Σέρβια Τείχη
Σέρβια Τείχη | |
---|---|
Mura serviane | |
Τμήμα των τειχών κοντά στον κεντρικό σταθμό (Roma Termini) της Ρώμης | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 41°54′6″N 12°30′6″E |
Διοικητική υπαγωγή | Ρώμη |
Τοποθεσία | Ρώμη |
Χώρα | Ιταλία |
Έναρξη κατασκευής | 6ος αιώνας π.Χ. |
Χρήση | Οχυρωματικά τείχη |
Ένοικοι | Αρχαία Ρώμη |
Ιδιοκτήτης | Εφορεία Αρχαιοτήτων Ρώμης |
Διαχειριστής | Αρχαία Ρώμη |
Διαστάσεις | |
Ύψος | 10 |
Τεχνικές λεπτομέρειες | |
Περίμετρος | 11.000 μ. |
Εμβαδόν | 4.260.000 m2 |
Υλικά κατασκευής | |
Υλικά | Τόφφος |
Ιστότοπος | |
Sovritendenza Capitolina | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Τα Σέρβια Τείχη είναι ένα οχυρωματικό τείχος της Αρχαίας Ρώμης. Η παράδοση θέλει να έχουν κατασκευαστεί τον 6ο αιώνα π.Χ. από τον βασιλιά Σέρβιο Τύλλιο[Σημ 1], από τον οποίο πήραν και το όνομά τους.
Τα αρχαϊκά τείχη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η οχύρωση της Ρώμης, σύμφωνα με διάφορες αρχαίες πηγές, ξεκίνησε από τότε που η πόλη ιδρύθηκε από τον Ρωμύλο και αφορούσε την άμυνα του Παλατίνου λόφου, όπου βρισκόταν ο πρώτος οικισμός. Κατά πάσαν πιθανότητα, ξεχωριστά οχυρωματικά έργα (όπως αναχώματα ή τάφροι) προστάτευαν τους γύρω κατοικημένους λόφους. Η συνεχής επέκταση της πόλης οδήγησε στην κατασκευή κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. ενός ενιαίου τείχους για την προστασία του αστικού συνόλου. Σύμφωνα με τον ιστορικό Τίτο Λίβιο, αυτά τα πρώτα τείχη κατασκευάστηκαν από τον βασιλιά Ταρκίνιο τον Πρεσβύτερο, ενώ ο διάδοχός του, Σέρβιος Τούλιος[1], τα επέκτεινε και τους πρόσθεσε μία τάφρο· από αυτόν πήραν το όνομα τους. Επρόκειτο για ένα τοίχωμα μήκους 7 χλμ. κατασκευασμένο με λίθους από τόφφο του Παλατίνου λόφου (που είναι γνωστός με την ονομασία καπελάτσιο/cappellaccio). Στο τοίχωμα αυτό υπήρχαν, κατά πάσαν πιθανότητα, πύλες, που αντιστοιχούσαν στους Επτά λόφους, τους οποίους περιέκλειαν, όπως η πύλη Μουγκόνια για τον Παλατίνο λόφο, η πύλη Σατούρνια για τον Καπιτωλίνο, η Κολλίνα για τον Κυρηνάλιο, η Κουερκουετουλάνα για τον Καίλιο λόφο κ.ά.
Οι γνώσεις μας γι' αυτά τα αρχαϊκά τείχη βασίζονται σε τρεις παραμέτρους: τις αναφορές που συναντάμε σε μεταγενέστερα ρωμαϊκά κείμενα, τα αρχαιολογικά ευρήματα, δηλ. περιορισμένα τμήματα τείχους από μικρούς λίθους τόφφου που έχουν διασωθεί στους λόφους Παλατίνο και Αβεντίνο και στην σύγκριση με άλλες παρόμοιες οχυρώσεις του 6ου αιώνα που διέθεταν άλλες πόλεις του Λατίου και της Ετρουρίας και τις οποίες θα πρέπει να είχε και η Ρώμη[2].
Τα τείχη του 4ου αιώνα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα αρχαϊκά αυτά τείχη προστάτεψαν την πόλη για πάνω από 150 χρόνια, μέχρι την καταστροφική επιδρομή των Γαλατών το 390 π.Χ. μετά την οποία ξαναχτίστηκαν από την αρχή. Σύμφωνα πάντα με τον Τίτο Λίβιο, η ανέγερση έγινε το 378 π.Χ. από τους τιμητές censor Σπούριο Σερβίλιο Πρίσκο και Κόιντο Κλέλιο Σίκουλο. Τα τείχη που τώρα ονομάζουμε Σέρβια είναι αυτή η ανακατασκευή του 4ου αιώνα. Τα νέα τείχη ανεγέρθησαν στα ίχνη των παλαιών, χρησιμοποιώντας κατά πάσαν πιθανότητα και κάποια κομμάτια τους, που είχαν διασωθεί και διατηρώντας την παλαιά ονομασία τους. Ως υλικό προτιμήθηκε ο τόφος από τα λατομεία της Γκρότα Οσκούρα[3] (κοντά στην ετρουσκική πόλη Βήιοι) γιατί ήταν πολύ πιο ανθεκτικός.
Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, φαίνεται ότι για ολόκληρο το μήκος των τειχών χρησιμοποιήθηκε περίπου η ίδια τεχνική: ορθογώνιοι λαξευμένοι λίθοι ύψους εξήντα εκατοστών[Σημ 2], με στρώσεις λίθων παρά μήκος και διάτονες εναλλάξ[2]. Το έργο έγινε από διάφορα συνεργεία, που προχωρούσαν ταυτόχρονα για τμήματα των 30-40 μέτρων: τα σημεία συνάντησης των συνεργείων δεν ταίριαζαν απόλυτα και συνήθως ήταν απαραίτητες κάποιες διορθώσεις προσαρμογής. Οι λίθοι έφεραν σφραγίδες, κατά πάσα πιθανότητα απαραίτητες για την παρακολούθηση της προόδου και της υλοποίησης του έργου: οι σφραγίδες αυτές ήταν απλά χαράγματα με γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου. Φαίνεται πλέον βέβαιο, ότι οι εργάτες, ή τουλάχιστον οι αρχιτέκτονες, προερχόταν σε μεγάλο βαθμό από την σύμμαχο πόλη των Συρακουσών, ισχυρό κέντρο της Μεγάλης Ελλάδας με ηγέτη τους την εποχή εκείνη τον Διονύσιο τον Πρεσβύτερο, ο οποίος είχε ήδη επιδείξει μεγάλη ικανότητα στην κατασκευή των τειχών της πόλης του: αυτή η οχυρωματική τεχνική είχε ήδη δοκιμαστεί στους πολέμους στα τέλη του 5ου αιώνα και στις αρχές του 4ου αιώνα στην Ελλάδα και τη Σικελία.
Το νέο μήκος τους ήταν 11 χιλιόμετρα και περιέκλειαν μια επιφάνεια 4,26 τετρ. χλμ.. Ο Καπιτωλίνος λόφος είχε τη δική του οχύρωση· σε αυτήν ενώθηκαν οι λόφοι Κυρηνάλιος, Βιμινάλιος, Εσκουιλίνος, Καίλιος, Παλατίνος και Αβεντίνος και ένα μέρος του Φόρο Μποάριο (αρχαία αγορά στις όχθες του Τίβερη). Εκμεταλλεύτηκαν τις όποιες φυσικές οχυρώσεις των λόφων, ενώ στο πεδινό τμήμα μήκους 1 χιλιομέτρου περίπου ανάμεσα στους λόφους Κυρηνάλιο και Εσκουιλίνο, τα τείχη ενισχύθηκαν από ένα ανάχωμα που ξεπερνούσε σε πλάτος τα 30 μέτρα. Σε μερικά σημεία τα τείχη προστατευόταν και από μια τάφρο βάθους 9 μέτρων και πλάτους 30 μέτρων κατά μέσο όρο. Είχαν ύψος 10 μέτρα και πάχος 4 μέτρα. Έτσι, τα τείχη αυτά ήταν στην εποχή τους τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα στην Ιταλική χερσόνησο. Αναστηλώσεις στα τείχη έγιναν σε διάφορες περιόδους: το 353, 217, 212 και το 87 π.Χ.[2]
Η επέκταση του κράτους και οι μετέπειτα παράκτιες αποικίες, επέτρεψαν στην πόλη κάποια ηρεμία μετά τους Καρχηδονιακούς Πολέμους και τα τείχη έχασαν τον αρχικό αμυντικό σκοπό. Με την πάροδο του χρόνου η Ρώμη διευρύνθηκε πέρα από τα τείχη της, τα οποία την εποχή των πρώτων αιώνων μετά Χριστό δεν ήταν παρά μία ιστορική μαρτυρία της περιόδου της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Όταν πλέον τον 3ο αιώνα μ.Χ. η πόλη κινδύνεψε από τις επιδρομές βαρβαρικών φύλων, ο αυτοκράτορας Αυρηλιανός αναγκάστηκε να χτίσει νέα τείχη για την προστασία της, τα επονομαζόμενα Αυρηλιανά Τείχη.
Οι Πύλες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πόρτα Φοντινάλις: δεν γνωρίζουμε την ακριβή της θέση, κάποιες μαρτυρίες την τοποθετούν κοντά στο Πεδίον του Άρεως.
- Πύλη Σανκουάλις: βρισκόταν στην δυτική πλευρά του Κυρηνάλιου λόφου. Πήρε την ονομασία της από τον προσκείμενο ναό του θεού Σάγκου.
- Πύλη Σαλουτάρις: βρισκόταν στην δυτική πλευρά του Κυρηνάλιου λόφου. Οφείλει το όνομά της στον προσκείμενο ναό της θεότητας Σάλους[Σημ 3].
- Πύλη Κουιρινάλις: ήταν η πιο βορεινή από τις 3 πύλες, που είχαν πρόσβαση στον Κυρηνάλιο λόφο· βρισκόταν κοντά στην τωρινή Πλατεία Μπαρμπερίνι. Πήρε την ονομασία της από τον εκεί ναό του Κουϊρίνου.
- Πύλη Κολλίνα: γκρεμίστηκε το 1872 για την ανέγερση του Υπουργείου Οικονομικών. Εδώ έλαβε χώρα το 82 π.Χ. η σύγκρουση ανάμεσα στον Σύλλα και τους Σαμνίτες, συμμάχους του Γάιου Μάριου του Νεότερου.
- Πύλη Βιμινάλε: μία από τις παλαιότερες πύλες· εικάζεται, ότι μαζί με την Κουϊρινάλις, την Κολλίνα και την Κουερκουετουλάνα ανήκε στο αρχαϊκό τείχος, που ανεγέρθηκε από τον Σέρβιο Τούλιο. Βρισκόταν στην τοποθεσία, όπου σώζεται μέχρι τις ημέρες μας το μεγαλύτερο τμήμα των τειχών, κοντά στον Κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό (Roma Termini) της Ρώμης.
- Πύλη Εσκουιλίνα: διέθετε 3 αψίδες. Την εποχή του Αυγούστου έγινε ανακατασκευή της από τραβερτίνη. Το 262 μ.Χ. κατά την διάρκεια αναστήλωσης, τοποθετήθηκε επιγραφή αφιερωμένη στον αυτοκράτορα Γαλλιηνό γι' αυτό και στις μέρες μας είναι γνωστή με την ονομασία Αψίδα του Γαλλιηνού. Η αψίδα στη σημερινή της μορφή είναι αποσπασματική, καθώς τα δυο πλαϊνά τόξα γκρεμίστηκαν το 1447 για την ανέγερση εκκλησίας.
- Πόρτα Καιλιμοντάνα ή Τσελιμοντάνα: ήταν μια από τις 2 πύλες (η άλλη είναι η Κουερκουετουλάνα) των τειχών, που όριζαν την ανατολική πλευρά του Καίλιου Λόφου. Μερικοί λίθοι της έχουν διασωθεί στο μνημείο, που σήμερα ονομάζουμε «Αψίδα του Δολαβέλλα και του Σιλάνου», κατασκευής του 10 μ.Χ.
- Πύλη των Δρυάδων ή Πύλη Κουερκουετουλάνα: είχε διατηρήσει την παλαιότερη ονομασία του Καίλιου λόφου, δηλαδή Κουερκουέτουλουμ, που σήμαινε «καλυμμένος με δάσος βελανιδιών». Δεν σώζεται κανένα ίχνος της, οι μελετητές πάντως την τοποθετούν στην περίμετρο του νοσοκομείου του Αγίου Ιωάννη.
- Πόρτα Καπένα: βρισκόταν σε κομβικό σημείο, μεταξύ των λόφων Καίλιου, Παλατίνου και Αβεντίνου. Στην περιοχή υπήρχε το ιερό άλσος των Καμενών, γι' αυτό το αρχικό της όνομα ήταν Πύλη Καμένα. Όταν το 312 π.Χ. δημιουργήθηκε η Αππία οδός, που κατέληγε στην πόλη Κάπουα, το όνομά της μετατράπηκε σε Καπένα και όλη η περιοχή απέκτησε σημαντικό ρόλο στη σύνδεση με την νότιο Ιταλία. Η Πύλη γκρεμίστηκε κατά την ανάπλαση της περιοχής από τον αυτοκράτορα Καρακάλλα και η είσοδος στην πόλη μεταφέρθηκε πιο έξω, στην Πύλη Αππία των Αυρηλιανών τειχών. Ίχνη της βρέθηκαν σε ανασκαφές, που έγιναν το 1867.
- Πύλη Ναίβια: σύμφωνα με τον Βάρρωνα οφείλει την ονομασία της στο Ναίβιο Δάσος, που είχε φυτέψει κάποιος Ναίβιος και όπου συνήθιζαν να καταφεύγουν οι κακοποιοί. Ίχνη της δεν έχουν εντοπιστεί.
- Πύλη Ραουντουσκουλάνα: η ονομασία της συνδέεται με την λατινική λέξη raudus ή rodus, που σήμαινε μπρούντζος. Ο Βάρρων την ερμήνευε ως μπρούτζινη Πύλη, ενώ ένας άλλος ιστορικός της εποχής του Αυγούστου, ο Βαλέριος Μάξιμος, τη συνδέει με μια μπρούτζινη μάσκα, που ήταν κρεμασμένη στο κέντρο της. Στην πρώτη περίπτωση, οι αρχαιολόγοι υποθέτουν την ύπαρξη μπρούτζινης ενίσχυσης της πύλης, καθώς βρισκόταν προς την πλευρά του Τίβερη και άρα ήταν πιο εύκολα προσβάσιμη από πιθανούς επιδρομείς. Ίχνη της δεν έχουν εντοπιστεί, αλλά το πιθανότερο ήταν να βρίσκεται στην περιοχή της εκκλησίας του Αγίου Σάββα.
- Πύλη Λαβερνάλις: δεν είναι γνωστή η ακριβή της θέση· όσο για την ονομασία της, ο Βάρρων τη συνδέει με έναν βωμό ή ναΐσκο, αφιερωμένο στη θεά Λαβέρνα[Σημ 4], που βρισκόταν πλησίον της πύλης.
- Πόρτα Τριγκεμίνα: διάφορες υποθέσεις έχουν γίνει σχετικά με το όνομά της (σημαίνει «Τρίδυμη»): ή ότι είχε 3 αψίδες ή ότι υπήρχαν 3 πύλες, η μία πίσω από την άλλη, ή ότι στο κέντρο του τόξου υπήρχε αναρτημένη η τρικέφαλη μορφή του Κάκου, ο οποίος σύμφωνα με την μυθολογία κατοικούσε στην περιοχή αυτή και εδώ έκλεψε μερικά από τα βόδια του Γηρυόνη, πριν τον τιμωρήσει ο Ηρακλής. Ίχνη της δεν έχουν εντοπιστεί με ακρίβεια γιατί, όπως και η Πύλη Φλουμεντάνα, καταστράφηκε τον 15ο αιώνα· μάλλον βρισκόταν πλησίον του ναού της Santa Maria in Cosmedin.
- Πύλη Τριουμφάλις: βρισκόταν ανάμεσα στον ναό της θεάς Φορτούνα (Τύχης) και τον ναό της Μάτερ Ματούτα, μεταξύ του Καπιτωλίνου λόφου και του Τίβερη. Η διάνοιξή της έγινε μετά την κατασκευή των τειχών και μάλλον την χρησιμοποιούσαν μόνο σε θριαμβικές πομπές (triumphus σημαίνει θρίαμβος στα λατινικά) ή σε ιδιαίτερα σημαντικές περιπτώσεις, όπως ήταν η νεκρώσιμη πομπή του Αυγούστου.
- Πύλη Φλουμεντάνα: το όνομά της προέρχεται από την λατινική λέξη flumen, που σημαίνει ποταμός. Οι μελετητές την τοποθετούν μεταξύ του Παλατίνου και του Καπιτωλίνου λόφου και του Τίβερη (αμέσως μετά την Νήσο Τιβερίνα). Βρισκόταν σε πάρα πολύ κοντινή απόσταση με την Πύλη Καρμεντάλις, αλλά δεν δεν γνωρίζουμε τον λόγο για τον οποίον συνέβαινε αυτό. Την περιοχή αυτή πάντως, μέχρι την εποχή του Αυγούστου, την ταλαιπωρούσαν συχνές πλημμύρες του Τίβερη.
- Πύλη Καρμεντάλις: πήρε το όνομά της από τον βωμό της νύμφης Καρμέντας, μητέρας του Εύανδρου, που εποίκισε τον Παλατίνο λόφο. Αρχικά ήταν μια ιερή πύλη προς τον Καπιτωλίνο λόφο, όμως με το πέρασμα του χρόνου συνδέθηκε με ατυχή γεγονότα και θεωρήθηκε κακότυχη.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Αυρηλιανά Τείχη
- Τείχος του Ρωμύλου
- Μουσείο των Τειχών της Ρώμης.
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Έκτος βασιλιάς της Αρχαίας Ρώμης, βασίλεψε από το 578 έως το 539 π.Χ. Ήταν λαοφιλής, προχώρησε στη σύσταση του census (=απογραφή πληθυσμού), που απετέλεσε τη βάση για την αναδιοργάνωση του ρωμαϊκού στρατού. Επέκτεινε τα όρια της πόλης συμπεριλαμβάνοντας τους λόφους Εσκουιλίνο, Βιμινάλιο και Κυρηνάλιο
- ↑ που αντιστοιχούν σε 2 ρωμαϊκούς πόδες ή μικρούς Ελληνικούς
- ↑ ρωμαϊκή θεότητα, αντίστοιχη της αρχαιοελληνικής Υγείας
- ↑ ρωμαϊκή θεότητα του Άδη, ήταν προστάτιδα των κλεπτών, που γι' αυτό το λόγο ονομάζονταν λαβερνίωνες
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Sèrvio Tùllio». Enciclopedia Treccani. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2018.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 Filippo Coarelli (1989). «Le Mura urbane». Roma. Roma-Bari: G. Laterza & Figli. σελίδες 10–16. ISBN 88-420-1699-3.
- ↑ «IL TUFO DI GROTTA OSCURA». Rome and Art. Ανακτήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 2017.
Βιβλιογραφικές πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Στράβων. Γεωγραφικά Βιβλίο ε΄ 3.7.
- Τίτος Λίβιος. Ab Urbe Condita (Από την ίδρυση της πόλης).
- Quercioli, Mauro (1982). Le mura e le porte di Roma. Ρώμη: Newton Compton Ed. ISBN 88-7983-243-3.