Βυζαντινο-Γενουατικός Πόλεμος (1348-1349)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

 

Ο Βυζαντινο-Γενουατικός πόλεμος του 1348-49 έγινε για τον έλεγχο των τελωνειακών δασμών του Βοσπόρου. Οι Ρωμαίοι προσπάθησαν να σπάσουν την εξάρτησή τους για τρόφιμα και ναυτιλιακό εμπόριο από τους Γενουάτες εμπόρους του Γαλατά, και επίσης να ανοικοδομήσουν τη δική τους ναυτική δύναμη. Το νεόκτιστο ναυτικό τους όμως καταλήφθηκε από τους Γενουάτες και συνήφθη ειρηνευτική συμφωνία.

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και οι γείτονές της το 1355.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Γενουάτες κρατούσαν την αποικία του Γαλατά, προάστιο της Κωνσταντινούπολης πέρα από τον Κεράτιο κόλπο, ως μέρος της συνθήκης του Νυμφαίου του 1261. Αυτή η συμφωνία καθιέρωνε εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο δυνάμεων και παραχώρησε στη Γένουα εκτεταμένα προνόμια εντός της Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος είσπραξης τελωνειακών δασμών στον Γαλατά. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εξακολουθούσε να ταράσσεται από τον εμφύλιο πόλεμο του 1341–47 και αυτές οι παραχωρήσεις καθιστούσαν δύσκολη την ανάκαμψη. Η Κωνσταντινούπολη εισέπραττε μόνο το 13 % όλων των τελωνειακών δασμών από τα πλοία που περνούσαν από τον Βόσπορο, μόνο 30.000 υπέρπυρα τον χρόνο, με τα υπόλοιπα να πηγαίνουν στη Γένοβα. [1]

Ωστόσο η Αυτοκρατορία δεν ήταν σε θέση να αμφισβητήσει τους Γενουάτες στη θάλασσα. Το Ρωμαϊκό ναυτικό, μία αξιοσημείωτη δύναμη στο Αιγαίο κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου, είχε καταστραφεί ολοσχερώς κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Η Θράκη, η κύρια αυτοκρατορική κατοχή εκτός από το δεσποτάτο του Μορέα, εξακολουθούσε να ανακάμπτει μετά την καταστροφή των ληστών Τούρκων μισθοφόρων κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Το ρωμαϊκό εμπόριο καταστράφηκε και υπήρχαν λίγα οικονομικά αποθέματα για την Αυτοκρατορία, εκτός από τους δασμούς και τα τέλη από τον Βόσπορο. [2]

Η σύγκρουση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της Ρωμαϊκής Κωνσταντινούπολης, με τον Γαλατά στη βόρεια πλευρά του Κεράτιου κόλπου.

Προκειμένου να ανακτήσει τον έλεγχο των τελωνειακών δασμών, ο Αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός έκανε προετοιμασίες για να μειώσει τα τέλη και τους δασμούς της Κωνσταντινούπολης για να ανταγωνιστεί τους Γενουάτες του Γαλατά. Αντιμέτωπος με ένα άδειο θησαυροφυλάκιο μετά τον εμφύλιο πόλεμο του 1341–1347, ο Αυτοκράτορας αναγκάστηκε να συγκεντρώσει 50.000 υπέρπυρα από ιδιωτικά δάνεια, για να δημιουργήσει γρήγορα έναν στόλο εν αναμονή της επερχόμενης σύγκρουσης. Όταν τα τέλη και οι δασμοί μειώθηκαν τελικά, τα εμπορικά πλοία που περνούσαν από το στενό του Βοσπόρου παρέκαμπταν τον Γαλατά των Γενουατών και έδεναν στον Κεράτιο κόλπο, το λιμάνι της Ρωμαϊκής Κωνσταντινούπολης.

Αντιλαμβανόμενοι οι Γενουάτες τον κίνδυνο, άρχισαν να οχυρώνουν τον Γαλατά, παραβιάζοντας τη συνθήκη τους με τη Ρωμανία. [3] Τελικά κήρυξαν τον πόλεμο τον Αύγουστο του 1348 και ένας στολίσκος πλοίων τους πέρασε στον Κεράτιο και επιτέθηκε στον Ρωμαϊκό στόλο. [4] Παρά τη μεγάλη προετοιμασία τους, ο Ρωμαϊκός στόλος καταστράφηκε στις αρχές του 1349. [5] Οι Ρωμαίοι αντεπιτέθηκαν καίγοντας αποβάθρες και αποθήκες κατά μήκος της ακτής· έρριψαν με καταπέλτες πέτρες και έκαιγαν σανό στον Γαλατά, πυρπολώντας μεγάλα τμήματα της πόλης. Μετά από αρκετές εβδομάδες μάχης, πληρεξούσιοι από τη Γένοβα ήρθαν και διαπραγματεύθηκαν μία ειρηνευτική συμφωνία. Οι Γενουάτες συμφώνησαν να καταβάλουν αποζημίωση πολέμου 100.000 υπερπύρων και εκκένωσαν τη γη πίσω από τον Γαλατά, στην οποία είχαν επεκταθεί παράνομα. Τέλος, υποσχέθηκαν ότι δεν θα επιτεθούν ποτέ στην Κωνσταντινούπολη. Σε αντάλλαγμα οι Ρωμαίοι δεν παρέδωσαν τίποτε, αλλά τα Γενουατικά τέλη παρέμειναν σε ισχύ. [4]

Συνέπεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αποτυχία των Ρωμαίων να εκδιώξουν τους Γενουάτες από τον Γαλατά σήμαινε, ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποκαταστήσουν τη θαλάσσια δύναμή τους και από τότε θα εξαρτιόταν είτε από τη Γένοβα είτε από τη Βενετία για ναυτική βοήθεια. Από το 1350 οι Ρωμαίοι συμμάχησαν με τη Δημοκρατία της Βενετίας, η οποία ήταν επίσης σε πόλεμο με τη Γένοβα. Ωστόσο, καθώς ο Γαλατάς παρέμενε προκλητικός, οι Ρωμαίοι αναγκάστηκαν να διευθετήσουν τη σύγκρουση με συμβιβαστική ειρήνη τον Μάιο του 1352.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ostrogorsky, p.526-8.
  2. Ostrogorsky, p.526
  3. Nicol, p.96
  4. 4,0 4,1 Norwich, p.346
  5. Ostrogorsky, p.528

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Nicol, Donald M. (1996). The Reluctant Emperor: A Biography of John Cantacuzene, Byzantine Emperor and Monk, c. 1295–1383. Cambridge, England: Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-52201-4.
  • Norwich, John. A Short History of Byzantium, Alfred A. Knopf Press, New York, (1997)
  • Ostrogorsky, George. History of the Byzantine State, Rutgers University Press, (1969)

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Duval, Ben (2019), Midway Through the Plunge: John Cantacuzenus and the Fall of Byzantium, Byzantine Emporia, LLC