Παράδοξο
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Παράδοξο γενικά χαρακτηρίζεται οτιδήποτε αντιβαίνει στη κοινή αντίληψη ή κάτι που συμβαίνει και θεωρείται απίστευτο. Ως ουσιαστικό σημαίνει οτιδήποτε προκαλεί έκπληξη. Στον πληθυντικό τα «παράδοξα» περιλαμβάνουν ακόμη και έννοιες του αφύσικου και μυστηριώδους, ιδιαίτερα σε χώρους, μνημεία, κτίσματα κ.λπ.
Η έννοια του παράδοξου εξετάζεται τόσο από φιλοσοφική και φιλολογική ερμηνεία όσο και από επιστημονική έρευνα.
Πρακτικά στη φιλοσοφική και την επιστημονική σκέψη το πραγματικό παράδοξο εκθέτει τα θεμελιακά λάθη μας στην κατανόηση μιας κατάστασης εκ της οποίας προκύπτουν στο τέλος τα λογικά αδιέξοδα σε επιμέρους ζητήματα (παράδοξα), η έννοια πιθανώς παραπέμπει ετυμολογικά ακριβώς σε αυτή καθαυτή την αιτία του λογικού αδιεξόδου που είναι η θεμελιακά λάθος κατανόηση μιας κατάστασης η οποία γεννά τελικά το λογικό αδιέξοδο (παρά+δοξείν, λάθος νομιζόμενο). Π.χ. η λύση του κλασικού παράδοξου του αυγού και της κότας δίνεται αν κατανοήσουμε σωστά τις θεμελιώδεις διαδικασίες που αφορούν την εξέλιξη των ειδών.
Φιλοσοφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στη φιλοσοφική έρευνα ο όρος «παράδοξο» χαρακτηρίζει κάθε ιδέα αντίθετη προς τις εκάστοτε κρατούσες αντιλήψεις ή τη κοινή λογική, που όμως ενδεχομένως να περιέχει ως κεντρική έννοια κάποια ορθότητα ή και αλήθεια που δύσκολα όμως γίνεται νοητή από μέτριο νου. Τα παράδοξα αυτά έχουν διττή μορφή. Μιας μορφής, είναι εκείνα που προέρχονται είτε από πλάνη, είτε από επίδειξη σοφίας, που διατυπώνονται ως πρωτότυπες θεωρίες, που όμως, αντιτίθενται στα πορίσματα της πείρας και της υφιστάμενης επιστήμης. Η άλλη μορφή, είναι αυτή η προηγούμενη που, όμως με το πέρασμα του χρόνου, οι υποτυπώδεις στην αρχή αλήθειες και αποκαλύψεις (που είχαν χαρακτηριστεί παράδοξες) συμπληρώνονται και ολοκληρώνονται έτσι ώστε να καταλήξουν σε αναμφισβήτητου κύρους επιστημονικά επιτεύγματα. Αυτή η περίπτωση, κατά τη φιλοσοφία, ταυτίζεται και με την επιστημονική έρευνα του αντικειμένου, όπως φέρεται παρακάτω. Τέτοια περίπτωση ήταν αρχικά η θεωρία της κίνησης της Γης που αποτελούσε παράδοξο.
Για την ιστορία του θέματος αξίζει να αναφερθεί πως στην αρχαιότητα σε φιλοσοφικά παράδοξα έρρεπαν κυρίως η Ελεατική Σχολή, καθώς κι εκείνη της Στοάς, οι στωικοί φιλόσοφοι. Τέτοια δείγματα ήταν για παράδειγμα τα κατά της κίνησης σοφίσματα - παράδοξα του Ζήνωνα: «ο ταχύπους Αχιλλέας και η χελώνη» ή «ο ιπτάμενος οϊστός», των οποίων όμως το βαθύτερο νόημα δεν έχει καταστεί μέχρι σήμερα φανερό. Αλλά και οι διάφοροι αφορισμοί των στωικών το αυτό αναδεικνύουν π.χ. «η οδύνη δεν είναι κακόν αλλά ούτε και η ηδονή καλόν», ή «μόνο ο σοφός είναι πλούσιος και ελεύθερος και μέγας και βασιλεύς και ωραίος. Πας αμαθής είναι παράφρων».
Επίσης και τα διδάγματα άλλων φιλοσοφικών σχολών όπως των κυνικών φιλοσόφων θεωρούνταν παράδοξα.
Φιλολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην αρχαία ελληνική φιλολογία με τον όρο "παράδοξα" αποκαλούνταν συλλογές (αναγνώσματα) περίεργων γεγονότων και φαινομένων που είχαν γίνει αντιληπτά από τους ανθρώπους, είτε αυτά προέρχονταν από τον βίο τους, είτε από τη φύση. Ο φιλολογικός αυτός κλάδος καλλιεργήθηκε κυρίως από τους Αλεξανδρινούς κατά την ελληνιστική περίοδο. Και ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο αυτοί που ασχολήθηκαν μ' αυτό το είδος ονομάσθηκαν "παραδοξογράφοι". Πρώτος δε παραδοξογράφος αναφέρεται ο Καλλίμαχος και μετά απ' αυτόν ο Αντίγονος ο Καρύστιος.
Επιστήμες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πρόοδος των επιστημών οφείλεται ακριβώς στην ερμηνεία των παραδόξων για την οποία η έρευνα πολλές φορές ήταν και πολύ επίπονη αλλά και επικίνδυνη όταν συγκρούονταν με το κατεστημένο ή την κρατούσα αντίληψη και πολλοί ήταν οι ερευνητές εκείνοι που έχασαν ακόμη και τη ζωή τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν ακόμη πολλά παράδοξα που η ερμηνεία τους δεν έχει εξηγηθεί και τέτοια είναι φαινόμενα, κτίσματα, αντικείμενα παλαιών πολιτισμών ή ιχνογραφήματα που προκαλούν βέβαιη έκπληξη και που μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα - ερμηνεία τους θα συνεχίσουν να λέγονται παράδοξα ή μυστήρια.