Άτραξ (αρχαία πόλη)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάρτης που δείχνει την αρχαία Θεσσαλία: η Άτραξ φαίνεται στα δυτικά της Λάρισας.

Η Άτραξ ή Ἄτραγος (αναφέρεται και ως Ἄτρακοϛ [1] ή Ἀτρακία) [2] [3] ήταν μια πόλη των Περραιβών στην αρχαία Θεσσαλία. Περιγράφεται από τον Τίτο Λίβιο: βρισκόταν στην όχθη του ποταμού Πηνειού, σε απόσταση περίπου 18 χλμ από τη Λάρισα. [4] Ο Στράβων αναφέρει ότι ο Πηνειός περνούσε από τις πόλεις Τρίκκα, Πελινναία και Φαρκαδώνα, στα αριστερά του, στην πορεία του προς την Άτραγα και τη Λάρισα. [5] Η πόλη μαρτυρείται ως Ἆδρακος στην ονομαστική σε έναν κατάλογο θεοροδόκων ανδρών της Επιδαύρου [6], που χρονολογείται το 363-359 π.Χ. [7] Ήταν και πόλη (πόλη-κράτος) στην αρχαιότητα. [8]

Τρίχαλκον της Ατράγου, με τη δαφνοστεφή κεφαλή του Απόλλωνα στη μία όψη, και έναν θεσσαλικό ίππο στην άλλη με επιγραφή ΑΤΡΑΓΊΩΝ. Περί το 200 π.Χ., 20,5 χλστ., 8,84 γραμ.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδρυσε ο Άτραξ, Λαπίθης, γιος του Πηνειού και της Βούρας τη 2η χιλιετία π.Χ, 2 χλμ νοτιοανατολικά της σημερινής Πηνειάδας (μεταξύ Λάρισας και Τρικάλων), στη θέση Καστρί της λοφοσειράς Δοβρούτσι. Ο Άτραξ ήταν και το όνομα του εκεί παραπόταμου του Πηνειού. Κόρη του Άτραγα ήταν η όμορφη Διηδάμεια, που τη νυμφεύτηκε ο Πειρίθους, βασιλιάς της Λαπιθών και στον γάμο τους παραβρέθηκαν ο ήρωας Θησέας, ο Πελίας της Ιωλκού, ο Πηλέας της Φθίας, ο Νέστωρ της Πύλου, ο γενναίος Καινεύς, κ.ά. Η κωμόπολη βρισκόταν στην επαρχία Πελασγιώτιδα και η επικράτειά της συνόρευε βόρεια με τη Φάλαννα, βορειοανατολικά με την Άργουρα και νότια με την Κραννώνα. [2]

Έχει βρεθεί επιτύμβια στήλη του 6ου π.Χ., που σε ιαμβικό μέτρο αναγράφει ΥΒΡΊΣΤΟΥ ΕΙΜΙ ΜΝΗΜΑ.

Τον 5ο αι. π.Χ. η ακρόπολη και η πλαγιά του λόφου περικλείονταν με πολυγωνικό περίβολο. Τον 4ο αι. π.Χ. η ακρόπολη ανοικοδομήθηκε: κτίστηκε ένας τετράπλευρος πύργος, και οχυρώθηκε με νέο τείχος με πέντε πύργους, από τους οποίους ο ένας είχε οχυρή πύλη. Το ανατολικό τμήμα του τείχους του λόφου ενισχύθηκε τον 4ο αι. π.Χ. και έχει ομοιότητα με τις αμυντικές κατασκευές της Άλου. [9] Το κάτω μέρος περικλείεται τον 4ο αι π.Χ. από ένα ισοδομικό (opus isodomum) τείχος με τέσσερις τετράπλευρους πύργους. Είχε μήκος 3 χλμ και περιέβαλλε μια έκταση 640 στρέμματα. Η κύρια πύλη βρισκόταν στα βορειοδυτικά, και η πρόσβαση γινόταν από μια πολυγωνική πέτρινη ράμπα. [8]

Κατά την επισιτιστική κρίση του 330-326 π.Χ. η Άτραξ έλαβε 10.000 μεδίμνοyς σιτάρι από την Κυρήνη της Αφρικής. [10]

Η Άτραξ συνέχιζε να κόβει αργυρά και χάλκινα νομίσματα στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. με τις επιγραφές «ΑΤΡΑ[ΓΙΩΝ]», «ΑΤΡΑΓΙΩΝ», «ΑΤΡΑΓΙΟΝ». [11] Το περίφημο Ατρακικό μάρμαρο, που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην αρχαιότητα, μεταξύ άλλων στην Αγία Σοφία, δεν προήλθε από την ίδια την Άτραγα, αλλά από το όρος Μόψιον, ανατολικότερα.

Στα βυζαντινά χρόνια οι οχυρώσεις της πόλης επεκτάθηκαν με κονίαμα πηλού μέχρι τον Πηνειό, προκειμένου να βελτιωθεί η παροχή νερού. Το φρούριο χρησίμευε για τον έλεγχο του περάσματος μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού μισού της θεσσαλικής πεδιάδας. [12]

Τοποθεσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σύγχρονοι μελετητές εντοπίζουν την Άτραγα σε μια τοποθεσία γνωστή ως Κάστρο ή Αλίφακα, κοντά στο σύγχρονο χωριό Κουτσόχερο, στη δημοτική ενότητα Κοιλάδας του δήμου Λαρισαίων. [13] [14] Οι περισσότερες αρχαίες και μεσαιωνικές κατασκευές έχουν εξαφανιστεί τον τελευταίο καιρό, καθώς αφαιρέθηκαν από τους ντόπιους για να αξιοποιήσουν τη γη για τη γεωργία.

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Στράβων. «Γεωγραφικά». Γεωγραφικά. 9.5.20.  Οι αριθμοί των σελίδων αναφέρονται σε εκείνους της έκδοσης του Ισαάκ Καζομπόν.
  2. 2,0 2,1 (Αρχαία Ελληνικά) Στέφανος ο Βυζάντιος. «Εθνικά». Εθνικά. s.v.. 
  3. (Αρχαία Ελληνικά) Πτολεμαίος. «Γεωγραφική Υφήγησις». Γεωγραφική Υφήγησις. 3.13.42. 
  4. Λίβιος. «Ab Urbe Condita Libri (Ιστορία της Ρώμης)». Ab Urbe Condita Libri (Ιστορία της Ρώμης). 32.15, 36.13.. 
  5. Στράβων. «Γεωγραφικά». Γεωγραφικά. ix. p.438..  Οι αριθμοί των σελίδων αναφέρονται σε εκείνους της έκδοσης του Ισαάκ Καζομπόν.
  6. IG iv2.1 94.b.3.
  7. Perlman, P. (2000). City and Sanctuary in Ancient Greece. The Theorodokia in the Peloponnese, Hypomnemata 121. Göttingen, p. 178 E.1b3
  8. 8,0 8,1 Mogens Herman Hansen & Thomas Heine Nielsen (2004). «Thessaly and Adjacent Regions». An inventory of archaic and classical poleis. New York: Oxford University Press. σελ. 692. ISBN 0-19-814099-1. 
  9. H. Reinder Reinders (1988). Hew Halos: A Hellenistic Town in Thessalia, Greece. σελ. 54. 
  10. Tod, M. N. (1933-1948). A Selection of Greek Historical Inscriptions, I-II. Oxford. 196.24 (330-326)
  11. Rogers, E. (1932). The Copper Coinage of Thessaly, pp.159-168
  12. Koder, Johannes; Hild, Friedrich (1976). Tabula Imperii Byzantini, Band 1: Hellas und Thessalia (in German). Vienna: Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften. p. 129. ISBN 978-3-7001-0182-6.
  13. Richard Talbert, Barrington Atlas of the Greek and Roman World, (ISBN 0-691-03169-X), Map 55.
  14. (Αγγλικά) Lund University. «Digital Atlas of the Roman Empire». Digital Atlas of the Roman Empire. http://dare.ht.lu.se/places/22744.html.