Κήνσορας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι Κήνσορες ή Τιμητές (censores) ήταν αξίωμα κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Ήταν ανώτεροι άρχοντες (magistratus maiores), δύο στον αριθμό, χωρίς ωστόσο να έχουν imperium παρά μόνο την censoria potestas (οριοθετημένη κηνσορική εξουσία). Εκλέγονταν για 18 μήνες από την συνέλευση της comitia centuriata (λοχίτιδα εκκλησία), την ανώτατη συνέλευση των Ρωμαίων πολιτών, κάθε πενταετία στην "τιμητική περίοδο". Κήνσορες μπορούσαν να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες, αρχικά πατρίκιοι και μετά τη Lex Publilia Philonis (339 π.Χ.) και πληβείοι.

Καθήκοντα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είχαν αρμοδιότητα να συντάσσουν τους καταλόγους των Ρωμαίων πολιτών βάσει της κτηματικής τους περιουσίας και μετέπειτα βάσει της αποτίμησης αυτής σε ασάρια. Συνέτασσαν επίσης και τους Συγκλητικούς καταλόγους, έχοντας εξουσία να σημειώνουν στο περιθώριο αυτών επίμεμπτες πράξεις μελών της συγκλήτου με αποτέλεσμα τα τελευταία να κηρύσσονται έκπτωτα από το ισόβιο αξίωμα του συγκλητικού.

Βασικές αρμοδιότητές τους ήταν:

  1. Η καταχώρηση των Ρωμαίων πολιτών σε φορολογικούς και άλλους ειδικούς καταλόγους (ορφανών, ιππέων κλπ)
  2. Η συμπλήρωση του συγκλητικού καταλόγου βάσει της διαδικασίας της lectio senatus
  3. Η εκμίσθωση των δημόσιων προσόδων της Ρώμης
  4. Διοικητική δικαιοδοσία για εκδίκαση αυτών των διαφορών
  5. Ο ουσιαστικός έλεγχος των ηθών (βάσει αυτού σημειώνονταν οι επίμεμπτες πράξεις των συγκλητικών στους ειδικούς καταλόγους που επέφεραν έτσι την "ατιμία" τους και την έκπτωση από το αξίωμά τους)

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Νάκος Γ., Ιστορία Ελληνικού και Ρωμαϊκού Δικαίου, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2008