Όθων ντε Λα Ρος
Όθων ντε λα Ρος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 12ος αιώνας Ντου |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | αριστοκράτης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Élisabeth de Chappes |
Τέκνα | Όθων Ε΄ ντε λα Ρος Μπον ντε Λα Ρος Γκυ Α΄ ντε Λα Ρος |
Γονείς | Πονς Β΄ ντε Λα Ρος |
Αδέλφια | Σιβύλλα ντε λα Ρος |
Οικογένεια | Οίκος ντε Λα Ρος |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Δ' Σταυροφορία |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | duke of Athens (1205–1225) |
Θυρεός | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Όθων ντε Λα Ρος (Otto de la Roche, πέθανε πριν το 1234) ήταν Γάλλος ευγενής από την επαρχία Φρανς-Κοντέ στην Βουργουνδία και γενάρχης του Οίκος ντε Λα Ρος. Συμμετείχε στην Δ΄ Σταυροφορία (1204) και έγινε ο πρώτος άρχοντας του Φραγκικού Δουκάτου των Αθηνών, διεκδίκησε επίσης την Βαρωνία της Θήβας (1211). Ο χρονικογράφος Αλμπερίκ του Τρουά - Φονταίν γράφει ότι ήταν γιος ενός "σημαντικού ευγενούς του Πονς από το Λα Ρος στην Βουργουνδία".[1] Η θέση του Λα Ρος αμφισβητείται επειδή δεν είναι γνωστό αν το όνομα "Βουργουνδία" αναφέρεται στην ελεύθερη κομητεία ή στο Δουκάτο της Βουργουνδίας.[2] Το χωριό Λα Ρος-συρ-Λ'Όνιον στην Ρίγκνεϊ της ελεύθερης κομητείας είναι η πιθανότερη θέση επειδή βρίσκεται δίπλα από το Φλάγκει, την Βενετία και τα υπόλοιπα εδάφη της οικογένειας του Όθωνος.[3]
Δ΄ Σταυροφορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Όθων επικύρωσε τις δωρεές των προγόνων του στο αβαείο του Σαρλιέ (1195).[4] Συμμετείχε στην Δ΄ Σταυροφορία την χρονιά που έφτασε έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης (1203).[1] Ο χρονικογράφος Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος αναφέρει ότι πολέμησε στην "Έκτη Μεραρχία" του Σταυροφορικού στρατού η οποία "δημιουργήθηκε από τον λαό της Βουργουνδίας".[1][5][6] Οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη (12 Απριλίου 1204) και τα υπόλοιπα εδάφη που ανήκαν στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπό την ηγεσία του Βαλδουίνου Θ΄ της Φλάνδρας που εξελέγη πρώτος Λατίνος Αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης (9 Μαΐου 1204).[7]
Η διανομή των εδαφών έφερε μεγάλη σύγκρουση στους Σταυροφόρους, ένας από τους αρχηγούς της ο Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός πολιορκούσε ακόμα την Αδριανούπολη αν και είχε κατακτηθεί πρόσφατα από τον Βαλδουίνο.[8] Οι Σταυροφόροι ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με τον Βονιφάτιο, ο Όθων σύμφωνα με τον Βιλλεαρδουίνο ήταν ο ένας από τους τέσσερις "κύριους συμβούλους" του Βονιφάτιου.[8][9] Τον Οκτώβριο του 1204 ακολούθησε η τελική συμφωνία για την διανομή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ο Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός αναγνωρίστηκε κυρίαρχος σε ολόκληρη τη Ελληνική χερσόνησο με έδρα την Θεσσαλονίκη.[10][11] Ο Βονιφάτιος κατέκτησε τον Νοέμβριο την Θεσσαλία, την Βοιωτία και την Αττική και παραχώρησε τις νέες περιοχές στους στρατηγούς του.[12][13] Ο Όθων ντε Λα Ρος δέχτηκε την Αθήνα, πολύ πιθανό πήρε και την Θήβα αν και ο ιστορικός Λόνγκνον αναφέρει ότι η Θήβα μετά την κατάκτηση της παραχωρήθηκε στον Αλμπερτίνο και στον Ρολαντίνο της Κανόσα.[14][15][16]
Μέγας Κύρης των Αθηνών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Όθων δέχτηκε τον τίτλο του "Μέγα Κύρη των Αθηνών".[17] Είναι αβέβαιο πότε δέχτηκε τον τίτλο του "Δούκα", σύμφωνα με την παράδοση όπως γράφει το Χρονικόν του Μορέως ο τίτλος απονεμήθηκε από τον Λουδοβίκο Θ΄ της Γαλλίας στον διάδοχο του Γκυ Α΄ ντε Λα Ρος (1259).[18][19] Ο τίτλος δεν εμφανίζεται σε επίσημα έγγραφα πριν το 1260, σε μια επιστολή τον Ιούνιο του 1208 ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ τον προσφωνεί "Κύρη".[18] Ο Όθων οχύρωσε την Ακρόπολη Αθηνών, όπως γράφει ο Λόνγκνον έκτισε έναν τετράγωνο πύργο στην κύρια είσοδο της Ακρόπολης ακολουθώντας τις συμβουλές του ειδικού Αντουάν Μπον.[20][21] Ο Όθων είχε την υποστήριξη της Καθολικής εκκλησίας, ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ καθόρισε με διάταγμα τον Λατίνο Μπεράρ πρώτο Καθολικό αρχιεπίσκοπο των Αθηνών σαν διάδοχο του Ορθόδοξου αρχιεπισκόπου Μιχαήηλ Χωνιάτη (27 Νοεμβρίου 1206).[22] Ο Όθων είχε καλές σχέσεις με το Κιστερκιανό αβαείο του Μπελεβώ στην πατρίδα του Βουργουνδία, τοποθέτησε πολλούς μοναχούς του αβαείου στην Μονή Δαφνίου και ανήγειρε μια στήλη για να τους απομνημονεύσει.[23]
Σχέσεις με τον αυτοκράτορα Ερρίκο της Φλάνδρας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Σεπτέμβριο του 1207 ο επικυρίαρχος του Βονιφάτιος του Μομφερράτου έπεσε σε μάχη με τους Βούλγαρους, οι υποτελείς του επαναστάτησαν εναντίον του νέου Λατίνου αυτοκράτορα Ερρίκου της Φλάνδρας.[24][25] Ο Όθων στάθηκε πιστός στον αυτοκράτορα, αυτό πιθανότατα του "κόστισε την Θήβα" επειδή την ίδια εποχή ο Αλμπερτίνο της Κανόσα έγινε κύριος στην Ακρόπολη της πόλης.[26] Ο Όθων ντε Λα Ρος παντρεύτηκε στα τέλη του 1208 την Ισαβέλλα ντε Ρέϋ από την οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων.[27][28] Την ίδια περίοδο παρουσιάζεται η πρώτη του σύγκρουση με την εκκλησία, απαγόρευσε στον πατριάρχη Μπεράρ να διορίσει τον θησαυροφύλακα του Καθεδρικού ναού, ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ εξουσιοδότησε τον αρχιεπίσκοπο της Λάρισας να λύσει την διαφορά.[27]
Ο αυτοκράτορας Ερρίκος της Φλάνδρας συγκάλεσε τις πρώτες μέρες του Μαΐου του 1209 το πρώτο από τα δυο Κοινοβούλια στην Ραβέννικα, οι εκτάσεις του Όθωνος κατοχυρώθηκαν.[25] Ο αυτοκράτορας κυρίευσε την Θήβα από τον Αλμπερτίνο του Κανόσα (8 Μαΐου 1209) και επισκέφτηκε την Αθήνα όπου αντιμετώπισε τον Όθων με μεγάλο σεβασμό.[29] Ο ιστορικός Τζων Λόνγκνον σημειώνει ωστόσο ότι ο Όθων δεν αναγνώρισε ποτέ τον αυτοκράτορα σαν άμεσο επικυρίαρχο, έμεινε πάντοτε πιστός στον διάδοχο του Βονιφάτιου Δημήτριο του Μομφερράτου μέχρι την πτώση του βασιλείου της Θεσσαλονίκης (1224).[15] Δεν είναι γνωστό αν του παραχωρήθηκε η Θήβα από τον αυτοκράτορα μετά την κατάκτηση της (1209) αφού καταγράφεται για πρώτη φορά κύριος της Θήβας το 1211.[29][30]
Λόρδος του Άργους και του Ναυπλίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο δεύτερο Κοινοβούλιο στην Ραβέννικα (2 Μαΐου 1210) ο Όθων επικύρωσε τις σχέσεις της εκκλησίας με το κράτος υπογράφοντας σαν "Όθων ντε λα Ρος, Μέγας Κύρης των Αθηνών".[4] Ο Όθων κατηγορήθηκε για την συμπεριφορά του στους Έλληνες ιερείς σαν να είναι δουλοπάροικοι, οι περισσότεροι είχαν χειροτονηθεί με Ορθόδοξους ηγουμένους και οι Φράγκοι προσπάθησαν να υποτάξουν τον τοπικό πληθυσμό με την βία. Ο Όθων και ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος ξεκίνησαν μια σειρά από εκστρατείες στην ηπειρωτική Ελλάδα, κατέλαβαν την Ακροκόρινθο (1210), το Άργος και το Ναύπλιο (1212), δέχτηκε τα Τιμάρια Άργους και Ναυπλίας και το Κάστρο του Δαμαλά. Δέχτηκε επιπλέον σύμφωνα με τον Μαρίνι Σανούδο Τορσέλλο έναν εμπορικό φόρο από την Κόρινθο.[4] Ο Όθων μετέφερε την πρωτεύουσα του στην Θήβα επειδή είχε σημαντική εμπορική σημασία με την παραγωγή μεταξιού, ο ίδιος διέμενε πάντοτε στην Αθήνα σε ένα κάστρο στην κορυφή της Ακρόπολης.
Σύγκρουση με τον κλήρο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την περίοδο 1208 - 1213 είχε συνεχώς αλληλογραφία με τον πάπα Ιννοκέντιο Γ΄ επειδή ο Λατινικός κλήρος της Αττικής είχε έντονα παράπονα για την συμπεριφορά του, έδωσε το κάστρο της Λιβαδειάς στον πάπα και σαν αντάλλαγμα πήρε μια ετήσια εισφορά (1214).[4] Ο διάδοχος του Πάπας Ονώριος Γ΄ ζήτησε την περίοδο 1217 - 1225 να έχει συνάντηση μαζί του, τον αφόρισε και έθεσε τις εκτάσεις του σε απαγόρευση σαν τιμωρία για την συμπεριφορά του στους Λατίνους ιερείς.[4] Ο Όθων συμφώνησε με τον πάπα να επιστρέψει τα εκκλησιαστικά εδάφη αλλά να κρατήσει τα εκκλησιαστικά έπιπλα με μια ετήσια εισφορά. Παραχώρησε σε καθορισμένες μέρες του χρόνου στο Μπελεβώ δικαιώματα αλιείας στην Λα Ρος και Ρέϋ (1217, 1221).[4] Σύμφωνα με την παράδοση μετά το 1225 παραιτήθηκε στην Αθήνα υπέρ του γιου του Γκυ Α΄ ντε Λα Ρος και επέστρεψε με την σύζυγο του στην πατρίδα του αλλά δεν υπάρχουν πηγές να το επιβεβαιώσουν.[4] Το βέβαιο είναι ότι πέθανε πριν το 1234 αφού σε ένα διάταγμα εκείνη την χρονιά ο γιος του Όθων Β΄ του Ρέι καταγράφεται σαν "ένας γιος του πρώην λόρδου Όθωνος, δούκα των Αθηνών".[4]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Όθων παντρεύτηκε την Ισαβέλλα του Ρέϋ που περιγράφεται σαν κόρη και διάδοχος του Γκυ, λόρδου του Ρέϋ-συρ-Σον στην ελεύθερη κομητεία της Βουργουνδίας.[31] Ο ιστορικός Λόνγκνον την καταγράφει σαν κόρη του Κλαρεμπώ Δ΄ του Τσάπ ενός λόρδου από την Καμπανία.[32] Απέκτησε δυο γιους τον Όθωνα και τον Γκυ. Ο Όθων κληρονόμησε την ηγεμονία του Ρέϋ, σύμφωνα με την παράδοση. Ο Γκυ κληρονόμησε το Λα Ρος και το δουκάτο πέρασε σε έναν ανιψιό του Όθωνος που λεγόταν Γκυ.[28][31] Ο Λόνγκνον παρουσίασε ένα διάταγμα στο οποίο ο Όθων του Ρέϋ ονόμαζε τον δούκα σαν αδελφό του κάτι που σημαίνει ότι ήταν γιος του Γκυ ανατρέποντας την μέχρι τότε άποψη ότι ήταν ανιψιός του.[4] Τα περισσότερα μέλη της οικογένειας Λα Ρος ζούσα στην ελεύθερη κομητεία της Βουργουνδίας αλλά επί Όθωνος πολλοί εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα.[31] Ο Γουόλτερ ένας μικρανεψιός του ήταν μέλος στο "Κεφάλαιο του Παρθενώνα" (1292).[22][31]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Longnon 1973, p. 61.
- ↑ Longnon 1973, p. 64.
- ↑ Longnon 1973, pp. 64–65.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 4,7 4,8 Longnon 1978, pp. 215–16.
- ↑ Lock 1995, p. 35.
- ↑ Villehardouin 2007, p. 31.
- ↑ Lock 1995, pp. 43–44.
- ↑ 8,0 8,1 Setton 1976, p. 16.
- ↑ Villehardouin 2007, p. 64.
- ↑ Runciman 1989, p. 125.
- ↑ Longnon 1969, p. 235.
- ↑ Lock 1995, pp. 50–51.
- ↑ Longnon 1969, pp. 236–38.
- ↑ Longnon 1969, p. 238.
- ↑ Fine 1994, p. 89.
- ↑ Lurier 1964, p. 9, follows Lognon.
- ↑ Setton 1946, p. 235 n. 1.
- ↑ 18,0 18,1 Fine 1994, p. 109 n.2.
- ↑ Setton 1946, p. 235 n.1.
- ↑ Longnon 1973, p. 241.
- ↑ Longnon 1978, pp. 216 and n. 83.
- ↑ 22,0 22,1 Lock 1995, p. 206.
- ↑ Longnon 1978, pp. 215–216.
- ↑ Setton 1976, p. 27.
- ↑ 25,0 25,1 Lock 1995, p. 58.
- ↑ Setton 1976, p. 28.
- ↑ 27,0 27,1 Setton 1976, p. 412.
- ↑ 28,0 28,1 Lock 1995, p. 364.
- ↑ 29,0 29,1 Setton 1976, p. 29.
- ↑ Longnon 1946, pp. 88–89.
- ↑ 31,0 31,1 31,2 31,3 Setton 1976, p. 417.
- ↑ Longnon 1973, pp. 64 and 69.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Καταλανοί εν τη Ανατολή : οις προσετέθη και ανέκδοτος της χρονολογίας των Αθηνών, υπό Επαμ. Ι. Σταματιάδου, δαπάνη Κωνστ. Αντωνιάδου. -- [Αθήναι] : εκ του τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, 1869. -- 327 σ.
- Setton, Kenneth M. (general editor) A History of the Crusades: Volume II — The Later Crusades, 1189 – 1311. Robert Lee Wolff and Harry W. Hazard, editors. University of Wisconsin Press: Milwaukee, 1969.
- Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι (1204-1566) / Ουΐλλιαμ Μίλλερ, μετάφρ. Σπυρ. Π. Λάμπρου, μετά προσθηκών και βελτιώσεων, Εν Αθήναις Ελληνική Εκδοτική Εταιρεία, 1909-1910
- Fine, John V. A. (1994). The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth-Century to the Ottoman Conquest. University of Michigan Press.
- Lock, Peter (1995). The Franks in the Aegean (1204–1500). Longman. ISBN 0-582-05139-8.
- Longnon, Jean (1946). "Problèmes de l'histoire de la principauté de Morée". Journal des savants (in French). 2 (2): 77–93.
- Longnon, Jean (1969). "The Frankish States in Greece, 1204–1311". In Wolff, Robert Lee; Hazard, Harry W. A History of the Crusades, Volume II: The Later Crusades, 1189–1311. University of Wisconsin Press. pp. 234–275.
- Longnon, Jean (1973). "Les premiers ducs d'Athènes et leur famille". Journal des savants (in French). 1 (1): 61–80.
- Longnon, Jean (1978). Les compagnons de Villehardouin: Recherches sur les croisés de la quatrième croisade. Librairie Droz.
- Lurier, Harold E., ed. (1964). "Crusaders as Conquerors: The Chronicle of Morea". New York: Columbia University Press.
- Runciman, Steven (1989). A History of the Crusades, Volume III: The Kingdom of Acre and the Later Crusades. Cambridge University Press.
- Setton, Kenneth M. (1946). "A Note on Michael Choniates, Archbishop of Athens (1182–1204)". Speculum. 21 (2): 234–36.
- Setton, Kenneth M. (1976). The Papacy and the Levant (1204–1571), Volume I: The Thirteenth and the Fourteenth Centuries. The American Philosophical Society.
- Villehardouin, Geoffroy de (2007). "Villehardouin's Chronicle of the Fourth Crusade and the Conquest of Constantinople". In Shaw, Margaret R. B. Chronicles of the Crusades: Villehardouin and Joinville. Dovers Publications.
- Bury, John B. (1886). "The Lombards and Venetians in Euboia (1205–1303)". The Journal of Hellenic Studies. 7: 309–352.
- Reumont, A. von (1871). "Der Herzog von Athen". Historische Zeitschrift (in German). 26 (1): 1–74.
- Setton, Kenneth M. (1975). Athens in the Middle Ages. Variorum Reprints.