Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Ιράκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιρακινό Κοινοβούλιο

مجلس النواب العراقي
ئه‌نجومه‌نی نوێنه‌رانی عێراق
Είδος
ΤύποςΜονοθάλαμο
Ηγεσία
Πρόεδρος Βουλής
Μοχάμετ Αλ Χαλμπούσι
Δομή
Κοινοβουλευτικές
Ομάδες
Εκλογές
Τελευταία εκλογή
12 Μαΐου 2018
Τόπος συνεδριάσεων
Πράσινη Ζώνη, Βαγδάτη
Ιστοσελίδα
parliament.iq

Το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Ιράκ[1] (αραβικά: مجلس النواب العراقي, κουρδικά: نوێنه‌رانی عێراق،) είναι το νομοθετικό σώμα του Ιράκ. Αυτή τη στιγμή αποτελείται από 329 έδρες και συνεδριάζει στη Βαγδάτη εντός της Πράσινης Ζώνης.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μοναρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πρώτο εκλεγμένο σώμα του ιρακινού κοινοβουλίου, σχηματίστηκε έπειτα από τη σύσταση συνταγματικής μοναρχίας το 1925. Το σύνταγμα του 1925 προέβλεπε τη σύσταση δύο σωμάτων στο κοινοβούλιο, της κάτω βουλής ή Βουλής των Αντιπροσώπων, τα μέλη της οποίας εκλέγονταν με καθολική ψηφοφορία στην οποία συμμετείχε ο ανδρικός πληθυσμός και της άνω βουλής, ή Γερουσίας, η οποία διοριζόταν από τον βασιλιά. Δέκα εκλογές διεξήχθησαν από το 1925 έως και το πραξικόπημα του 1958.[2]

Στις 17 Ιανουαρίου του 1953 διεξήχθησαν εκλογές για τη Βουλή των Αντιπροσώπων (γνωστή επίσης ως Εθνοσυνέλευση). Έπειτα από τη διαμάχη σχετικά με την εφαρμογή του λεγόμενου Συμφώνου της Βαγδάτης, ο πρωθυπουργός Νουρί Πασά ασ-Σαΐντ προανήγγειλε εκλογές για το επόμενο έτος, στις αρχές του 1954. Ο Σαΐντ διέλυσε τη βουλή και άρχισε να διοικεί με διατάγματα, όμως η αντιπολίτευση τον ανάγκασε να προχωρήσει σε εκλογές μέσα σε τρία χρόνια. Οι δεύτερες εκλογές του 1954 χαρακτηρίστηκαν από εκτεταμένη διαφθορά, καθώς απαγορεύτηκε στους πολιτικούς εχθρούς του Σαΐντ να μετέχουν στις εκλογές, ενώ υπήρξαν και αρκετές περιπτώσεις εξαναγκασμού ψηφοφόρων. Το σώμα διαλύθηκε για άλλη μια φορά, και το 1958 ένα στρατιωτικό πραξικόπημα καθαίρεσε τον Σαΐντ και τη μοναρχία,[3] καταργώντας και το κοινοβούλιο.

Υπό τον Σαντάμ Χουσεΐν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σύνταγμα του 1970 προέβλεπε ένα δημοκρατικό καθεστώς με εκλεγμένη Εθνοσυνέλευση. Ωστόσο, οι εκλογές για την Εθνοσυνέλευση δεν πραγματοποιήθηκαν μέχρι τον Ιούνιο του 1980, στο πλαίσιο του νέου στρατιωτικού προέδρου του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν. Αρκετές εκλογές έλαβαν χώρα μεταξύ 1989 και 2003. Η νέα Εθνοσυνέλευση ήταν σε μεγάλο βαθμό μία μαριονέτα, που απλά επικύρωνε τα προεδρικά διατάγματα. Μόνο τα μέλη του Κόμματος Μπάαθ του Χουσεΐν εκλέγονταν.

Η μεταβατική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2003, ο Σαντάμ Χουσεΐν είχε βίαια απομακρυνθεί από την εξουσία από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, το Ηνωμένο Βασίλειο και τους συμμάχους τους κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ. Τον Μάρτιο του 2004 ένα κυβερνητικό συμβούλιο που έχει συσταθεί από την προσωρινή αρχή συνασπισμού, υπέγραψε ένα ενδιάμεσο σύνταγμα με σκοπό την εκλογή μιας μεταβατικής Εθνοσυνέλευσης το αργότερο μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου του 2005. Η Εθνοσυνέλευση εν συνεχεία θα συντάξει ένα μόνιμο σύνταγμα το οποίο στη συνέχεια θα υποβληθεί για έγκριση από τον ιρακινό λαό σε ένα γενικό δημοψήφισμα.

Εκλογές για αυτή τη μεταβατική Εθνοσυνέλευση έλαβαν χώρα στις 30 Ιανουαρίου του 2005. Το κόμμα Ενωμένη Ιρακινή Συμμαχία κέρδισε την πλειοψηφία των εδρών με 48% της λαϊκής ψήφου με αποτέλεσμα 140 έδρες. Ογδόντα πέντε μέλη του σώματος ήταν γυναίκες.

Οι συνομιλίες μεταξύ της Ενωμένης Ιρακινής Συμμαχίας και των άλλων κομμάτων για να σχηματίσουν μια κυβέρνηση συνασπισμού ξεκίνησε αμέσως μετά τις εκλογές. Το σώμα συνεδρίασε για πρώτη φορά στις 16 Μαρτίου του 2005. Έπειτα από εβδομάδες διαπραγματεύσεων μεταξύ των κυρίαρχων πολιτικών κομμάτων, στις 4 Απριλίου του 2005, ο Άραβας Σουνίτης Χατζίμ αλ-Χασάνι επιλέχθηκε ως ομιλητής, ο Σιίτης Χουσεΐν Σαχριστανί και ο Κούρδος Αρέφ Ταϊφούρ εξελέγησαν ως κορυφαίοι αναπληρωτές του. Η Εθνοσυνέλευση εξέλεξε τον Τζαλάλ Ταλαμπανί να ηγηθεί της Προεδρίας του Συμβουλίου στις 6 Απριλίου και ενέκρινε την επιλογή του Ιμπραήμ αλ-Τζααφάρι και το υπουργικό του συμβούλιο στις 28 Απριλίου.

Το Σύνταγμα του 2005[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με το μόνιμο σύνταγμα που εγκρίθηκε στις 15 Οκτωβρίου του 2005, η νομοθετική εξουσία ασκείται από δύο όργανα, το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων και το Συμβουλίο της Ένωσης.

Το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων αποτελείται από 325 μέλη που εκλέγονται για τέσσερα χρόνια, με δύο συνεδρίες σε κάθε ετήσιο όρο. Το Συμβούλιο περνά ομοσπονδιακούς νόμους, επιβλέπει την εκτελεστική εξουσία, επικυρώνει συνθήκες και εγκρίνει τις υποψηφιότητες συγκεκριμένων αξιωματούχων. Εκλέγει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος επιλέγει έναν πρωθυπουργό από την πλειοψηφία του συνασπισμού στο Συμβούλιο. Κατά τη διάρκεια μιας αρχικής περιόδου, ένα τριμελές Προεδρικό Συμβούλιο εκλέγεται από το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων που θα ασκεί τα καθήκοντα του προέδρου της Δημοκρατίας.

Εκλογές για το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων πραγματοποιήθηκαν στις 15 Δεκεμβρίου του 2005. Το Συμβούλιο συνεδρίασε για πρώτη φορά στις 16 Μαρτίου του 2006, ακριβώς ένα χρόνο μετά την πρώτη συνεδρίαση της μεταβατικής διάταξης.

Το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Ιράκ έχει το ίδιο όνομα στα αραβικά (مجلس النواب) όπως στις κάτω βουλές του Μπαχρέιν, του Μαρόκου, της Ιορδανίας και της Υεμένης, όπως και στα νομοθετικά σώματα του Λιβάνου και της Τυνησίας.

Το Συμβούλιο της Ένωσης, ή Ομοσπονδία Συμβούλιο, προβλέφθηκε ώστε να αποτελείται από εκπροσώπους περιοχών του Ιράκ. Η ακριβής σύνθεση και οι αρμοδιότητες της δεν ορίζονται στο Σύνταγμα και αναμενόταν να καθοριστούν από το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων.

Βομβιστική επίθεση ιρακινού κοινοβουλίου 2007[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 12 Απριλίου, 2007, ο Μοχάμεντ Αουάντ, ένα πολιτικό μέλος του κόμματος του Ιρακινού Εθνικού Διαλόγου του Συμβουλίου, σκοτώθηκε στο κυλικείο του συνεδριακού κέντρου του κτιρίου του κοινοβουλίου, ενώ 22 τραυματίστηκαν κατά στην έκρηξη που σημειώθηκε στο κοινοβούλιο το 2007.[4][5]

Θέματα του 2007[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια ομάδα σουνιτών νομοθετών μποϊκοτάρισε το κοινοβούλιο σε ένδειξη διαμαρτυρίας τον Ιούνιο 2007 για την απομάκρυνση του ομιλητή Μαχμούντ αλ-Μασαντανί, έπειτα από μια σειρά αμφιλεγόμενων ενεργειών. Επέστρεψαν τον Ιούλιο, όταν ο ομιλητής αποκαταστάθηκε με την προϋπόθεση ότι θα παραιτηθεί έπειτα από μερικές συνεδρίες. Μια ομάδα σιιτών επέστρεψε, επίσης, τον Ιούλιο έπειτα από μποϊκοτάζ που απέφερε μια έρευνα σχετικά με τη βομβιστική επίθεση σιιτικού τζαμιού, μαζί με την ανασυγκρότηση και τη βελτίωση της ασφάλειας. Το κοινοβούλιο ήταν υπό πίεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να περάσει νομοθεσία σχετική με τα μέλη του κόμματος Μπάαθ, την κατανομή των εσόδων από το πετρέλαιο, την περιφερειακή αυτονομία και τη συνταγματική μεταρρύθμιση, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2007.[6]

Διαδηλώσεις του 2016[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κοινοβούλιο είχε καταληφθεί από Σιίτες διαδηλωτές τον Απρίλιο του 2016. Οι διαδηλωτές επιτέθηκαν επίσης στα κτίρια στο εσωτερικό του κοινοβουλευτικού συγκροτήματος.[7]

Εκλογές 2018[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Χώρες του Κόλπου, Ιράν, Ιράκ και Υεμένη europarl.europa.eu
  2. «Business & Financial News, Breaking US & International News - Reuters.com». reuters.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Νοεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2015. 
  3. Η καθεστωτική ανατροπή στο Ιράκ kathimerini.gr
  4. «Login». timesonline.co.uk. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2015. 
  5. «BBC NEWS - Middle East - Iraq MPs condemn parliament blast». bbc.co.uk. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2015. 
  6. «Iraqi Parliament Pulls Together as Break Looms». NPR.org. 19 Ιουλίου 2007. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2015. 
  7. «Shia protesters storm Iraq parliament». BBC News Online. 30 Απριλίου 2016. http://www.bbc.co.uk/news/world-middle-east-36176910. Ανακτήθηκε στις 30 Απριλίου 2016. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]