Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σεμιόν Άνσκυ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Σεμιόν Άνσκυ
ΨευδώνυμοС. Ан-ский, Semen An-skij[1], Solomon Ansky[1], S. Ansky[1], Solomon An-Ski[1], Shlomo Ansky[1] και Semen An-s‘ki[1]
Γέννηση15ιουλ. / 27  Οκτωβρίου 1863γρηγ.[2]
Τσάσνικι[3]
Θάνατος8  Νοεμβρίου 1920[4][2][5]
Βαρσοβία[6][7][8]
Τόπος ταφήςΕβραϊκό Κοιμητήριο της Βαρσοβίας
ΕθνικότηταΕβραίοι[9]
Χώρα πολιτογράφησηςΡωσική Αυτοκρατορία
Πολωνία
Ιδιότηταποιητής, συγγραφέας[10], σεναριογράφος, δημοσιογράφος, δημοσιογράφος άποψης[10], πολιτικός και λαογράφος[11]
Σημαντικά έργαΝτυμπούκ (θέατρο)[9]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Σεμιόν Ακίμοβιτς Άνσκυ (ρωσ. Семён Акимович Ан-ский, πραγματικό όνομα Σλόιμε-Ζανβλ Αρόνοβιτς Ραπποπόρτ, ρωσ. Шлоймэ-Занвл Аронович Раппопорт, 27 Οκτωβρίου 1863, Τσάσνικι, Ρωσική Αυτοκρατορία - 8 Νοεμβρίου 1920, Βαρσοβία, Πολωνία) ήταν Ρώσος θεατρικός συγγραφέας εβραϊκής καταγωγής.

Γεννήθηκε στο Τσάσνικι της Λευκορωσίας το 1863, όπου ο πατέρας του ήταν κτηματομεσίτης και η μητέρα του διατηρούσε πανδοχείο.

Σε ηλικία 16 ετών, ο Άνσκυ έγινε μέλος στο Κίνημα της Χασκάλα (= Διαφωτισμός), που αναπτύχθηκε στο δεύτερο μισό του ΙΗ' αιώνα υπό την επίδραση των θεωριών του Γερμανοεβραίου φιλοσόφου Μωυσή Μέντελσον (Mendelssohn, 1724 - 1786), με σκοπό την πνευματική χειραφέτηση του εβραϊκού λαού και την πολιτιστική επιβίωσή του. 'Ενα από τα αποτελέσματα του Κινήματος αυτού ήταν η ανανέωση του ενδιαφέροντος για συγγραφή έργων με γλωσσικό όργανο τα εβραικά.

Εμπνεόμενος από μεγάλη πίστη για τον αγρότη και τις τάσεις των Ρώσων διανοούμενων της εποχής του για "πλησίασμα στο λαό", ο Άνσκυ δέχτηκε τα δόγματα του λαϊκίστικου Κινήματος των Ναρόντνικων (ρωσ. Λαϊκών) και πήγε να ζήσει ανάμεσα στους Ρώσους χωρικούς, εργαζόμενος ως πεταλωτής, βιβλιοδέτης και δάσκαλος. Με την προτροπή του Ρώσου συγγραφέα Γκλεμπ Ουσπένσκυ (Uspensky, 1843 - 1903), έφυγε από τη νότια Ρωσία για την Πετρούπολη κι εργάστηκε εκεί γράφοντας για το μηνιαίο περιοδικό των Ναρόντνικων. Αναγκασμένος να εγκαταλείψει τη Ρωσία το 1892, έμεινε για λίγο στη Γερμανία και την Ελβετία, μέχρι να εγκατασταθεί τελικά στο Παρίσι. Έξι χρόνια εργάστηκε εκεί ως γραμματέας του σοσιαλιστή φιλοσόφου Πιότρ Λαβρώφ (1823 - 1900).

Μέχρι το 1904, ο Άνσκυ έγραψε κυρίως στα ρωσικά. Μετά όμως στράφηκε στη γερμανοεβραϊκή διάλεκτο γίντις (Yiddish), τη λαϊκή γλώσσα των απέραντων ιουδαϊκών κοινοτήτων της κεντροανατολικής Ευρώπης. Επιστρέφοντας στη Ρωσία το 1905, έγραψε λαϊκούς μύθους και ιστορίες από τη ζωή των Εβραίων της Διασποράς, πλουτίζοντας τη γιντιστική λογοτεχνία με τις αξίες της λαϊκής εβραϊκής παράδοσης. Επικεφαλής μάλιστα σε μια εβραϊκή εθνογραφική αποστολή, που είχε χρηματοδοτήσει ο βαρώνος Οράτιος Γκούεντσμπουργκ (1833 - 1909), Ρώσος φιλάνθρωπος και προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών, ταξίδεψε από το 1911 ΄εως το 1914 στα χωριά της Βολυνίας και Ποδολίας στην Ουκρανία, συγκεντρώνοντας πολύτιμο παραδοσιακό υλικό.

Η πλούσια γνώση της λαϊκής παράδοσης του λαού του ενέπνευσε στον Άνσκυ το αριστουργηματικό έργο του "Ντυμπούκ" (Dybbuk, 1914) - βασισμένο σε μια πανάρχαιη λαϊκή πρόληψη - όπου ο κόσμος της πραγματικότητας συναπαντιέται με το υπερφυσικό στοιχείο. Είναι μια παράξενη ερωτική ιστορία, γεμάτη δύναμη και λυρισμό, που έχει, παρ' όλα τα φυλετικά στοιχεία της, μια παγκόσμια γοητεία. Και αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα πιο σπουδαία έργα στο ρεπερτόριο της εβραϊκής θεατρικής σκηνής.

Το "Ντυμπούκ" - γραμμένο από τον Άνσκυ στα ρωσικά και τη γλώσσα γίντις - ανέβηκε πρώτα σε γίντις από το Θίασο της Βίλνα (Vilna Troupe) τo 1920 και σε μετάφραση του Ρωσοεβραίου ποιητή Χαγίμ Μπιαλίκ (Bialik, 1873 - 1934) στα εβραϊκά (Hebrew) από το Θέατρο Χαμπίμα (Habimah = Σκηνή)του Βαχτάνγκωφ (Vakhtangov) στη Μόσχα. Ακολούθησε το ανέβασμα του έργου στα γερμανικά, αγγλικά, πολωνικά, ουκρανικά, σουηδικά, βουλγαρικά και γαλλικά. Ο Ιταλός συνθέτης Λουδοβίκος Ρόκκα εμπνεύστηκε από το έργο την ομώνυμη όπερα του "Ντυμπούκ" (1934), ενώ κινηματογραφικές παραγωγές του έργου έγιναν στην Πολωνία το 1938 και στο Ισραήλ το 1968.

Στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Άνσκυ αφιέρωσε τον εαυτό του στο να οργανώνει επιτροπές για την περίθαλψη των Εβραίων θυμάτων πολέμου. Μετά τον πόλεμο μετακινήθηκε στη Βαρσοβία, όπου ανέλαβε να ιδρύσει (1919) μια εβραϊκή εθνογραφική εταιρία. Πέθανε το 1920 στα 57 χρόνια του. Η γιντιστική παραγωγή των έργων του δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του σε 15 τόμους (1920 - 1925) και περιλαμβάνει ποίηση, θεατρικά έργα, διηγήματα, απομνημονεύματα, φοκλορικά κ. ά. Ο Άνσκυ, με το λαϊκό και συνάμα ποιητικό έργο του, έδωσε οντότητα στο εβραϊκό θέατρο, το οποίο παίρνει δίχως άλλο μια ταιριαστή θέση στη δραματουργία της εποχής μας.

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. jx20071130001. Ανακτήθηκε στις 30  Αυγούστου 2020.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12174957g. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. ομάδα συγγραφέων: (Πολωνικά) Διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια PWN. encyklopedia.pwn.pl. Ανακτήθηκε στις 2  Οκτωβρίου 2024.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 4  Μαΐου 2014.
  5. «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/S-Ansky. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 31  Δεκεμβρίου 2014.
  7. Εβραϊκό Ιστορικό Ινστιτούτο. www.jhi.pl/psj/An-Ski_%28An-ski%29_Sz_%28Szymon%29_%28pseud%29. Ανακτήθηκε στις 26  Ιανουαρίου 2018.
  8. Ανακτήθηκε στις 26  Ιανουαρίου 2018.
  9. 9,0 9,1 (Αγγλικά) YIVO Encyclopedia of Jews in Eastern Europe. Yale University Press. 2008. Rapoport_Shloyme_Zaynvl. Ανακτήθηκε στις 2  Οκτωβρίου 2024.
  10. 10,0 10,1 «Ан-ский, С. А.» (Ρωσικά)
  11. «Polski Słownik Judaistyczny» (Πολωνικά) 19200. Ανακτήθηκε στις 2  Οκτωβρίου 2024.
  • Δημήτρη Σφήκα: "Το Εβραϊκό Δράμα" (Θεατρικά Μελετήματα), Εφημ. "Νέα Καστοριά", Καστοριά, 12, 19 & 26 Σεπτεμβρίου 1965 και 3, 10, 17 & 24 Οκτωβρίου 1965.
  • Αλλαρντάις Νίκολ: "Παγκόσμια Ιστορία του Θεάτρου", τόμ. Γ', σελ. 573, Εκδόσεις "ΠΝΟΗ"(χ.χρ.).
  • Δημήτρη Σφήκα (Πρόλογος - Μετάφραση): "Ντυμπούκ", Αθήνα, 1984 (αδημοσίευτο).