

Ανάλυση και κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οδηγημένος από μια ένθερμη τάση ιδεαλισμού, ο Γκρέγκερς προσπαθεί να αποκαλύψει στο Χγιάλμαρ την αλήθεια και έτσι να τον απαλλάξει από το ψεύδος που τον περιβάλλει. Για το σκοπό αυτό ο Γκρέγκερς πάει να μείνει στο σπίτι των Εκνταλ.

Παρεμβαίνει στις υποθέσεις μιας παράξενης οικογένειας, παράγοντας καταστροφικά αποτελέσματα. Μιλώντας μεταφορικά, ζει σε ένα σπίτι του οποίου οι ντουλάπες είναι γεμάτες σκελετούς. Κατά τη διάρκεια της παράστασης πολλά μυστικά που κρύβονται πίσω από το φαινομενικά χαρούμενο σπίτι των Εκνταλ αποκαλύπτονται στον Γκρέγκερς, που επιμένει να επιδιώξει την απόλυτη αλήθεια, ή την «Κλήση του Ιδανικού». Αυτή η οικογένεια έχει επιτύχει ένα ανεκτό modus vivendi αγνοώντας τους σκελετούς (μεταξύ των μυστικών: ο πατέρας του Γκρέγκερς μπορεί να είχε αφήσει έγκυο την υπηρέτριά του Γκίνα και στη συνέχεια την πάντρεψε με το Χγιάλμαρ για να νομιμοποιήσει το παιδί και ο πατέρας του Χγιάλμαρ έχει κατηγορηθεί και φυλακιστεί για ένα έγκλημα που διέπραξε ο πρεσβύτερος Βέρλε) και επιτρέποντας σε κάθε μέλος της να ζει σε έναν δικό του ονειρικό κόσμο - ο άβουλος πατέρας που πιστεύει ότι είναι ένας μεγάλος εφευρέτης, ο παππούς που ζει στο παρελθόν όταν ήταν μεγάλος αθλητής και η μικρή Χέντβιγκ, το παιδί, που επικεντρώνει τη συναισθηματική της ζωή σε μια σοφίτα, όπου μια τραυματισμένη αγριόπαπια οδηγεί μια πληγωμένη ύπαρξη σε ένα προσποιητό δάσος.

Στον ιδεαλιστή όλα αυτά φαίνεται ανυπόφορα. Για αυτόν όπως και για τους άλλους θαυμαστές του Iψεν, μπορεί να φαίνεται ότι ολόκληρη η οικογένεια ζει μια ζωή «βασισμένη σε ένα ψέμα» και όλα τα είδη των κακών «μεγαλώνουν στο σκοτάδι».[10] Η θεραπεία είναι προφανώς να αντιμετωπίσουν τα γεγονότα, να μιλήσουν ειλικρινά, να αφήσουν το φως να μπει. Ωστόσο σε αυτό το παιχνίδι η αποκάλυψη της αλήθειας δεν είναι ένα χαρούμενο γεγονός, γιατί ανατρέπει τα θεμέλια της οικογένειας Εκνταλ. Όταν βγαίνουν οι σκελετοί από το ντουλάπι ολόκληρος ο ονειρικός κόσμος καταρρέει. ο αδύναμος σύζυγος πιστεύει ότι είναι καθήκον του να αφήσει τη γυναίκα του, και το κοριτσάκι, αφού προσπάθησε να θυσιάσει την πολύτιμη πάπια της, αυτοπυροβολείται με το ίδιο όπλο (ακούγοντας τα μοιραία λόγια του Χγιάλμαρ: «Θα χάσει τη ζωή της για μένα; "). Από τα περίφημα λόγια του γιατρού Ρέλινγκ που δημιούργησε και διατήρησε τα ψέματα στα οποία βασίζεται η οικογένεια είναι "Στέρησε το μέσο άνθρωπο από το ψέμα της ζωής του και του ληστεύεις την ευτυχία του."

Σε συμβολικό επίπεδο ο Γκρέγκερς και ο Ρέλινγκ φαίνεται να είναι αντίθετοι (η αρετή της αλήθειας ενάντια στο «βασικό ψέμα»). Οι δύο τους μοιάζουν να έρχονται αντιμέτωποι σε πολλές περιπτώσεις και το παιχνίδι τελειώνει με ένα στοίχημα μεταξύ τους για τα ενδεχόμενα και το μέλλον του Χγιάλμαρ. Από αυτή την άποψη ο Ρέλινγκ είναι ένας κυνικός που δεν είναι σε θέση να πιστέψει ότι ο Χγιάλμαρ θα αλλάξει ποτέ, ενώ ο Γκρέγκερς εξακολουθεί να πιστεύει ότι υπάρχει ελπίδα για την τελική του «λύτρωση».

Πριν από την έναρξη του έργο, ο Γκρέγκερς δούλευε σε ένα εργοστάσιο στα βουνά και κατηγορείται από τον Ρέλινγκ (που είναι και εκεί παρών), για "μηχανορραφία" με τους ντόπιους δουλοπάροικους (στην πραγματικότητα αστούς). Έτσι υπάρχει μια κοινωνική κριτική στο έργο, όπου ο Γκρέγκερς προσπαθεί να έρθει σε επαφή με τους απλούς ανθρώπους, ενώ ο πατέρας του συναναστρέφεται πρόσωπα της υψηλής κοινωνίας - ένα περιβάλλον για το οποίο ο φίλος του, Χγιάλμαρ Εκνταλ, είναι ξένος και ο πατέρας του, κατηγορημένος από το γέρο Βέρλε, αγνοείται από τον γιο του. Από κοινωνική και όχι από συμβολική άποψη ο Γκρέγκερς προσπαθεί να ξεριζώσει ένα ανθυγιεινό σύστημα, υποστηρίζοντας ότι «η αλήθεια θα σας απελευθερώσει». Από αυτή την άποψη ο Ρέλινγκ, συνωμοτώντας με το γέρο Βέρλε, είναι υπέρμαχος του ίδιου συστήματος, και αρχικά το αντίθετο του Γκρέγκερς (που, όπως λέει ο Άμλετ, προσπαθεί να αποκαλύψει την αλήθεια).

Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ο Γκρέγκερς αισθανόταν υπεύθυνος για την οικογένεια Εκνταλ και τη δυστυχία της, καθώς αυτή είναι μια προφανής συνέπεια των χειρισμών και των σχεδίων του πατέρα του. Στην αρχή αναφέρει ότι η μητέρα του προφανώς πέθανε από την παραμέληση ή ότι οδηγήθηκε στον αλκοολισμό από τις πράξεις του συζύγου της. Όπως επισημαίνει ο γέρο Βέρλε: "με βλέπεις με τα μάτια της μητέρας σου". Από αυτή την άποψη η οικογένεια Εκνταλ είναι ανήμπορο θύμα, όπως και η Χέντβιγκ.

Ελληνική Έκδοση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Ελληνικές Θεατρικές Παραστάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Gassner, John. Masters of Drama. New York: Dover Publications 1954.
  2. McFarlane, James (1999). "Introduction". In: Ibsen, Henrik, An Enemy of the People; The Wild Duck; Rosmersholm. Oxford World Classics. Oxford, England: Oxford University Press. p. ix. (ISBN 0192839438), (ISBN 9780192839435).
  3. Edda: nordisk tidsskrift for litteraturforskning, Vol. 56, 1956
  4. Oskar Mosfjeld: "Vildanden". In Henrik Ibsen: Norske og utenlandske foredrag under minneuken 1956. Edda: Nordisk tidsskrift for litteraturforskning, vol. 56, p. 139, 1956
  5. Nygaard, Jon (2012). «Henrik Ibsen og Skien: "... af stort est du kommen, og till stort skalst du vorde engang!"». Bøygen 24 (1): 81–95. http://urn.nb.no/URN:NBN:no-nb_digitidsskrift_2018030781098_001. 
  6. Martha Kopf, Henrik Ibsens skrifter
  7. Else Høst (1967): Vildanden av Henrik Ibsen, Aschehoug, p. 271
  8. Henrik Ibsen (27 August 1884): Letter to Sigurd Ibsen, Henrik Ibsens skrifter
  9. Ferguson, Robert (2006): Henrik Ibsen: mellom evne og higen, Cappelen, (ISBN 978-82-02-23875-9), p. 312
  10. Krutch, Joseph Wood. "Modernism" in Modern Drama: A Definition and an Estimate. Ithaca: Cornell University Press, 1953. Page 15.