Ονοματολογία αστεροειδών
Οι επίσημες ονομασίες των αστεροειδών είναι συνδυασμοί αριθμού και γραμμάτων, των οποίων η εκχώρηση επιβλέπεται από το Κέντρο Ελασσόνων Πλανητών (Minor Planet Center), μία υπηρεσία της Διεθνούς Αστρονομικής Ενώσεως (IAU). Χρησιμοποιούνται για τους πλανήτες νάνους και τους αστεροειδείς του Ηλιακού Συστήματος, αλλά όχι για τους κομήτες. Δίνονται σε ένα ουράνιο σώμα όταν η τροχιά αυτού του σώματος υπολογισθεί με βεβαιότητα, και δεν έχουν σχέση με τις προσωρινές ονομασίες (διακριτικά), που εκχωρούνται αυτόματα όταν ανακαλύπτεται ένα νέο ουράνιο σώμα.
Τα δύο μέρη μιας επίσημης ονομασίας είναι:
- ένας αριθμός, που αρχικώς ήταν ο αύξοντας αριθμός της σειράς ανακαλύψεως, αλλά πλέον εκχωρείται όταν υπολογισθεί με βεβαιότητα η τροχιά.
- ένα όνομα, είτε το όνομα που δόθηκε από το πρόσωπο που ανακάλυψε το ουράνιο σώμα, είτε τα διακριτικά του.[1]
Η σύνταξη είναι (αριθμός) όνομα
, π.χ. (90377) Σέντνα ή (55636) 2002 TX300. Τώρα πια οι παρενθέσεις συχνά παραλείπονται, π.χ. 90377 Σέντνα, κατά την προτίμηση του αστρονόμου ή του περιοδικού. Στην πράξη, για τα περισσότερο γνωστά ουράνια σώματα ο αριθμός είναι περισσότερο μια εκχώρηση σε κατάλογο, και το όνομα ή τα διακριτικά χρησιμοποιούνται αντί για την επίσημη ονομασία: Σέντνα, 2002 TX300 ή 2002 TX300.
Η σύμβαση για τους δορυφόρους αστεροειδών ή πλανητών νάνων, είναι μία επέκταση αυτής των ρωμαϊκών αριθμών που είχε χρησιμοποιηθεί για τους δορυφόρους των πλανητών από την εποχή του Γαλιλαίου.
Τα ονόματα των κομητών δίνονται επίσης από το Κέντρο Ελασσόνων Πλανητών, αλλά χρησιμοποιούν διαφορετικό σύστημα ονοματολογίας.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μέχρι το έτος 1851 υπήρχαν 15 γνωστοί αστεροειδείς, οι 14 με το δικό τους αστρονομικό σύμβολο. Τα σύμβολα άρχισαν να γίνονται όλο και περισσότερο περίπλοκα καθώς ο αριθμός των γνωστών αντικειμένων αυξανόταν και, καθώς έπρεπε να σχεδιάζονται με το χέρι, οι αστρονόμοι εύρισκαν κάποια από αυτά δύσκολα. Η δυσκολία αυτή επισημάνθηκε τη χρονιά εκείνη από τον Μπέντζαμιν Άπθορπ Γκουλντ, ο οποίος πρότεινε να αριθμούνται οι αστεροειδείς με τη σειρά της ανακαλύψεώς τους και να τοποθετείται ο αριθμός αυτός μέσα σε ένα κύκλο ως το «σύμβολο» του σώματος. Αυτό συνδυάσθηκε σύντομα με το ίδιο το όνομα σε μια επίσημη ονομασία αριθμού-ονόματος, π.χ. "④ Εστία", καθώς ο αριθμός των γνωστών αστεροειδών αυξανόταν. Ως το 1858, ο κύκλος είχε ήδη απλοποιηθεί σε παρενθέσεις, π.χ. «(5)» και «(5) Αστραία», οι οποίες ήταν ευκολότερο να τυπωθούν σε τυπογραφημένα βιβλία. Επίσης και άλλες παραλλαγές χρησιμοποιήθηκαν, όπως «5) Αστραία» και «5, Αστραία», αλλά λίγο-πολύ είχαν περιπέσει σε αχρησία ήδη το 1949.[2]
Η μοναδική και μεγάλη εξαίρεση στη σύμβαση ότι ο αριθμός αντιστοιχεί χονδρικά στη σειρά της ανακαλύψεως ή του βέβαιου προσδιορισμού της τροχιάς του σώματος, είναι το χρονικό ανακάλυψης και ονοματολογίας του Πλούτωνα. Καθώς ο Πλούτων είχε ταξινομηθεί αρχικώς ως (κανονικός) πλανήτης, δεν του είχε εκχωρηθεί αριθμός μέχρι τον επανακαθορισμό της έννοιας του πλανήτη στη Γενική Σύνοδο της Διεθνούς Αστρονομικής Ενώσεως το 2006 στην Πράγα, που εξ ορισμού απέκλειε τον Πλούτωνα, με αποτέλεσμα να καταταγεί στη νέα κατηγορία που ορίστηκε τότε, στους πλανήτες νάνους. Τότε ο Πλούτων απέκτησε την επίσημη ονομασία «(134340) Πλούτων».
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Συμβάσεις της αστρονομικής ονοματοδοσίας
- Σύγχυση ονομάτων στους αστεροειδείς
- Προσωρινές ονομασίες ουράνιων σωμάτων
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «IAU FAQ page». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Φεβρουαρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2012.
- ↑ Από την ανάρτηση του Dr. James L. Hilton When Did the Asteroids Become Minor Planets? Αρχειοθετήθηκε 2007-09-21 στο Wayback Machine., ειδικότερα η συζήτηση της εργασίας του Gould, 1852, «On the Symbolic Notation of the Asteroids», Astronomical Journal, τόμος 2, και της αμέσως μεταγενέστερης ιστορίας. Η συζήτηση του C.J. Cunningham (1988), επίσης από εκεί, εξηγεί το μέρος των παρενθέσεων.