Μετάβαση στο περιεχόμενο

Δατούρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δατούρα
Datura wrightii
Datura wrightii
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Υφομοταξία: Αστερίδες (Asteridae)
Τάξη: Στρυχνώδη (Solanales)
Οικογένεια: Στρυχνοειδή (Solanaceae)
Γένος: Δατούρα (Datura)

Η Δατούρα είναι γένος που περιλαμβάνει εννέα είδη τοξικών ανθοφόρων φυτών. Ανήκει στην οικογένεια Στρυχνοειδή (Solanaceae).[1] Συναντάται με την κοινή ονομασία Διαβολόχορτο. Τα είδη του γένους δατούρα είναι ιθαγενή σε άνυδρες, εύκρατες και υποτροπικές περιοχές της Βορείου Αμερικής, πέριξ του Μεξικού.

Όλα τα είδη του γένους δατούρα είναι δηλητηριώδη και δυνητικά ψυχοτρόπα. Ειδικότερα, οι σπόροι και τα άνθη τους μπορούν να προκαλέσουν υποαερισμό, καρδιακή αρρυθμία, πυρετό, ντελίριο, παραισθήσεις, ψύχωση και μπορούν να οδηγήσουν στον θάνατο σε περίπτωση κατάποσης. Χάρη στις ιδιότητες τους έχουν χρησιμοποιηθεί ιστορικά, από διάφορους πολιτισμούς, ως δηλητήριο και παραισθησιογόνο. Παραδοσιακά, η χρήση του φυτού έχει συνδεθεί στον δυτικό πολιτισμό με την μαγεία και το κυνήγι μαγισσών.[2][3] Συγκεκριμένα είδη έχουν χρησιμοποιηθεί τελετουργικά, ως ενθεογόνα από ορισμένες ομάδες ιθαγενών.[4] Επίσης ορισμένα είδη έχουν φαρμακευτικές ιδιότητες.

Το όνομα δατούρα προέρχεται από τη σανσκριτική λέξη धतूरा (dhatūra) που σημαίνει αγκαθωτό μήλο.[5]

Τα είδη του γένους δατούρα είναι ποώδη μονοετή (με ορισμένα είδη να ζουν δύο με τρία έτη) φυτά που μπορούν να φτάσουν σε ύψος τα δύο μέτρα. Τα φύλλα τους είναι βελοειδή, με μήκος 10–20 cm και πλάτος 5–18 cm. Η φυλλοταξία είναι δίστοιχη και η άκρη των φύλλων είναι αγκαθωτή. Τα άνθη τους είναι τρομπετοειδή, μήκους 5–20 cm και πλάτους 4–12 cm στο στόμιο τους. Το χρώμα τους ποικίλλει από λευκό σε κίτρινο, ροζ και ανοιχτό μωβ. Ο καρπός τους είναι μια αγκαθωτή κάψα, μήκους 4–10 cm και πλάτους 2–6 cm. Όταν ωριμάσει σχίζεται και απελευθερώνει τους πολυάριθμους σπόρους του φυτού.

Εικόνα Διωνυμική ονομασία Κατανομή
Datura arenicola Gentry ex Bye & Luna Μπάχα Καλιφόρνια Σουρ, Μεξικό.
D. ceratocaula Jacq. Μεξικό.
D. discolor Bernh. (syn. D. kymatocarpa, D. reburra) Έρημος Σονόρα
D. ferox L. Νοτιοανατολική Κίνα
D. innoxia Mill. Νοτιοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες, Κεντρική και Νότια Αμερική (παγκόσμια κατανομή ως ζιζάνιο)
D. leichhardtii F.Muell. ex Benth. (syn. D. pruinosa) Μεξικό και Γουατεμάλα
D. metel L. Ασία, Αφρική
D. quercifolia Kunth Μεξικό και Νοτιοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες
D. stramonium L. (syn. D. inermis, D. bernhardii) Κεντρική Αμερική ((παγκόσμια κατανομή ως ζιζάνιο)
D. wrightii Regel Νοτιοδυτική Βόρεια Αμερική.
Καρπός
D. inoxia με ώριμο, σχισμένο καρπό

Τα είδη του φυτού καλλιεργούνται για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες. Η ατροπίνη και η σκοπολαμίνη (δύο ουσίες οι οποίες βρίσκονται σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις στο φυτό) είναι μουσκαρινικοί ανταγωνιστές οι οποίοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία της νόσου του Πάρκινσον και των ασθενειών κίνησης, επίσης μπορούν να αναστείλλουν τη παρασυμπαθητική διέγερση του ουροποιητικού συστήματος, του αναπνευστικού συστήματος, του γαστρεντερικού σωλήνα, της καρδιάς και των οφθαλμών.[6]

Οι σπόροι του εξάγονται από την αγκαθωτή κάψα και σπείρονται ετησίως. Με την κατάλληλη φροντίδα το φυτό μπορεί να επιβιώσει τον χειμώνα. Φύεται σε γλάστρες ή στο έδαφος. Απαιτεί ζεστή, ηλιόλουστη θέση και καλά στραγγιζόμενο έδαφος. Τα φυτά είναι ευάλωτα σε μύκητες που μολύνουν το ριζικό σύστημα τους, οπότε βιολογικά λιπάσματα που έχουν παραχθεί με αναερόβιες μεθόδους, όπως αναερόβια κομποστοποιημένη οργανική ύλη και κοπριά πρέπει να αποφεύγονται.

Όλα τα φυτά του γένους δατούρα περιέχουν αλκαλοειδή, όπως η σκοπολαμίνη και η ατροπίνη, με τη μεγαλύτερη συγκέντρωσή τους να συναντάται στους σπόρους, τα άνθη και τη ρίζα. Χάρη σε αυτές τις ουσίες έχει χρησιμοποιηθεί εδώ και αιώνες ως δηλητήριο από διάφορους πολιτισμούς.[7] Η τοξικότητα του φυτού εξαρτάται από την ηλικία του, το έδαφος στο οποίο φύεται και τις κλιματικές συνθήκες. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν παρατηρηθεί αρκετά περιστατικά, όπου έφηβοι στις Ηνωμένες Πολιτείες πέθαναν ή νόσησαν σοβαρά ύστερα από κατανάλωση φυτών του γένους δατούρα.[8][9] [10][11][12] Τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στη δηλητηρίαση από ατροπίνη.[13][14]Σε χώρες της Ευρώπης και στην Ινδία, τα φυτά του γένους δατούρα έχουν χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα ως δηλητήριο για φόνο ή αυτοκτονία. Από το 1950 έως το 1965, το Κρατικό Χημικό Εργαστήριο της Ινδίας, στην Άγκρα διαπίστωσε ότι 2.778 θάνατοι προκλήθηκαν από την κατανάλωση του φυτού.[15]

Οι τοξίνες του φυτού μπορούν να καταποθούν ακούσια, με την κατανάλωση μελιού που παράχθηκε από το νέκταρ του φυτού.[16] Σε ορισμένα κράτη η αγορά, χρήση και καλλιέργεια των φυτών του γένους δατούρα είναι παράνομη.[15]

Παρενέργειες της κατάποσης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξαιτίας της αντιχολινεργικής τους δράσης (παρεμπόδιση του νευροδιαβιβαστή ακετυλοχολίνη), η κατάποση των φυτών του γένους δατούρα προκαλούν ντελίριο, πυρετό, ταχυκαρδία, βίαιη συμπεριφορά και έντονη μυδρίαση (διαστολή της κόρης του οφθαλμού) με αποτέλεσμα φωτοφοβία που μπορεί να διαρκέσει για αρκετές ημέρες. Άλλες παρενέργειες που παρατηρούνται λιγότερο συχνά είναι η μυική δυσκαμψία, επίσχεση ούρων, παράλυση, σύγχυση και αμνησία.[17]

Τα φυτά του γένους δατούρα θεωρούνται παραισθησιογόνα. Σύμφωνα με τον Κρίστιαν Ρετς «μια μικρή δόση έχει θεραπευτικές και φαρμακευτικές ιδιότητες, μια μεσαία δόση έχει αφροδισιακές ιδιότητες και μια μεγάλη δόση χρησιμοποιείται για σαμανικούς σκοπούς». Επίσης χρησιμοποιείται στο Αϊτινό βουντού ως υλικό ενός παραισθησιογόνου φίλτρου. Άτομα που έχουν καταναλώσει το συγκεκριμένο φίλτρο αποτελούν τη βάση του μύθου των ζόμπι. Άλλες φυλές που χρησιμοποιούσαν τις παραισθησιογόνες ιδιότητες του φυτού στις τελετές τους ήταν οι ιθαγενείς Ναβάχο [18][19] και οι Αζτέκοι.[20]

Τα άτομα που έχουν καταναλώσει μέρη του φυτού παρουσιάζουν ανήσυχη συμπεριφορά και σύγχυση, οπότε είναι απαραίτητη η διακομιδή τους σε νοσοκομείο. Εκεί πραγματοποιείται πλύση στομάχου και χορήγηση ενεργού άνθρακα, ώστε να μειωθεί η απορρόφηση των τοξινών από το στομάχι. Στη συνέχεια χορηγούνται βενζοδιαζεπίνες για να καταπολεμήσουν το ντελίριο και εάν χρειαστεί, δίνεται επιπλέον οξυγόνο και ορός. Τα συμπτώματα υποχωρούν 24-36 ώρες μετά την κατάποση του φυτού.

Τα φυτά του γένους δατούρα, ιδιαίτερα το στραμώνιο μαζί με άλλα τοξικά φυτά, όπως η μπελαντόνα, το γερούλι και ο μανδραγόρας πιστεύονταν ότι χρησιμοποιούνταν από τις μάγισσες στα φίλτρα τους.[21]

Στην Ινδία, το είδος Datura metel είχε χρησιμοποιηθεί ως δηλητήριο και αφροδισιακό. Από την αρχαιότητα αποτελεί συστατικό της παραδοσιακής ιατρικής Αγιούρ Βέντα. Εμφανίζεται συχνά στις τελετουργικές προσευχές στους θεούς Σίβα και Γκανέσα.

  1. 1959 Avery, Amos Geer, Satina, Sophie and Rietsema, Jacob Blakeslee: the genus Datura, foreword and biographical sketch by Edmund W. Sinnott, pub. New York : Ronald Press Co.
  2. Hansen, Harold A. The Witch's Garden pub. Unity Press 1978 (ISBN 978-0913300473)
  3. Rätsch, Christian, The Encyclopedia of Psychoactive Plants: Ethnopharmacology and Its Applications pub. Park Street Press 2005
  4. Cecilia Garcia; James D. Adams (2005). Healing with medicinal plants of the west - cultural and scientific basis for their use. Abedus Press. (ISBN 0-9763091-0-6).
  5. American Heritage Dictionary: datura
  6. Biaggioni, Italo &al (2011). Primer on the Autonomic Nervous System. Academic Press. σελ. 77. ISBN 978-0123-86525-0. CS1 maint: Uses authors parameter (link)
  7. Adams, J. D. Jr.; Garcia, C. (2005). «Spirit, Mind and Body in Chumash Healing». Evidence-based Complementary and Alternative Medicine 2 (4): 459–463. doi:10.1093/ecam/neh130. PMID 16322802. PMC 1297503. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 October 2007. https://web.archive.org/web/20071012085820/http://ecam.oxfordjournals.org/cgi/content/full/2/4/459. 
  8. Goetz, R.; Siegel, E.; Scaglione, J.; Belson, M.; Patel, M. (2003). «Suspected Moonflower Intoxication – Ohio, 2002». MMWR. Morbidity and Mortality Weekly Report (CDC) 52 (33): 788–791. PMID 12931077. https://www.cdc.gov/mmwr/preview/mmwrhtml/mm5233a2.htm. 
  9. Leinwand, D. (2006-11-01). «Jimson weed users chase high all the way to hospital». USA TODAY. https://www.usatoday.com/news/nation/2006-11-01-jimson_x.htm. Ανακτήθηκε στις 2009-02-15. 
  10. Michalodimitrakis, M.; Koutselinis, A. (1984). «Discussion of "Datura stramonium: A fatal poisoning"». Journal of Forensic Sciences 29 (4): 961–962. PMID 6502123. https://archive.org/details/sim_journal-of-forensic-sciences_1984-10_29_4/page/961. 
  11. Boumba, V. A.; Mitselou, A.; Vougiouklakis, T. (2004). «Fatal poisoning from ingestion of Datura stramonium seeds». Veterinary and Human Toxicology 46 (2): 81–82. PMID 15080209. 
  12. Steenkamp, P. A.; Harding, N. M.; Van Heerden, F. R.; Van Wyk, B.-E. (2004). «Fatal Datura poisoning: Identification of atropine and scopolamine by high performance liquid chromatography / photodiode array / mass spectrometry». Forensic Science International 145 (1): 31–39. doi:10.1016/j.forsciint.2004.03.011. PMID 15374592. 
  13. Taha, S. A.; Mahdi, A. H. (1984). «Datura intoxication in Riyadh». Transactions of the Royal Society of Tropical Medicine and Hygiene 78 (1): 134–135. doi:10.1016/0035-9203(84)90196-2. PMID 6710568. 
  14. Djibo, A.; Bouzou, S. B. (2000). «[Acute intoxication with "sobi-lobi" (Datura). Four cases in Niger]» (στα French). Bulletin de la Société de Pathologie Exotique 93 (4): 294–297. PMID 11204734. 
  15. 15,0 15,1 Andrews, Dale (28 Φεβρουαρίου 2013). «Daturas». Crime Poisons. Washington: SleuthSayers. Ανακτήθηκε στις 4 Μαρτίου 2013. 
  16. Bequaert, J.Q. (1932). «The Nearctic social wasps of the subfamily polybiinae (Hymenoptera; Vespidae)». Entomologica Americana 13 (3): 87–150. 
  17. Freye, E. (2010). «Toxicity of Datura stramonium». Pharmacology and Abuse of Cocaine, Amphetamines, Ecstasy and Related Designer Drugs. Netherlands: Springer. σελίδες 217–218. doi:10.1007/978-90-481-2448-0_34. ISBN 978-90-481-2447-3. 
  18. Gaire, Bhakta Prasad; Subedi, Lalita (2013). «A review on the pharmacological and toxicological aspects of Datura stramonium L». Journal of Integrative Medicine 11 (2): 73–9. doi:10.3736/jintegrmed2013016. PMID 23506688. 
  19. Fuller, Robert C (2000). Stairways to Heaven: Drugs in American Religious HistoryΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Basic Books. σελ. 32. ISBN 0813366127. 
  20. Safford, William (1916). Narcotic Plants and Stimulants of the Ancient Americans. United States: Economic Botanist. σελίδες 405–406. 
  21. Schultes, Richard Evans; Hofmann, Albert (1979). The Botany and Chemistry of Hallucinogens (2nd ed.). Springfield Illinois: Charles C. Thomas. pps. 261-4.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]