Ταφίοι
Οι Ταφίοι ή Τηλεβόες ήταν, πιθανώς μυθικός, ελληνικός λαός που αναφέρεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια.
Σύμφωνα με τον Όμηρο, η Αθηνά μιλάει στον Τηλέμαχο και του λέει ότι η ίδια είχε μεταμφιεστεί σε Ταφιώτη. Η Αθηνά του μιλάει για κάποιο Ταφίο Μέντη που έκανε εμπόριο χαλκού και σιδήρου και είχε δεσμό φιλοξενίας με τον πατέρα του Οδυσσέα. Οι Ταφίοι μιλούσαν ελληνικά, ήταν φημισμένοι κωπηλάτες όπως οι Φαίακες και έκαναν θαλάσσιο εμπόριο με άλλες πόλεις λιμάνια. [1] Ο Απολλόδωρος μας αναφέρει έναν άλλον μύθο για τους Ταφίους για τους οποίους μάλιστα αναφέρει ότι ζούσαν σε νησιά, κάποτε ο Αμφιτρύων πολιόρκησε την πόλη όταν βασιλιάς της ήταν ο Πτερέλαος, γιος του Τάφιου. Ο Πτερέλαος είχε μια κόρη την Κομαιθώ η οποία όμως τον πρόδωσε αφού ερωτεύθηκε τον Αμφιτρύωνα και με την βοήθειά της κατέλαβε την πόλη και μετά την σκότωσε για την προδοσία της.[2]
Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, Ταφίοι ή Τηλεβόες έκλεψαν τα βόδια του βασιλιά των Μυκηνών Ηλεκτρίονα, σκότωσαν τους γιους του και αδελφούς της Αλκμήνης. Ο άνδρας της Αλκμήνης, Αμφιτρύων, μαζί με τον Κέφαλο πολέμησε τους Ταφίους και τους νίκησε σε μια μάχη κοντά στην Θήβα.
Ταφίοι ήταν επίσης οι πρώτοι κάτοικοι της Κεφαλλονιάς. Τάφος λέγεται αλλιώς το Μεγανήσι, μια νησίδα νοτιοανατολικά της Λευκάδας, η οποία τον καιρό του Στράβωνα λεγότανε Ταφιάς και ανήκε στις λεγόμενες Ταφίους Νήσους. Οι άλλες Ταφίοι νήσοι ήταν τα υπόλοιπα νησιά μεταξύ Ακαρνανίας και Λευκάδας, όπως η Κάλαμος (παλαιότερα Κάρνος), ο Καστός, η Άτοκος και το Αρκούδι.
Μετά την ήττα τους από τον Κέφαλλο, οι Ταφίοι λέγεται ότι εγκατέλειψαν τις Εχινάδες και αποίκησαν το Κάπρι και την Καμπανία.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Η Αρχαϊκή Ελλάδα, από τον Όμηρο ως τον Αισχύλο, Claude Mosse, μετάφραση Στρατή Πασχάλη, Αθήνα 1991, Έκδοση Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελίδα 84, ISBN 960-250-046-8
- Georg Biedermann, επιμ. (1887). Die Insel Kephallenia im Altertum (στα Γερμανικά). Μόναχο: Akademische Bchdruckerei von F. Straub. Ανακτήθηκε στις 18 Μαρτίου 2010.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ τὸν δ' αὖτε προσέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη· "τοιγὰρ ἐγώ τοι ταῦτα μάλ' ἀτρεκέως ἀγορεύσω. Μέντης Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχομαι εἶναι υἱός, ἀτὰρ Ταφίοισι φιληρέτμοισιν ἀνάσσω. νῦν δ' ὧδε ξὺν νηῒ κατήλυθον ἠδ' ἑτάροισι, πλέων ἐπὶ οἴνοπα πόντον ἐπ' ἀλλοθρόους ἀνθρώπους, ἐς Τεμέσην μετὰ χαλκόν, ἄγω δ' αἴθωνα σίδηρον". Ομήρου Οδύσσεια Ραψωδία Α΄, 178
- ↑ Ἀμφιτρύων δὲ ἔχων ἐκ μὲν Θορικοῦ τῆς Ἀττικῆς Κέφαλον συμμαχοῦντα, ἐκ δὲ Φωκέων Πανοπέα, ἐκ δὲ Ἕλους τῆς Ἀργείας Ἕλειον τὸν Περσέως, ἐκ δὲ Θηβῶν Κρέοντα, τὰς τῶν Ταφίων νήσους ἐπόρθει. ἄχρι μὲν οὖν ἔζη Πτερέλαος, οὐκ ἐδύνατο τὴν Τάφον ἑλεῖν· ὡς δὲ ἡ Πτερελάου θυγάτηρ Κομαιθὼ ἐρασθεῖσα Ἀμφιτρύωνος τὴν χρυσῆν τρίχα τοῦ πατρὸς ἐκ τῆς κεφαλῆς ἐξείλετο, Πτερελάου τελευτήσαντος ἐχειρώσατο τὰς νήσους ἁπάσας. τὴν μὲν οὖν Κομαιθὼ κτείνει Ἀμφιτρύων Απολλόδωρου Β΄