Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος (ύπατος το 96 π.Χ.)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος IV (ύπατος το 96 π.Χ.)
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Cnaeus Domitius Ahenobarbus (Λατινικά)
Γέννηση139 π.Χ. (περίπου και πιθανώς)[1]
Αρχαία Ρώμη
Θάνατος89 π.Χ. (περίπου και πιθανώς)[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
ΘρησκείαΘρησκεία στην αρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινικά
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΡωμαίος πολιτικός
Ρωμαίος στρατιωτικός
Οικογένεια
ΤέκναΛεύκιος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙ (ύπατος το 54 π.Χ.)[2][3][4]
Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος V (απεβ. 81 π.Χ.)
ΓονείςΓναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙΙ (ύπατος το 122 π.Χ.)[2][5][6]
ΑδέλφιαΛεύκιος Δομίτιος Αηνόβαρβος I (ύπατος το 94 π.Χ.)[2][3][7]
Δομιτία
ΟικογένειαΔομίτιοι Αηνόβαρβοι
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΚήνσορας
τριβούνος των πληβείων
Ρωμαίος συγκλητικός (άγνωστη τιμή)[8]
Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (96 π.Χ.)[8][2]
Triumvir monetalis (118 π.Χ.)[9]
Triumvir monetalis (116 π.Χ.–115 π.Χ.)[9]

Ο Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος IV, λατιν.: Gnaeus Domitius Ahenobarbus, (απεβ. το 88 π.Χ.) ήταν τριβούνος τού λαού το 104 π.Χ.[10] Ήταν γιος τού Γναίου Δομίτιου Αηνόβαρβου III, και αδελφός του Λεύκιου Δομίτιου Αηνόβαρβου Ι. Ο σύλλογος των αρχιερέων τον εξέλεξε μέγιστο αρχιερέα (pontifex maximus) το 103 (ως διάδοχο τού Λεύκιου Καικίλιου Μέτελλου Δελματικού).[11][12][13]

Εισήγαγε έναν νόμο για την ιεροσύνη (lex Domitia de Sacerdotiis), με τον οποίο οι ιερείς των ανώτερων συλλόγων επρόκειτο να εκλεγούν από το λαό στη Συνέλευση των Φυλών (όπου ψήφιζαν 17 από τις φυλές), αντί να προστίθεντο επιλεκτικά. Ο νόμος καταργήθηκε στη συνέχεια από τον Λ. Κ. Σύλλα.[14]

Τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας του όσο και μετά, άσκησε δίωξη σε αρκετούς από τους ιδιωτικούς εχθρούς του, όπως στον Μάρκο Αιμίλιο Σκαύρο (τον οποίο κατηγόρησε ότι δεν είχε εκλεγεί στο αξίωμα τού ποντίφικα εξαρχής) και τον Μάρκο Ιούνιο Σιλανό.[13][15][16]

Εξελέγη ύπατος το 96 π.Χ. και τιμητής (censor) το 92 π.Χ. με τον Λεύκιο Λικίνιο Κράσσο τον ρήτορα, με τον οποίο είχε συχνά διαφωνίες. Ανέλαβαν, ωστόσο, κοινή δράση για να καταστείλουν τις πρόσφατα ιδρυθείσες λατινικές ρητορικές σχολές, τις οποίες θεωρούσαν ότι έβλαπταν τη δημόσια ηθική.[17][18] Σύμφωνα με τα λόγια τού Κικέρωνα, αυτές θεωρούντο «σχολές αυθάδειας».[19]

Η τιμητεία τους αναφερόταν για καιρό για τις διαφωνίες τους. Ο Δομίτιος ήταν βίαιος και ήταν επιπλέον υπέρ της αρχαίας απλότητας της ζωής, ενώ ο Κράσσος αγαπούσε την πολυτέλεια και ενθάρρυνε την τέχνη. Μεταξύ των πολλών ρήσεων που έχουν καταγραφεί και για τους δύο, λένε ότι ο Κράσσος παρατήρησε, «ότι δεν ήταν περίεργο που ένας άνδρας είχε γενειάδα από μπρούτζο (aheno barbus), στόμα από σίδερο και καρδιά από μολύβι».[20][21][22][23] Ο Κικέρων έγραψε ότι ο Δομίτιος δεν πρέπει να συγκαταλέγεται στους ρήτορες, αλλά ότι μιλούσε αρκετά καλά και είχε αρκετό ταλέντο για να διατηρήσει την υψηλή του θέση.[24]

Ο Γ. Δ. Aηνόβαρβος IV προφανώς απεβίωσε το 88 π.Χ., κατά τη διάρκεια της υπατείας τού Σύλλα, και τον διαδέχθηκε ως αρχιερέας (pontifex) ο Κόιντος Μούκιος Σκαιβόλα.[10]

Είχε δύο γιους: τον

Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος Ι
ύπατος το 192 π.Χ.
ΓΕΝΟΣ ΔΟΜΙΤΙΩΝ ΑΗΝΟΒΑΡΒΩΝ
Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙ
ύπατος το 162 π.Χ.
Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙΙ
ύπατος το 122 π.Χ.
Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙV
ύπατος το 96 π.Χ.
Λεύκιος Δομίτιος Αηνόβαρβος Ι
ύπατος το 94 π.Χ.
Γναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος V
απεβ. 81 π.Χ.
∞ Κορνηλία η Πρεσβύτερη
Λεύκιος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙ
ύπατος το 54 π.Χ.
ΠορκίαΜάρκος Πόρκιος Κάτων
ρήτωρ
2.ΜανλίαΓναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος VI
ύπατος το 32 π.Χ.
1.Αιμιλία Λεπίδα Ι
Μάρκος ΑντώνιοςΟκταβία η ΝεότερηΟκταβιανός Αύγουστος
Αυτοκράτωρ
Λεύκιος Δομίτιος Αηνόβαρβος ΙΙΙ
ήπατος το 16 π.Χ.
Αντωνία η Πρεσβύτερη
Δομιτία η ΠρεσβύτερηΓναίος Δομίτιος Αηνόβαρβος VII
ύπατος το 32
Ιουλία Αγριππίνα
Δομιτία Λεπίδα η ΝεότερηΜάρκος Βαλέριος Μεσσάλα Βαρβάτος (ύπατος το 20)
1.Κλαυδία ΟκταβίαΝέρων Κλ. Γερ.
Αυτοκράτωρ
∞ 2.Ποππαία Σαβίνα
3.Στατιλία ΜεσσαλίναΒαλερία ΜεσσαλίναΚλαύδιος
Αυτοκράτωρ
Κλαυδία Αυγούστα
  1. 1 2 «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1763. Ανακτήθηκε στις 29  Ιουνίου 2021.
  2. 1 2 3 4 «Domitii» (Ρωσικά)
  3. 1 2 «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1763. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  4. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 2264. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  5. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1763. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  6. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1630. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  7. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1816. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  8. 1 2 Thomas Robert Shannon Broughton: «The Magistrates of the Roman Republic» (Αγγλικά) Αμερικανική Φιλολογική Εταιρεία. 1951. ISBN-10 0-89130-812-1.
  9. 1 2 «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1763. Ανακτήθηκε στις 19  Αυγούστου 2024.
  10. 1 2 3 Smith, William (1867), «Gnaeus Domitius Ahenobarbus (4)», στο: Smith, William, επιμ., Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, 1, Boston: Little, Brown and Company, σελ. 84–85, http://www.ancientlibrary.com/smith-bio/0093.html, ανακτήθηκε στις 2022-12-20
  11. Livy, Epit. 67
  12. Cicero, pro Deiot. 11
  13. 1 2 Valerius Maximus, vi. 5. § 5
  14.  
    Μία ή περισσότερες προτάσεις από το προηγούμενο κείμενο ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμα: Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Ahenobarbus» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 1 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σελ. 430
  15. Cassius Dio, Fr. 100
  16. Cicero, Div. in Caecil. 20, Verr. ii.47, Cornel. 2, pro Scaur. 1
  17. Aulus Gellius, xv. 11
  18. Cicero, de Orat. iii. 24
  19. Cicero, de Orat. iii.94
  20. Pliny the Elder, Naturalis Historia xviii. 1
  21. Suetonius, Nero, 2
  22. Valerius Maximus, ix. 1. § 4
  23. Macrobius, Saturnalia ii. 11
  24. Cicero, Brutus 44

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα στο Wikimedia Commons
Αυτό το λήμμα βασίζεται ή περιλαμβάνει κείμενο από λήμμα στo Λεξικό της ελληνικής και ρωμαϊκής βιογραφίας και μυθολογίας του Ουίλλιαμ Σμιθ (1870) που αποτελεί κοινό κτήμα.