Αμβρόσιος Ιεράς και Σητείας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Επίσκοπος Ιεράς και Σητείας Αμβρόσιος, κατά κόσμο Δημήτριος Σφακιανάκης[1] (15 Σεπτεμβρίου 18565 Ιανουαρίου 1929), ήταν επίσκοπος της Εκκλησίας της Κρήτης.

Ο Αμβρόσιος γεννήθηκε στο χωριό Χουδέτσιο του Ηρακλείου Κρήτης. Σπούδασε αρχικώς στη Θεολογική Σχολή του Σταυρού, στα Ιεροσόλυμα, και όταν αυτή έπαυσε να λειτουργεί συνέχισε τις σπουδές του στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή και στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Χειροτονήθηκε διάκονος στις 5 Δεκεμβρίου 1876 και πρεσβύτερος στις 20 Ιουλίου 1888 από τον τότε Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο. Υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος του Πατριάρχη Σωφρονίου και ως ιεροκήρυκας στην Αλεξάνδρεια. Στις 28 Ιανουαρίου 1890 αναδείχθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας Κρήτης επίσκοπος Ιεράς και Σητείας, δηλαδή της σημερινής Μητροπόλεως Ιεραπύτνης και Σητείας, διαδεχόμενος τον αποθανόντα Γρηγόριο. Ο Αμβρόσιος παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι τον θάνατό του το 1929 σε ηλικία 72 ετών, οπότε δεν εξελέγη διάδοχός του και η Επισκοπή συγχωνεύθηκε το 1932 με την Επισκοπή Πέτρας στη νέα Επισκοπή Νεαπόλεως.

Ο Αμβρόσιος διακρίθηκε για την πολυσχιδή δράση του, θρησκευτική, κοινωνική και εθνική, κυρίως όμως για τα φλογερά του κηρύγματα, τα οποία και δημοσίευσε τυπωμένα το 1902.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 4, σελ. 712