Ηλεκτρύωνας
![]() |
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ηλεκτρύωνας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ἠλεκτρύων (Ελληνικά) |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Ευρυδίκη Αναξώ |
Σύντροφος | Μιδέα |
Τέκνα | Αλκμήνη[1] Αρχέλαος Χειρίμαχος Κελαινεύς Στρατοβάτης Αμφίμαχος Λικύμνιος Γοργοφόνος Φυλόνομος Λυσίνομος Ανάκτωρ |
Γονείς | Περσέας[2] και Ανδρομέδα |
Αδέλφια | Μήστωρ Πέρσης Αλκαίος Σθένελος του Περσέως Γοργοφόνη Ερύθρας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | βασιλιάς των Μυκηνών |
Στην ελληνική μυθολογία ο Ηλεκτρύωνας (Ηλεκτρύων) ήταν γιος του ήρωα Περσέα και της Ανδρομέδας. Υπήρξε πατέρας της Αλκμήνης και συνεπώς παππούς του μέγιστου των ηρώων της ελληνικής μυθολογίας, του Ηρακλή. Επίσης, αδέλφια του ήταν οι Αλκαίος, Σθένελος και Μήστορας.
Ο Ηλεκτρύωνας είχε για σύζυγό του την Ευρυδίκη ή Λυσιδίκη (αμφότερες ήταν κόρες του Πέλοπα) και απέκτησαν μαζί, εκτός από την Αλκμήνη, τους Αμφίμαχο, Αρχέλαο, Γοργόφονο, Κελαινέα, Λυσίνομο, Φιλόνομο και Χειρίμαχο. Ο Ηλεκτρύωνας είχε και ένα εξώγαμο τέκνο, τον Λικύμνιο, με μια γυναίκα από τη Φρυγία, τη Μιδέα. Μία άλλη εκδοχή ωστόσο, αναφέρει ότι σύζυγος του Ηλεκτρύωνα ήταν η Αναξώ, κόρη του Αλκαίου, δηλαδή η ανιψιά του.
Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο (Β 4,6) ο Ηλεκτρύων, ως βασιλιάς των Μυκηνών, ήρθε σε προστριβές με τους γιους του Πτερελάου, που του έκλεψαν αγελάδες. Στους άρπαγες αντιστάθηκαν οι γιοί του Ηλεκτρύωνα, οι οποίοι όμως σκοτώθηκαν στη συμπλοκή που ακολούθησε, όλοι εκτός από τον Λικύμνιο. Τότε ο τραγικός πατέρας εξεστράτευσε κατά των Τηλεβοών. Φεύγοντας, πάντρεψε τη μοναχοκόρη του με τον Αμφιτρύωνα. Αλλά όταν ο Ηλεκτρύωνας επέστρεψε κάποτε από την εκστρατεία με τις αγελάδες, ο Αμφιτρύωνας τον σκότωσε κατά λάθος ρίχνοντάς του το βαρύ του ρόπαλο. Τότε ο Σθένελος ανέλαβε τον θρόνο των Μυκηνών και εξόρισε τον Αμφιτρύωνα.
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Πηγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Sir William Smith (1876). «Dictionary of Greek and Roman biography and mythology» (στα Αγγλικά). Boston, C.C. Little and J. Brown; [etc., etc.] σελ. 8. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2009.
|