Αρχαιόγναθα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αρχαιόγναθα (Archaeognatha, Microcoryphia)
Χρονικό πλαίσιο απολιθωμάτων:
400–0Ma
Δεβόνια περίοδος - Σήμερα
άγνωστο είδος Αρχαιόγναθων
άγνωστο είδος Αρχαιόγναθων
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Αρθρόποδα(Arthropoda)
Ομοταξία: Έντομα (Insekta)
Τάξη: Αρχαιόγναθα
Οικογένειες

Machilidae
Meinertellidae

Τα Αρχαιόγναθα (Archaeognatha ή συνώνυμο Microcoryphia) είναι τάξη εντόμων με δύο οικογένειες και παγκοσμίως μόνο περίπου 450 είδη. Από την Ευρώπη αναφέρονται περίπου 210 είδη και στην Ελλάδα συναντούμε περίπου 17 είδη.[1]

Κατά τη Δεβόνια περίοδο τα Αρχαιόγναθα εξελίχθηκαν ξεχωριστά από τα υπόλοιπα έντομα. Η τάξη θεωρείται η πιο πρωτόγονη τάξη των εντόμων. Τα είδη δεν έχουν πτέρυγες και το σώμα μοιάζει με το γνωστό ασημόψαρο (Lepisma saccarina). Αυτό το είδος κατατάσσεται στα θυσάνουρα ενώ οι ειδικοί παλαιότερα θεωρούσαν τα Αρχαιόγναθα μέρος των θυσάνουρων.

Βέβαια τα είδη έχουν μόνο έξι πόδια, αλλά εξ αιτίας των προσακτρίδων των στοματικών μορίων και των εξαρτημάτων της κοιλίας, τα οποία προκαλούν την εντύπωση περισσότερων ποδιών, τα έντομα θυμίζουν λίγο μικρές γαρίδες.

Μορφολογικά χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Αρχαιόγναθα αποκτούν μήκος από 7 μέχρι 20 χιλιοστόμετρα χωρίς τα εξαρτήματα της κοιλιάς, που μπορούν να πλησιάζουν το μήκος του υπόλοιπου σώματος. Το σώμα έχει κυκλική διατομή και στενεύει προς τα πίσω.

Όπως υποδεικνύει το επιστημονικό όνομα Μικροκορύφια, το κεφάλι είναι μικρό. Στο κεφάλι εκφύονται ένα ζεύγος κεραίες , οι οποίες είναι νηματοειδείς και με μεγάλο αριθμό άρθρων. Το όνομα Αρχαιόγναθα είναι εξίσου χαρακτηριστικό. Τα άνω σαγόνια εκφύονται από την κεφαλική κάψα σε απλή αρθρική κοιλότητα. Αντίθετα όλα τα άλλα έντομα με στοματικά μόρια μασητικού τύπου έχουν δυο αρθρώσεις μεταξύ γνάθος και κεφαλική κάψα, πράγμα που επιτρέπει την κίνηση μόνο σε ένα επίπεδο. Για αυτό το λόγο μπορούν να κόβουν την τροφή τους. Τα Αρχαιόγναθα μπορούν μόνο να μασούν με κυκλικές κινήσεις. Τα κάτω σαγόνια φέρουν μεγάλες γναθικές προσακτρίδες με επτά άρθρα, που καταλήγουν σε νύχια και προκαλούν την εντύπωση ενός τέταρτου ζεύγους ποδιών. Το έντομο έχει δυο μεγάλα σύνθετοι οφθαλμοί που πάνω στο κεφάλι σχεδόν αγγίζονται. Μπορούν να καταλαβαίνουν κινήσεις και να προκαλούν εικόνες. Στις πλευρές του κεφαλιού υπάρχει από ένα ζεύγος οφθαλμιδίων.

Τα πόδια έχουν όλα τα άρθρα, που συναντούμε γενικά στα έντομα, δηλαδή ισχίο, τροχαντήρας, μηρός, κνήμη και ταρσός. Αλλά στα Αρχαιόγναθα πάνω από το ισχίο διακρίνεται ακόμα ένα άρθρο, που δεν γίνεται ορατό στα υπόλοιπα έντομα. Ο ταρσός είναι τριμερές.

Στην κοιλία, που σε αυτήν την περίπτωση λέγεται και ουρά, ξεκαθαρίζονται σαφώς 10 δακτύλιοι. Ο τελευταίος δακτύλιος καταλήγει σε τρία εξαρτήματα, ένα ζεύγος ζεύγος κερκιδίων (ή κέρκων, cerci) και ένα αρκετά μακρύ μεσαίο ουραίο νήμα (filamentum). Στο τέταρτο έως το ένατο κοιλιακό στερνό εκφύεται από ένα ζεύγος στύλων. Αυτοί στηρίζουν το σώμα και επιτρέπουν να γλιστράει άνετα στο υπόστρωμα. Το σώμα καλύπτεται από λέπια.

Και η εσωτερική δομή είναι πρωτόγονη, π.χ. τα θηλυκά δεν διαθέτουν σπερματοθήκες. Ο ωοθέτης των θηλυκών σχηματίζεται από εξαρτήματα του ογδόου και ένατου ουρίτη, τα εξαρτήματα του ένατου κοιλιακού δακτυλίου του αρσενικού σχηματίζουν ενδιάμεσα το πέος.

Βιότοποι και γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Αρχαιόγναθα τα συναντούμε σε όλες τις ηπείρους με εξαίρεση την Ανταρκτική. Υπάρχουν αναφορές από ύψη 4.800 μέτρων (στη Ιμαλάια), άλλα είδη της τάξης ζουν στις βραχώδεις ακτές τις θάλασσας. Τα ευρωπαϊκά είδη ζουν στο έδαφος, στις τροπικές ζώνες υπάρχουν όμως διάφορα είδη που είναι ειδικευμένα για την ζωή πάνω στα δέντρα. Οι περιοχές γεωγραφικής εξάπλωσης των ευρωπαϊκών ειδών κατά κανόνα είναι πάρα πολύ περιορισμένες. Πάνω από το μισό των ειδών που συναντούμε στην Ελλάδα, είναι ενδημικά, π. χ. η Silvestrichilis polyacantha Janetschek 1959[2] ή η Charimachilis dentata Wygodzinsky 1941.[3] Μόνο λίγα είδη αναφέρονται από πολλές διάφορες χώρες, π. χ. η Lepismachilis (Lepismachilis) notata Stach 1919, η οποία δεν συναντούμε στην Ελλάδα.[4]

Βιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα είδη της τάξης των Αρχαιογνάθων είναι φυτοφάγα. Τρέφονται με φύκη, μύκητες, λειχήνες ή οργανικά κατάλοιπα. Πολλά είδη παρουσιάζουν νυχτερινή δραστηριότητα ή γίνουν ενεργός κατά τα χαράγματα. Τα άτομα μερικών ειδών συγκεντρώνονται σε ομάδες, σπάνιο φαινόμενο στα έντομα. Τα αρχαιόγναθα αυτά πάντοτε ανήκουν στο ίδιο είδος ή σε είδη της ίδιας οικογένειας. Κινούνται πολλές φορές στους ίδιους δρόμους, ακολουθώντας πιθανώς χημική ιχνηθέτηση. Μπορούν να εκτελούν πηδήματα χτυπώντας με την ουρά στο έδαφος. Είναι επίσης καλοί αναρριχητές, χρησιμοποιώντας τους στύλους στην κοιλιά σαν αγκίστρια.

Αναπαραγωγή και ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την ερωτοτροπία χρησιμοποιούνται ερεθίσματα της αφής, σε μερικά είδη συναντούμε ιδιαίτερα όργανα για αυτό το σκοπό. Για την μεταφορά του σπέρματος χρησιμοποιούνται τρεις διαφορετικές μέθοδοι: Στην πιο εξελιγμένη περίπτωση το αρσενικό και το θηλυκό ανεβάζουν την άκρη της κοιλίας και σχηματίζοντας γωνία 45 μοιρών τοποθετούν τα γεννητικά ανοίγματα το ένα κοντά στο άλλο. Το αρσενικό σπέρμα κυλάει στην ωοθήκη του θηλυκού. Άλλη μέθοδος πραγματοποιείται και στους σκορπιούς. Το αρσενικό τοποθετεί το σπερματοφόρο στο έδαφος, και μετά το αρσενικό σπρώχνει το θηλυκό ακριβώς πάνω στο σπέρμα και το θηλυκό το απορροφάει με τον ωοθέτη. Η τρίτη μέθοδος είναι αρκετά ασυνήθιστη. Το αρσενικό κατασκευάζει ένα νήμα από το έδαφος στην σηκωμένη άκρη της κοιλίας. Στο νήμα αυτό τοποθετούνται μερικά σταγόνες σπέρματος. Το θηλυκό μαζεύει τις σταγόνες με τον ωοθέτη. Τα θηλυκά των περισσότερων ειδών κολλάνε τα αυγά σε προστατευόμενες θέσεις, σε μερικά είδη τα θηλυκά τρυπώνουν το έδαφος με τον ωοθέτη για αυτό το σκοπό. Τα νεογέννητα έντομα υφίστανται περίπου έξι εκδύσεις μέχρι να αποκτήσουν το πλήρες μέγεθος και την ικανότητα αναπαραγωγής. Στα ενήλικα οι εκδύσεις συνεχίζονται.

Ταξινομικές παρατηρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παραδοσιακή άποψη για τις συγγενικές σχέσεις των Αρχαιογνάθων βλέπει τα Αρχαιόγναθα και τα θυσάνουρα στο ίδιο τάξον και χωριστά από πτερυγωτά έντομα. Σήμερα οι ειδικοί συμφωνούν με την άποψη για την εξωτερική συστηματική, που απεικονίζεται στον πίνακα. Οι εσωτερική συστηματική είναι απλή. Υπάρχουν μόνο δυο οικογένειες. Τα είδη της οικογένειας Machilidae συναντούμε κυρίως στο βόρειο ημισφαίριο, τα είδη της πιο πρωτόγονης οικογένειας Meinertellidae ζουν κυρίως στο νότιο ημισφαίριο.

 Έντομα  

 Αρχαιόγναθα (Archaeognatha)




 Ζευγέντομα (Zygentoma)
=Θυσάνουρα (Thysanura) στη στενή έννοια



Πτερυγωτά
Pterygota

 

 

Πίνακας εξωτερικής συστηματικής
 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Απαρίθμηση όλων των σχετικών ιστοσελίδων της Fauna Europaea». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Μαΐου 2010. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2010. 
  2. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους 'S. polyacantha». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2010. 
  3. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Charimachilis dentata». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2010. 
  4. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Lepismachilis notata». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2010.