Αλ-Αμίν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αλ-Αμίν
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση14  Απριλίου 787
Βαγδάτη
Θάνατος25  Σεπτεμβρίου 813
Βαγδάτη
Αιτία θανάτουθανάτωση
Συνθήκες θανάτουανθρωποκτονία
Χώρα πολιτογράφησηςΧαλιφάτο των Αββασιδών
ΘρησκείαΙσλάμ
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑραβικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας
Χαλίφης
Οικογένεια
ΣύζυγοςLubana bint Ali ibn al-Mahdi
Arib al-Ma'muniyya
ΤέκναAl-Natiq bi-l-Haqq
ΓονείςΧαρούν αλ-Ρασίντ και Ζουμπάιντα μπιντ Τζαφάρ
ΑδέλφιαΑλ-Μαμούν
Αλ-Μουτασίμ
Αλ-Κάσιμ ιμπν Χαρούν αλ-Ρασίντ
Ahmed Al-Sabti
ΟικογένειαΑββασίδες
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΑββασίδης χαλίφης (809–813)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Αμπού Μουσά Μουχάμαντ ιμπν Χαρούν αλ-Ρασίντ (αραβ.أبو موسى محمد بن هارون الرشيد, Απρίλιος 787 – Σεπτέμβριος 813), γνωστότερος με την επωνυμία του Αλ-Αμίν (الأمين), ήταν ο 6ος Άραβας χαλίφης της δυναστείας των Αββασιδών, από το 809 μέχρι το 813 μ.Χ..

Ο Αλ-Αμίν διαδέχθηκε τον πατέρα του, τον Χαρούν αλ-Ρασίντ, και κυβέρνησε μέχρι την εκθρόνισή του και τη θανάτωσή του κατά τον εμφύλιο πόλεμο από τον ετεροθαλή αδελφό του Αλ-Μαμούν.

Οικογένεια και διαδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μουχάμαντ, ο μελλοντικός Αλ-Αμίν, ήταν γιος του σπουδαίου χαλίφη Χαρούν αλ-Ρασίντ (= «Ααρών ο Δίκαιος») και της Ζουμπαϊντά μπιντ Ζααφάρ, η οποία καταγόταν απευθείας από τον δεύτερο χαλίφη των Αββασιδών, τον Αλ-Μανσούρ.[1]

Ο Μουχάμαντ είχε έναν κατά τι μεγαλύτερο ετεροθαλή αδελφό, τον Αμπνταλλάχ, τον μετέπειτα Αλ-Μαμούν, που είχε γεννηθεί τον Σεπτέμβριο του 786. Αλλά η μητέρα του Αμπνταλλάχ ήταν μια απλή Περσίδα παλλακίδα, οπότε η καθαρή αββασιδική γενεαλογία του Μουχάμαντ τού έδινε προτεραιότητα στη διαδοχή έναντι του αδελφού του.[1][2] Το 792 ο Χαρούν έβαλε τον Μουχάμαντ να πάρει τον όρκο της αφοσιώσεως (το μπάγια) με την επωνυμία «Αλ-Αμίν», που σημαίνει «ο αξιόπιστος», ξεχωρίζοντάς τον έτσι ως τον βασικό διάδοχό του. Επτά έτη αργότερα, το 799, ο Αμπνταλλάχ ονομάσθηκε δεύτερος στη σειρά διαδοχής, με την επωνυμία Αλ-Μαμούν (= «ο έμπιστος»).[1][2].

Οι δύο όψεις χρυσού δηναρίου του Χαρούν αλ-Ρασίντ με έτος κοπής το 184 από Εγίρας (800 μ.Χ.). Φέρει τα ονόματα του «Ηγέτη των πιστών» Χαρούν και του διαδόχου του, πρίγκιπα αλ-Αμίν.

Αυτοί οι διακανονισμοί επιβεβαιώθηκαν και κηρύχθηκαν δημοσίως το 802, όταν ο Χαρούν και οι ισχυρότεροι αξιωματούχοι της διοικήσεώς του έκαναν το απαιτούμενο προσκύνημα στη Μέκκα. Ο Αλ-Μαμούν θα διαδεχόταν στη θέση του χαλίφη τον Αμίν και επιπλέον θα κυβερνούσε την ανατολική επαρχία του Μείζονος Χορασάν.[1][2] Αυτό είχε ιδιάζουσα σημασία, καθώς από το Χορασάν είχε αρχίσει η Επανάσταση των Αββασιδών που είχε φέρει τη δυναστεία στην εξουσία και επίσης οι Αββασίδες επαφίονταν στους Χορασανούς για τη στρατιωτική και διοικητική τους ικανότητα. Ο τρίτος στη σειρά διαδοχής, ο Αλ-Μουταμίν, ανέλαβε την ευθύνη των δυτικών επαρχιών, στα σύνορα με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.[2][3]

Οι αναθέσεις αυτές επισφραγίσθηκαν με αμοιβαίους νομικούς και θρησκευτικούς όρκους, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο Χαρούν είχε επίγνωση του κινδύνου μελλοντικής διαμάχης, γνωρίζοντας από κοντά τις βαθιές διαφορές στον χαρακτήρα και τα ενδιαφέροντα μεταξύ Αλ-Αμίν και Αλ-Μαμούν.[1]

Ως χαλίφης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον θάνατο του Χαρούν αλ-Ρασίντ υπήρξε ομαλή διαδοχή του από τον 22χρονο Αλ-Αμίν στον θρόνο της Βαγδάτης. Ο Αμίν συνέχισε τις προοδευτικής κατευθύνσεως μεταρρυθμίσεις του πατέρα του και τα δύο πρώτα έτη της βασιλείας του ήταν γενικώς ειρηνικά.

Εχθρότητα προς τον Αλ-Μαμούν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η έλλειψη εμπιστοσύνης και η φοβική στάση έναντι του Μαμούν συνόδευαν ωστόσο εξαρχής τον Αλ-Αμίν: Διέταξε τον ετεροθαλή αδελφό του να αναγνωρίσει τον γιο του, τον Μουσά, ως διάδοχο, και να επιστρέψει στη Βαγδάτη από το Χορασάν, εντολές στις οποίες ο Αλ-Μαμούν αρνήθηκε να υπακούσει.

Τότε ο Αλ-Αμίν παροτρύνθηκε να κινηθεί εναντίον του αδελφού του από κάποιους θερμοκέφαλους αξιωματούχους/υπουργούς του, ιδίως από τον Αλ-Φαντλ ιμπν αλ-Ραμπί]]. Ο Αλ-Αμίν μετέφερε τα έγγραφα της διαδοχής του Χαρούν από τη Μέκκα (όπου ήταν κατατεθειμένα) στη Βαγδάτη και τα κατέστρεψε. Κατόπιν έστειλε πράκτορές του στην ανατολή για να υποδαυλίσουν αντίθεση κατά του Αλ-Μαμούν, αλλά η προσεκτική φρουρά στα σύνορα της επαρχίας του Χορασάν τους αρνήθηκε την είσοδο. Ο Αλ-Αμίν παρακρατούσε εξάλλου χρήματα και μέλη της οικογένειας του αδελφού του στη Βαγδάτη.

Εσωτερική εξέγερση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλ-Αμίν ήρθε αντιμέτωπος με ταραχές στη Συρία και έστειλε τον Αμπντ αλ-Μαλίκ ιμπν Σαλίχ να αποκαταστήσει την τάξη. Αλλά εκεί ο έμπειρος Μαλίκ σκοτώθηκε σε μάχη. Ο Αλ-Αμίν αντιμετώπισε και μια εξέγερση στη Βαγδάτη με αρχηγό τον Χουσαΐν ιμπν Αλί, η οποία καταπνίγηκε και ο Χουσαΐν.

Εμφύλιος πόλεμος (811-813)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπό την αρνητική επίδραση των αξιωματούχων του καθενός, οι Αλ-Αμίν και Αλ-Μαμούν προχώρησαν σε κινήσεις που πόλωσαν περαιτέρω το πολιτικό κλίμα και κατέστησαν το μεταξύ τους χάσμα αδύνατο να γεφυρωθεί. Ο Αλ-Μαμούν αφαίρεσε συμβολικά το όνομα του αδελφού του από τα νομίσματα του Χορασάν και από τη μεγάλη Προσευχή της Παρασκευής, και σε αντίποινα τον Νοέμβριο του 810 ο Αλ-Αμίν αφαίρεσε τους Αλ-Μαμούν και Αλ-Μουταμίν από τη σειρά διαδοχής, χρίζοντας διαδόχους του τους δικούς του γιους, Μουσά και Αμπνταλάχ. Αλ-Μαμούν τότε ανεκήρυξε τον εαυτό του Ιμάμη, θρησκευτικό τίτλο που όμως υπονοούσε ανεξάρτητη του Χαλίφη εξουσία.[4][5][6]

Παρά τις επιφυλάξεις κάποιων από τους πρεσβύτερους υπουργούς και διοικητές του, δύο μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 811, ο Αλ-Αμίν ξεκίνησε τον Εμφύλιο πόλεμο με την κίνησή του να διορίσει τον Αλί ιμπν Ισά ιμπν Μαχάν κυβερνήτη του Χορασάν, να τον θέσει επικεφαλής μιας μεγάλης στρατιάς 40.000 ανδρών και να τον στείλει να εκδιώξει τον Αλ-Μαμούν από το αξίωμά του.[6][7]

Τον Μάρτιο ο Αλί ιμπν Ισά εισέβαλε στο Χορασάν, αλλά ο ικανός στρατηγός του Αλ-Μαμούν Ταχίρ μπιν Χουσαΐν (ο επονομαζόμενος και «Μονόφθαλμος») τον ανέκοψε και τον νίκησε στη Μάχη του Ράυ, στην οποία ο Αλί σκοτώθηκε.

Ο Ταχίρ προέλασε στη συνέχεια και απέκτησε τον έλεγχο περιοχών της Αραβίας. Οι πόλεις Βασόρα και Κούφα ορκίσθηκαν υποταγή στον Αλ-Μαμούν. Τότε ο Ταχίρ προχώρησε προς τη Βαγδάτη και νίκησε στρατιωτική δύναμη που είχε σταλεί εναντίον του. Ο κυβερνήτης της Μέκκας και της Μεδίνας Νταβούντ ιμπν Ισά υπενθύμισε στους πιστούς ότι ο Αλ-Αμίν είχε καταστρέψει τους όρκους για τη διαδοχή του πατέρα του, και τους οδήγησε να ορκισθούν αφοσίωση στον Αλ-Μαμούν.

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νίκη του Αλ-Μαμούν επί του Αλ-Αμίν. Σελίδα από εικονογραφημένο χειρόγραφο του Νιγκαριστάν που χρονολογείται από το 1573-1574 μ.Χ..

Το 812 ο Ταχίρ στρατοπέδευσε κοντά στην Πύλη Ανμπάρ της Βαγδάτης και πολιόρκησε την πόλη. Μέσα στη Βαγδάτη η κατάσταση επιδεινώθηκε εξαιτίας μιας εξεγέρσεως και αποδράσεως των φυλακισμένων, που άρχισαν τις λεηλασίες. Αρκετές σκληρές μάχες έλαβαν χώρα, όπως στο Κασρ Χαλίχ, στο Νταρμπ αλ-Χιτζαρά και στην Πύλη αλ-Σαμασίγια. Συνολικώς, η κατάσταση χειροτέρευε για τον Αλ-Αμίν, ο οποίος λέγεται ότι έπαθε κατάθλιψη.

Ο Ταχίρ εισέδυσε στην πόλη και ο Αλ-Αμίν επεδίωξε να διαπραγματευθεί την ασφαλή έξοδό του. Ο Ταχίρ συμφώνησε απρόθυμα, υπό τον όρο να παραδώσει ο Αλ-Αμίν το σκήπτρο του, τη σφραγίδα του και άλλα σύμβολα της εξουσίας του. Μάλλον όμως ο Αλ-Αμίν επεχείρησε να διαφύγει με βάρκα μαζί με τα σύμβολα αυτά, αγνοώντας προειδοποιήσεις να περιμένει. Ο Ταχίρ πρόλαβε τη βάρκα και ο Αλ-Αμίν έπεσε στο νερό και κολύμπησε μέχρι την όχθη. Εεί συνελήφθη και μεταφέρθηκε σε ένα δωμάτιο, όπου αποκεφαλίστηκε και η κεφαλή του στήθηκε στην Πύλη Ανμπάρ. Ο μεγάλος ιστορικός Αλ-Ταμπαρί παραθέτει την επιστολή του Ταχίρ στον Αλ-Μαμούν που τον πληροφορεί για τη σύλληψη και την εκτέλεση του Αλ-Αμίν, και την ειρήνη που επεκράτησε στη Βαγδάτη.

Με τον θάνατο του Αμίν, ένας από τους ευνούχους της μητέρας του, της Ζουμπαϊντά, της απεύθυνε έκκληση να εκδικηθεί το αίμα του παιδιού της, αλλά η Ζουμπαϊντά αρνήθηκε.[8] Καθώς ο Αλ-Μαμούν αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον γιο του Αλ-Αμίν, τον Μουσά, ως διάδοχο, ο θρόνος της Βαγδάτης περιήλθε στον Αλ-Μαμούν.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλ-Αμίν είχε σύμφωνα με τις γραπτές πηγές δύο συζύγους: την Αρίμπ αλ-Μααμουνίγια και τη Λουμπάνα μπιντ Αλι ιμπν αλ-Μαχντί, με τη δεύτερη να σημειώνεται για την εξαιρετική ομορφιά της.[9] Ωστόσο απεβίωσε αμέσως μετά τον γάμο του με τη Λουμπάνα, στην οποία αποδίδονται οι εξής ποιητικοί θρηνητικοί στίχοι για τον θάνατο του Αλ-Αμίν: «Ω ήρωα που κείσαι νεκρός στην αυλή, προδομένος από τους διοικητές και τους φρουρούς σου. Κλαίω πάνω από τη σορό σου όχι για την απώλεια των ανέσεών μου και της συντροφιάς σου, αλλά για τη λόγχη σου, το άλογό σου και τα όνειρά σου. Κλαίω πάνω από τον κύρη μου, που με άφησε χήρα πριν από την πρώτη νύχτα του γάμου μας.»[10] Ο Αλ-Αμίν είχε επίσης παλλακίδες, κατά το συνήθειο των χαλιφών.

Τέκνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μουσά ιμπν Μουχάμαντ αλ-Αμίν, ο μεγαλύτερος γιος, προαλειφόμενος από τον Αμίν ως ο διάδοχός του.
  • Αμπνταλάχ ιμπν Μουχάμαντ αλ-Αμίν, ο δευτερότοκος γιος του Αμίν.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Gabrieli 1960, σελ. 437.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Rekaya 1991, σελ. 331.
  3. Kennedy 2004, σελ. 142.
  4. Rekaya 1991, σελ. 332.
  5. El-Hibri 2010, σελ. 285.
  6. 6,0 6,1 Kennedy 2004, σελ. 148.
  7. Rekaya 1991, σελίδες 332-333.
  8. «On Fiction and Adab in Medieval Arabic Literature». Masudi and the reign of Al-Amin. επιμ. Philip F. Kennedy. 2005. ISBN 9783447051828. https://books.google.com/books?id=mqNMszs0licC&dq=Lub%C4%81na+bint+%E2%80%98Al%C4%AB+ibn+al-Mahd%C4%AB&pg=PA165. 
  9. Classical Poems by Arab Women: A Bilingual Anthology, επιμ. και αγγλ. μετάφραση από τον Abdullah al-Udhari, Saqi Books, Λονδίνο 1999, σελ. 120, ISBN 086356-047-4
  10. Guthrie, Shirley (1 Αυγούστου 2013). Arab Women in the Middle Ages: Private Lives and Public Roles. ISBN 9780863567643. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]