Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βασίλειος Ραποτίκας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βασίλης Ραποτίκας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1888
Γράμος Καστοριάς
Θάνατος1943
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταεπαναστάτης

Ο Βασίλειος Ραποτίκας (1888 - 1943 ή 1944, αναφέρεται και ως Ραμπότικας[1][2] ή Ραμπουντίκας[3]) ήταν Έλληνας δοσίλογος, ο οποίος έμεινε γνωστός για τη δράση του την περίοδο της Κατοχής ως ηγετικό στέλεχος της αποσχιστικής Ρωμαϊκής Λεγεώνας.

Ο Ραποτίκας[4][5] γεννήθηκε το 1888 στον Γράμμο, που τότε ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, και ήταν Αρβανιτόβλαχος[5], ενώ σύμφωνα με μια εκδοχή ενδέχεται να καταγόταν από περιοχή της σημερινής Αλβανίας.[4] Αναφέρεται πως σε νεαρή ηλικία συμμετείχε στον Μακεδονικό Αγώνα.[5] Αργότερα έδρασε επί σειρά ετών ως ληστοκτηνοτρόφος και ληστοτρόφος, όντας εγκαταστημένος από τα πρώτα χρόνια του Μεσοπολέμου στην περιοχή της Λάρισας. Παράλληλα, μέσω των δραστηριοτήτων του είχε αποκτήσει αρκετές διασυνδέσεις στη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη δυτική Μακεδονία[4][5], ωστόσο αργότερα υπέστη οικονομική καταστροφή[4][5].

Με την έναρξη της Κατοχής, ο Ραποτίκας εντάχθηκε στη Ρωμαϊκή Λεγεώνα των Διαμάντη και Ματούση[4][5]. Ανέλαβε την αρχηγία της πρώτης ένοπλης ομάδας της οργάνωσης[1], ξεκινώντας τη δράση του ήδη από το καλοκαίρι του 1941 σε κοινές επιχειρήσεις με ιταλικές δυνάμεις[6]. Το τμήμα του, το οποίο αποτέλεσε - μαζί με εκείνο του Γ. Μητσιμπούν(ι)α - ένα από τα δύο κυριότερα ένοπλα σώματα της δοσιλογικής οργάνωσης, χαρακτηρίζεται από άποψη στελέχωσης και πειθαρχίας ως χαμηλής ποιότητας, αλλά και ιδιαιτέρως βίαιο[2][7][8]. Παράλληλα, ο Ραποτίκας συμμετείχε και σε διάφορες προπαγανδιστικές δράσεις της οργάνωσης[9]. Το 1942, δυνάμεις του ΕΛΑΣ πραγματοποίησαν αποτυχημένη ενέδρα εναντίον του στην οποία σκοτώθηκε ένας από τους άνδρες του[10]. Ενδιάμεσα, φαίνεται να απέρριψε προτάσεις περί αποχώρησης από τη Λεγεώνα και ένταξής του στον ΕΛΑΣ[11].

Εντέλει ο Ραποτίκας αιχμαλωτίστηκε από τον ΕΛΑΣ, διαπομπεύτηκε και ακολούθως εκτελέστηκε[4][11][12] ή λιντσαρίστηκε[3][13] από το πλήθος. Ο θάνατός του εντοπίζεται χρονικά λίγες ημέρες μετά την ιταλική συνθηκολόγηση ή - σύμφωνα με άλλη εκδοχή[4] - κατά την περίοδο της Απελευθέρωσης.

  1. 1,0 1,1 Καλογρηάς, Βάιος (2012). Το αντίπαλο δέος. Οι εθνικιστικές οργανώσεις αντίστασης στην κατεχόμενη Μακεδονία. 1941-1944. Θεσσαλονίκη: University Studio Press. σελ. 102. 
  2. 2,0 2,1 Ηλιάδου-Τάχου, Σοφία (2017). Τα χρώματα της βίας στη Δυτική Μακεδονία 1941-1944. Κατοχή - Αντίσταση - Εθνοτικές και εμφύλιες συγκρούσεις. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο. σελ. 253. 
  3. 3,0 3,1 Φλάισερ, Χάγκεν. Στέμμα και σβάστικα. Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης 1941-1944. 1. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. σελ. 367. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 Κολιόπουλος, Ιωάννης Σ. (1996) [1994]. Λεηλασία Φρονημάτων: Το Μακεδονικό ζήτημα στην Κατεχόμενη Δυτική Μακεδονία (1941-1944). Α΄. Θεσσαλονίκη: Βάνιας. σελ. 50. 
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 Παπαγιάννης, Σταύρος Αστερίου (2004). Τα παιδιά της λύκαινας. Οι «επίγονοι» της 5ης Ρωμαϊκής Λεγεώνας κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1944). Σόκολης. σελ. 206-208. 
  6. Παπαγιάννης (2004). σελ. 616.
  7. Καλογρηάς (2012). σελ. 102-103.
  8. Παπαγιάννης (2004). σελ. 207-208.
  9. Παπαγιάννης (2004). σελ. 207.
  10. Παπαδόπουλου, Κώστα Δ. (2020). Κόκκινη και μαύρη βία στην κατοχική Μαγνησία 1943-1944. Αθήναι: Ίνδικτος. σελ. 89-90. 
  11. 11,0 11,1 Παπαγιάννης (2004). σελ. 208.
  12. Καλογρηάς (2012). σελ. 107.
  13. Παπαδόπουλου (2020). σελ. 378.