Βυζαντινός στρατός (της εποχής των Κομνηνών)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Ρωμαϊκός στρατός της εποχής των Κομνηνών ήταν η στρατιωτική δύναμη που ίδρυσε ο αλέξιος Α΄ Κομνηνός κατά το τέλος του 11ου/αρχές 12ου αι. και τελειοποιήθηκε από τους διαδόχους του Ιωάννη Β΄ και Μανουήλ Α΄ κατά τον 12ο αι. Λόγω ανάγκης, έπειτα από εκτεταμένη εδαφική απώλεια μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ και μία σχεδόν καταστροφική ήττα από τους Νορμανδούς της Νότιας Ιταλίας στο Δυρράχιο το 1081, ο Αλέξιος Α΄ κατασκεύασε έναν νέο στρατό από κάτω προς τα επάνω.

Αυτός ο νέος στρατός ήταν διαφορετικός από τις προηγούμενες μορφές του Ρωμαϊκού στρατού, ειδικά στις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για την πρόσληψη και τη συντήρηση των στρατιωτών. Ο στρατός χαρακτηρίστηκε από αυξημένη εξάρτηση από τις στρατιωτικές δυνατότητες του πλησίον στον Αυτοκράτορα προσωπικού, των συγγενών του στη δυναστεία και της επαρχιακής Ρωμαϊκής αριστοκρατίας. Άλλο διακριτικό στοιχείο του νέου στρατού ήταν η επέκταση της απασχόλησης ξένων ως μισθοφόρων και η οργάνωσή τους σε πιο μόνιμες μονάδες. Ωστόσο διατηρήθηκε από την προηγούμενη εποχή ο εξοπλισμός, η οργάνωση των μονάδων, η τακτική και η στρατηγική. Ο στρατός των Κομνηνών ήταν επιδέξιος στη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας και σταθερότητας, η οποία επέτρεψε την Κομνήνεια αποκατάσταση στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο στρατός χρησιμοποιήθηκε στα Βαλκάνια, την Ιταλία, την Ουγγαρία, τη Ρωσία, αλλά και στη Μ. Ασία, τη Συρία, τους Αγίους Τόπους και την Αίγυπτο.

Ο Ιωάννης Β΄ Κομνηνός ήταν ο πιο επιτυχημένος διοικητής του Ρωμαϊκού στρατού της δυναστείας του.

Εισαγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μέγεθος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υποστήριξη του στρατού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φόροι και πληρωμές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Πρόνοιες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

H χορήγηση της Πρόνοιας (από τη φράση εις πρόνοιαν, στη διοίκηση) ξεκίνησε από τη βασιλεία του Αλεξίου Α΄ και έγινε ένα αξιοσημείωτο στοιχείο στη στρατιωτική δομή προς το τέλος της περιόδου των Κομνηνών, αν και έγινε ακόμη πιο σημαντική μετέπειτα. Η πρόνοια ήταν η παραχώρηση του δικαιώματος λήψης εσόδων από μία περιοχή και δινόταν ως αντάλλαγμα στρατιωτικών υπηρεσιών. Οι κάτοχοί της, ιθαγενείς ή ξένοι, ζούσαν στην περιοχή και συνέλεγαν τις προσόδους· έτσι εξαλειφόταν το κόστος μίας άχρηστης γραφειοκρατίας. Η Πρόνοια εξασφάλιζε ένα έσοδο για τον στρατιωτικό είτε αυτός ήταν σε ενεργή εκστρατεία, είτε ήταν σε καθήκον φύλαξης. Ο προνοιάριος είχε ακόμη το άμεσο ενδιαφέρον να κρατήσει το "φεουδό" του παραγωγικό και να το υπερασπιστεί, αν χρειαζόταν. Οι εντόπιοι που δούλευαν τη γη του πρόσφεραν επίσης εργασίες υπηρεσίας, κάνοντας το σύστημα ημι-φεουδαρχικό, αν και η πρόνοια δεν ήταν αυστηρά κληρονομική. Είναι πολύ πιθανό ότι, όπως οι γαιοκτήμονες, οι προνοιάριοι είχαν ένοπλους ακολούθους και πως η στρατιωτική υπηρεσία που αυτοί παρείχαν, δεν περιοριζόταν μόνο στον ίδιο τον προνοιάριο. Αν και ο Μανουήλ Α΄ επέκτεινε τους όρους των προνοιών με τις οποίες άμειβε τους στρατιωτικούς, η πληρωμή με μετρητά παρέμεινε ο κανόνας.

Η δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διοικητική ιεραρχία και σύνθεση μονάδων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μονάδες φύλαξης και το Αυτοκρατορικό Παλάτι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιθαγενή συντάγματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξένα συντάγματα και σύμμαχα τμήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξοπλισμός: όπλα και θωράκιση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπλα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ασπίδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θώρακες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κράνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η θωράκιση του αλόγου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βλητικές μηχανές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λιθοβόλος μηχανή με αντίβαρο.

Ο στρατός των Κομνηνών είχε ένα τρομερό τμήμα βλητικών μηχανών, που το φοβόταν ιδιαίτερα οι εχθροί του. Τα λιθοβόλα και με τόξο μηχανήματα χρησιμοποιήθηκαν τόσο για την επίθεση εχθρικών φρουρίων και οχυρών πόλεων, όσο και για την άμυνα των Ρωμαϊκών αντιστοίχων τους. Στα συγγράμματα της εποχής, οι πιο αξιόλογες μηχανές ήταν οι λιθοβόλες (trebuchet) και των δύο τύπων, δηλ. αυτές με ανθρώπινη δύναμη και αυτές -πιο ισχυρές και ακριβείς- με αντίβαρο. Η ανάπτυξη των λιθοβόλων, από τα οποία τα πιο ισχυρά μπορούσαν να συντρίψουν αμυντικούς τοίχους της εποχής, αποδίδεται στους Ρωμαίους της εποχής από μερικούς Δυτικούς συγγραφείς. Επιπρόσθετα οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν μεγάλου βεληνεκούς μηχανήματα με τόξο για να πλήξουν άτομα, όπως η βαλλίστρα, που ήταν συνήθως τοποθετημένη σε κινητή βάση, και το με στρίψιμο τόξο (espingal): ήταν μία μηχανή συστροφής, που χρησιμοποιούσε μεταξωτά νήματα ή τένοντες για να κάμψει τα δύο άκρα ενός τόξου. Οι πυροβολητές του Ρωμαϊκού στρατού είχαν υψηλό κύρος και περιγραφόταν ως "εκλαμπρότατοι (illustrius)". O Αυτοκράτορας Ιωάννης Β΄ και οι στρατηγοί Στέφανος και Ανδρόνικος Κοντοστέφανος, ανώτεροι διοικητές με τον τίτλο του μεγάλου δουκός, χειριζόταν προσωπικά πολιορκητικές μηχανές, όπως καταγράφουν οι πηγές.

Τύποι μονάδων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πεζικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βαράγγοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιθανεγές ελαφρύ πεζικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πελταστές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελαφρύ πεζικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιππικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βαρύ ιππικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λατίνοι ιππότες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατάφρακτοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κούρσορες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελαφρύ ιππικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μετέπειτα εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χρονολόγιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]