Γκούλντεν Νότιας Γερμανίας
Το γκούλντεν Νότιας Γερμανίας, γερμ.: Süddeutsches gulden ήταν το νόμισμα των κρατιδίων της νότιας Γερμανίας μεταξύ 1754 και 1873. Αυτά τα κράτη περιλάμβαναν τη Βαυαρία, τη Μπάντεν, τη Βυρτεμβέργη, τη Φρανκφούρτη και το Χοεντσόλερν. Χωρίστηκε σε 60 κρόιτσερ, το 1 κρόιτσερ σε 4 πφένιχ και το 1 πφένιχ σε 2 χέλερ.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το συγκεκριμένο γκούλντεν βασίστηκε στο γκίλντερ ή φλορίνι που χρησιμοποιήθηκε στη Γερμανία (Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα και την Πρώιμη Σύγχρονη περίοδο. Το γκούλντεν εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως κοινό νόμισμα της Γερμανίας (Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) μετά το αυτοκρατορικό νομισματικό σύστημα (reichsmünzordnung) του 1524 με τη μορφή του γκούλντενγκροσεν (guldengroschen). [1] [2] Στους επόμενους αιώνες το γκούλντεν ορίστηκε στη συνέχεια ως ένα κλάσμα του μεταλλικού αυτοκρατορικού τάλερ (reichsthaler) ή αργυρού νομίσματος.
Από το 1690 το γκούλντεν που χρησιμοποιήθηκε στη Νότια Γερμανία και την Αυστριακή αυτοκρατορία τηρούσε το πρότυπο της Λειψίας, με την αξία του γκούλντεν ίση με το 1/18 τού μάρκου Κολωνίας από καθαρό άργυρο ή 1/2 τού μεταλλικού αυτοκρατορικού τάλερ, ή 12.992 γραμ. ανά γκούλντεν. Ακολουθεί μία ιστορία (σε γραμμάρια αργύρου) των προτύπων του γκούλντεν Νότιας Γερμανίας από το 1690 μέχρι την εισαγωγή του "κανόνα του χρυσού" το 1873. [1] [3] Περιλαμβάνεται επίσης σύγκριση με το ψηλότερης αξίας γκούλντεν Αυστρο-Ουγγαρίας. Η πορεία της αξίας του γκούντεν πριν από το 1618 βρίσκεται υπό το αυτοκρατορικό τάλερ.
Πρότυπο | γκούλντεν Νότιας Γερμανίας | γκούλντεν Αυστρίας |
---|---|---|
1690: ράιχσταλερ =2G | 12.992 | 12.992 |
1741: χρυσό Carolin = 11 G | Χρυσό 0,68 γραμ. | Χρυσό 0,83 γραμ. |
1753: Conventionsthaler =2,4G | 9.744 | 11.693 |
Δεκαετία 1820: κρόνενταλερ =2,7G | 9.524 | 11.693 |
1837: τάλερ Πρωσίας =1,75 G | 9.545 | 11.693 |
1857: τάλερ της ένωσης =1,75G | 9.524 | 11.111 |
Το γκούλντεν απομακρύνθηκε από αυτό το πρότυπο στη δεκαετία του 1730, όταν η αναλογία τιμής χρυσού-αργύρου μειώθηκε από 1:15 σε 1:14,5, ωθώντας πολλά κράτη να επανεκδώσουν το γκούλντεν τους σε φθηνότερο χρυσό. Στη συνέχεια, το γκούλντεν της Νότιας Γερμανίας αποχώρησε από το γκούλντεν Αυστρο-Ουγγαρίας, αφού αποτίμησε το Carolin d'or των 7,51 γραμ. καθαρού χρυσού σε 11 γκούλντεν στη Νότια Γερμανία, έναντι 9 γκούλντεν στην Αυστρία. Κάθε γκούλντεν της Νότιας Γερμανίας άξιζε επομένως 7,51/11 = 0,6827 γραμ. καθαρού χρυσού ή 0,6827x14,5 = 9,9 γραμ. καθαρού αργύρου.
Ως εκ τούτου, τα κράτη της Νότιας Γερμανίας δεν μπορούσαν να συμμορφωθούν με την Αυστριακή σύμβαση για το νόμισμα του 1754, η οποία όριζε το γκούλντεν Αυστρο-Ουγγαρίας σε 1/2 τού συμβατικού τάλερ (conventionsthaler), ή 11,6928 γραμ. καθαρού αργύρου. Αντίθετα, υιοθέτησαν ένα χαμηλότερης αξίας γκούλντεν Νότιας Γερμανίας αξίας 1/24 του ενός μάρκου Κολωνίας από καθαρό άργυρο, ή τα 5/12 ενός συμβατικού τάλερ, ή 9,744 γραμ. αργύρου ανά γκούλντεν. Το νόμισμα εκδίδετο μόνο μέχρι 3 και 6 κρόιτσερ τοπικού νομίσματος (landmünze) δηλ. 0,05 & 0,1 γκούλντεν, με τα μεγαλύτερα Αυστριακά νομίσματα να είναι αποδεκτά με 20% υψηλότερη αξία στη Νότια Γερμανία.
Αυτό το συμβατικό τάλερ, που περιέχει 23,3856 γραμ. καθαρού αργύρου και αποτιμάται σε 2.4 γκούλντεν (ή 9,744 γραμ. ανά γκούλντεν), αχρηστεύθηκε μεταξύ 1807 και 1837 από την κοπή των κρόνενταλερ (kronenthaler), κερμάτων που περιείχαν 25,71 γραμ. καθαρού αργύρου, αλλά εκτιμάτο στα 2,7 γκούλντεν (ή μόνο 9,524 γραμ. ανά γκούλντεν), σε μία ανταγωνιστική υποτίμηση του νομίσματος μεταξύ των διαφόρων κρατιδίων της Νότιας Γερμανίας. Το γαλλικό εσκούδο (écu) των 26,67 γραμ. καθαρού αργύρου έγινε επίσης αποδεκτό στα 2,8 γκούλντεν. [3]
Η παραπάνω κατάσταση επιλύθηκε μόνο με τη Νομισματική Συνθήκη του Μονάχου του 1837, η οποία επαναπροσδιόρισε το γκούλντεν στο 1/24,5 τού μάρκου Κολωνίας ή 9,545 γραμ. αργύρου. Αυτό επέτρεψε μία συναλλαγματική ισοτιμία 1 3⁄4 γκούλντεν σε 1 τάλερ Πρωσίας. Εκτός από το 3 και 6 κρόιτσερ και μικρότερα κομμάτια, εισήχθησαν νέα νομίσματα σε ονομαστικές αξίες 1/2, 1 και 2 γκούλντεν, καθώς και το νόμισμα της ένωσης (vereinsmünze) αξίας 3 1/2 γκούλντεν της Νότιας Γερμανίας ή 2 τάλερ Πρωσίας.
Το 1857 η Νομισματική Συνθήκη της Βιέννης εισήγαγε ένα δεύτερο νόμισμα της ένωσης με τη μορφή του τάλερ της ένωσης (vereinsthaler), με ελάχιστα λιγότερο άργυρο από το τάλερ Πρωσίας, αλλά εξακολουθούσε να αποτιμάται στο 1 3/4 γκούλντεν. Ενώ το νόμισμα των 3 1/2 γκούλντεν Νότιας Γερμανίας επαναπροσδιορίστηκε σε 2 τάλερ της ένωσης, δεν έγιναν αλλαγές στις άλλες ονομαστικές αξίες.
Μετά την Ενοποίηση της Γερμανίας το 1871, η νεοσύστατη Γερμανική Αυτοκρατορία υιοθέτησε το Γερμανικό χρυσό μάρκο (goldmark) το 1873, καθώς άρχισε να τυποποιείται σε ένα ενιαίο νόμισμα εντός των συνόρων της και επέλεξε να δεκαδικοποιήσει τις υποδιαιρέσεις. Ένα μάρκο, (γραμμένο ως 1 ℳ), υποδιαιρέθηκε σε εκατό πφένιχ (γραμμένο ως 100 ₰, d καλλιγραφικό), με το μάρκο να έχει μια ισοτιμία ίση με 35 κρόιτσερ, ή 7⁄12 γκούλντεν, καθώς το γκούλντεν Νότιας Γερμανίας άρχισε να αποσύρεται τα επόμενα τρία χρόνια.
Από την 1η Ιανουαρίου 1876 το γκούλντεν και το κρόιτσερ, μαζί με όλες τις άλλες μορφές νομίσματος που υπήρχαν προηγουμένως στη σημερινή Γερμανική Αυτοκρατορία, καταργήθηκαν.
Το χρυσό μάρκο με τις δεκαδικές υποδιαιρέσεις του έγινε το μόνο νόμιμο χρήμα μέχρι τις 4 Αυγούστου 1914, όταν η σύνδεση μεταξύ του μάρκου και του χρυσού εγκαταλείφθηκε με το ξεκίνημα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και αντικαταστάθηκε από το χάρτινο μάρκο (papiermark).
Bιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 MAIN reference p 360-393: German monetary system https://books.google.com/books?id=GrJCAAAAIAAJ&pg=PA360#v=onepage&q&f=false
- ↑ MAIN p 364: Imperial Mint Ordinance of 1524 defines a silver piece = 1 Rhenish gold gulden. On p 363: the silver equivalent of the guld gulden... received the name gulden groschen.
- ↑ 3,0 3,1 MAIN p386 standards: #3 Leipzig 1690, #5 Convention 1753, #7 Kronenthaler 1820, #7 Prussian 1837, p372 carolus or 3 gulden 1741, p382 Vereinsthaler 1857.