Κάρεν Χόρνεϊ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κάρεν Χόρνεϊ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Karen Horney (Γερμανικά)
Προφορά
Γέννηση16  Σεπτεμβρίου 1885[1][2][3]
Blankenese
Θάνατος4  Δεκεμβρίου 1952[4][3][5]
Νέα Υόρκη
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο Φέρνκλιφ
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανία
Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[6]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ
Πανεπιστήμιο Χούμπολτ
Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν[7]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταψυχίατρος
ψυχαναλύτρια
συγγραφέας[8]
ψυχοθεραπεύτρια
Οικογένεια
ΣύζυγοςOskar Horney (1909–1936)
Έριχ Φρομ (1942–1952)
ΤέκναBrigitte Horney
Marianne Eckardt
Renate Horney
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Κάρεν Χόρνεϊ (Karen Horney, το γένος Ντάνιελσεν, 16 Σεπτεμβρίου 18854 Δεκεμβρίου 1952) ήταν Γερμανίδα ψυχαναλύτρια που εργάστηκε στις Η.Π.Α. Αμφισβήτησε τις θεωρίες του Φρόυντ, ειδικά όσον αφορά στην σεξουαλικότητα και το ένστικτο προσανατολισμού της ψυχανάλυσης. Θεωρείται Νεοφροϋδική ψυχολόγος, αφού διαφώνησε με τον Φρόυντ σχετικά με τις διαφορές στην ψυχολογία γυναικών και ανδρών και συμφώνησε με τις απόψεις του Άντλερ , καθώς θεωρούσε πως οι διαφορές αυτές οφείλονται στο κοινωνικό περιβάλλον και τον πολιτισμό και όχι στη βιολογία.[9] Είναι περισσότερο γνωστή για την θεωρία της περί του φθόνου της μήτρας και θεωρείται πρωτοπόρα στη φεμινιστική ψυχολογία.

Τα πρώτα της χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Χόρνεϊ γεννήθηκε στο Μπλανκενίζε της Γερμανίας σε αυστηρή προτεσταντική οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν πολύ αυστηρός και έδειχνε αδυναμία στον μεγαλύτερο αδελφό της και γι΄αυτό εκείνη συνδέθηκε συναισθηματικά περισσότερο με τη μητέρα της. Από πολύ νωρίς αισθάνθηκε την ανάγκη να επαναστατήσει στις κοινωνικές προσδοκίες για το φύλο της και αποφάσισε, αντί να επενδύσει στην εμφάνισή της, να δώσει έμφαση στη διάνοιά της.[10] Σε αυτή την ηλικία (γύρω στα εννέα) άρχισε να αναπτύσσει έντονα συναισθήματα θαυμασμού για τον αδερφό της που όμως προκαλούσαν αμηχανία σε εκείνον και έτσι την απέφευγε. Τότε η Χόρνεϊ άρχισε να υποφέρει από κατάθλιψη, κάτι που θα την απασχολούσε για το υπόλοιπο της ζωής της.[10]

Το 1904, όταν η Χόρνεϊ ήταν 19 ετών, η μητέρα της εγκατέλειψε τον πατέρα της Χόρνεϊ και έφυγε παίρνοντας τα παιδιά μαζί της.

Σπουδές και οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1906, παρά τις επιθυμίες των γονέων της, η Χόρνεϊ ξεκίνησε να σπουδάζει ιατρική στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ, ένα από τα πρώτα πανεπιστήμια στη Γερμανία που έκανε δεκτές γυναίκες.[11] Για πρώτη φορά Γερμανικό πανεπιστήμιο δέχτηκε γυναίκα φοιτήτρια το 1900. Στα επόμενα χρόνια η Χόρνεϊ συνέχισε τις σπουδές της στο πανεπιστήμιου του Γκέτινγκεν. Εκείνη την εποχή γνώρισε τον φοιτητή οικονομικών Όσκαρ Χόρνεϊ και το 1909 τον παντρεύτηκε.[9][11] Το ζευγάρι μετακόμισε το Βερολίνο, όπου η Χόρνεϊ συνέχισε τις σπουδές της στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Καριτέ.

Μέσα στον επόμενο χρόνο η ζωή της Χόρνεϊ άλλαξε δραστικά καθώς γέννησε το πρώτο της παιδί (την Μπριγκίττε Χόρνεϊ που αργότερα θα γίνονταν διάσημη ηθοποιός) και έχασε και τους δύο γονείς της. Προκειμένου να αντέξει τη συναισθηματική πίεση άρχισε να κάνει ψυχανάλυση, πρώτα με τον Καρλ Άμπραχαμ και αργότερα με τον Χανς Σαχς, που ήταν και οι δύο μαθητές του Φρόυντ και ακολουθούσαν τις ψυχαναλυτικές του πρακτικές.[12] Το 1913 η Χόρνεϊ πήρε πτυχίο ιατρικής από το πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Η Κάρεν Χόρνεϊ και ο σύζυγός της αργότερα έκαναν και άλλες δύο κόρες.

Εργασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1920 η Κάρεν Χόρνεϊ ήταν ήδη ιδρυτικό μέλος του Ψυχαναλυτικού Ινστιτούτου του Βερολίνου. Από κάποιο σημείο και μετά ανέλαβε πολλαπλούς ρόλους καθώς σχεδίαζε και διηύθυνε το πρόγραμμα σπουδών του Ινστιτούτου και δίδασκε ενώ παράλληλα έκανε και ψυχαναλυτική έρευνα.[9] Ταυτόχρονα έβλεπε ασθενείς ιδιωτικά και συνέχισε να εργάζεται στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο.[12]

Το 1923 ο Όσκαρ Χόρνεϊ χρεοκόπησε και πολύ σύντομα αρρώστησε και με μηνιγγίτιδα, γεγονότα που τον έκαναν εριστικό και τυραννικό. Την ίδια χρονιά ο αγαπημένος αδερφός της Χόρνεϊ πέθανε από πνευμονικό οίδημα κλονίζοντας ακόμα περισσότερο την ήδη λαβωμένη πνευματική υγεία της. Η Χόρνεϊ ξαναέπεσε σε κατάθλιψη και σκέφτηκε την αυτοκτονία.

Το 1926 τελικά η Κάρεν Χόρνεϊ και ο σύζυγός της χώρισαν και η Χόρνεϊ έφυγε από το σπίτι παίρνοντας μαζί της τα τρία τους παιδιά. Αργότερα παραδέχτηκε πως είχε μετανοιώσει που είχε επιτρέψει στον σύζυγό της να ασκεί εξουσία στα παιδιά της όταν εκείνα ήταν μικρά.

Στα επόμενα χρόνια η Κάρεν Χόρνεϊ συνέχισε να εργάζεται στο Ψυχαναλυτικό Ινστιτούτο του Βερολίνου αν και διαφωνούσε όλο και περισσότερο με τις κλασικές φροϋδικές θεωρίες και για τον λόγο αυτόν έρχονταν αντιμέτωπη όλο και περισσότερο με την αυξανόμενη ψυχρότητα του Φρόυντ αλλά και με την άνοδο του φασισμού στη Γερμανία, κάτι που την απασχολούσε έντονα. Τελικά το 1932 δέχτηκε την πρόσκληση του αυστροαμερικανού ψυχαναλυτή Φραντς Αλεξάντερ να εργαστεί μαζί του στο Ινστιτούτο Ψυχανάλυσης του Σικάγο και μετακόμισε στις Η.Π.Α. με τις κόρες της.

Δύο χρόνια αργότερα μετακόμισε στο Μπρούκλιν, όπου ανθούσε η ψυχανάλυση λόγω της μεγάλης εβραϊκής παροικίας που είχε δημιουργηθεί εκεί από τους Εβραίους που εγκατέλειπαν τη Γερμανία. Εκεί γνωρίστηκε με ψυχιάτρους όπως ο Χάρι Στακ Σάλιβαν και ο Έριχ Φρομ, με τον οποίον μάλιστα θα σύναπτε και ερωτική σχέση η οποία θα έληγε άσχημα.

Εκείνη την εποχή, αντλώντας από τις εμπειρίες της εργαζόμενη ως ψυχαναλύτρια στο Μπρούκλιν, η Κάρεν Χόρνεϊ θα διαμόρφωνε τις περίπλοκες θεωρίες της. Το 1937 εξέδωσε τη Νευρωτική Προσωπικότητα των Καιρών Μας που είχε μεγάλη επιτυχία.

Το 1941 έγινε πρύτανης στο Αμερικανικό Ινστιτούτο Ψυχανάλυσης ενώ ίδρυσε και την Ένωση για την Προώθηση της Ψυχανάλυσης μετά από την έντονη δυσαρέσκειά της με την αυστηρή και άκαμπτη ψυχαναλυτική κοινότητα της εποχής της.

Τελικά η Κάρεν Χόρνεϊ παραιτήθηκε λόγω της έντονης απόρριψης που έδειχνε στις φροϊδικές θεωρίες και άρχισε να διδάσκει στο Ιατρικό Κολέγιο της Νέας Υόρκης ενώ ίδρυσε και το American Journal of Psychoanalysis. Συνέχισε να διδάσκει και να εργάζεται ως ψυχαναλύτρια μέχρι τον θάνατό της το 1952.

Στις 6 Μαΐου 1955 άνοιξε στη Νέα Υόρκη η Κλινική Κάρεν Χόρνεϊ που κάνει έρευνα αλλά και εκπαιδεύει ιατρικό προσωπικό κυρίως στον τομέα της ψυχιατρικής ενώ παράλληλα λειτουργεί και ως θερπευτικό κέντρο όπου οι ασθενείς αντιμετωπίζονται με ψυχοθεραπευτικές μεθόδους που στηρίζονται στις ιδέες της Χόρνεϊ.[13]

Θεωρία νευρώσεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Χόρνεϊ έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τις νευρώσεις και κατά τη διάρκεια των ετών που εργάστηκε ως ψυχαναλύτρια συνέλεξε και επεξεργάστηκε πολλά σχετικά στοιχεία από τους ασθενείς της με τα οποία διαμόρφωσε μια λεπτομερή και πολύπλοκη θεωρία νευρώσεων.[14] Σε αντίθεση με τους συναδέλφους της που θεωρούσαν τις νευρώσεις μεμονωμένες αρνητικές αντιδράσεις του εγκεφάλου σε αρνητικά εξωτερικά ερεθίσματα, π.χ. διαζύγιο, θλίψη, κ.λ.π. ή τραυματικές εμπειρίες κατά την παιδική ηλικία, η Χόρνεϊ θεωρούσε τις νευρώσεις μία συνεχή διαδικασία κατά την οποία νέες νευρώσεις προκύπτουν κατά την ζωή ενός ατόμου. Αυτή της η άποψη συζητήθηκε πολύ κατά την εποχή της.

Η Χόρνεϊ θεωρούσε πως το εξωτερικό ερέθισμα δεν ήταν σημαντικός παράγοντας, εκτός ίσως κατά την παιδική ηλικία. Θεωρούσε πιο σημαντική την αδιαφορία προς το παιδί και πίστευε πως για την κατανόηση των νευρώσεων ήταν πιο σημαντική η αντίληψη του γεγονότος από το παιδί και όχι η πρόθεση του γονέα. Για παράδειγμα, αν ένας γονέας δεν δώσει σημασία στα συναισθήματα ενός παιδιού, εκείνο μπορεί να αισθανθεί ψυχρότητα. Η αθέτηση υποσχέσεων επίσης μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στην ψυχική υγεία του παιδιού.

Η Χόρνεϊ αναγνώρισε δέκα νευρωτικές ανάγκες που μπορούν να διαχωρισθούν σε τρεις κατηγορίες.[15] Θεωρητικά κάποιος μπορεί να εμφανίσει και τις δέκα αλλά στην πράξη οι περισσότεροι άνθρωποι χρειάζεται να εμφανίσουν ορισμένες μόνο από τις δέκα για να θεωρηθούν νευρωτικοί.[16]

Συμφωνία

  • Ανάγκη για στοργή και αποδοχή
  • Ανάγκη για σύντροφο
  • Ανάγκη για κοινωνική αναγνώριση
  • Ανάγκη για προσωπικό θαυμασμό

Επιθετικότητα

  • Ανάγκη για εξουσία (αν και οι περισσότεροι επιθυμούν εξουσία, ο νευρωτικός μπορεί να την θέλει απελπισμένα)
  • Ανάγκη για εκμετάλλευση των άλλων (χειραγώγηση, πεποίθηση ότι οι άλλοι υπάρχουν για να τους χρησιμοποιούμε)

Απομάκρυνση

  • Ανάγκη για προσωπικά επιτεύγματα ( αν και όλοι οι άνθρωποι πασχίζουν για προσωπικά επιτεύγματα, ο νευρωτικός μπορεί να το θέλει απελπισμένα)
  • Ανάγκη για αυτάρκεια και ανεξαρτησία ( αν και οι περισσότεροι επιθυμούν κάποια ανεξαρτησία, ο νευρωτικός μπορεί να απορρίπτει τους άλλους εξολοκλήρου)
  • Ανάγκη για τελειότητα (ο νευρωτικός μπορεί να φοβάται την ατέλεια)
  • Ανάγκη για οριοθέτηση (ο νευρωτικός επιθυμεί να ζει μια σαφώς προσδιορισμένη και διακριτική ζωή)

Ναρκισσισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Χόρνεϊ, σε αντίθεση με τον Φρόυντ και άλλους ψυχαναλυτές της εποχής της, θεωρούσε πως ο ναρκισσισμός δεν είναι φυσικό στοιχείο της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης αλλά προϊόν επίδρασης κάποιου πρώιμου περιβάλλοντος σε κάποια προσωπικότητα. Σύμφωνα με τη Χόρνεϊ ο ναρκισσισμός διαφέρει από τις άλλες στρατηγικές άμυνας στο ότι εκείνος δεν είναι προϊόν κάποια έλλειψης αλλά το αντίθετο. Η αυτοεκτίμηση όμως ενός νάρκισσου δεν είναι ισχυρή γιατί δεν στηρίζεται σε πραγματικά επιτεύγματα.[17]

Νεο-φροϋδισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Χόρνεϊ ίδρυσε, μαζί με τον συνάδελφό της Άλφρεντ Άντλερ, τη σχολή του Νεο-φροϋδισμού.

Αν και η Χόρνεϊ συμφωνούσε με τον Φρόυντ σε πολλά σημεία, σε πολλά άλλα κομβικά  διαφωνούσε. Όπως και πολλοί άλλοι που διαφωνούσαν με τον Φρόυντ, η Χόρνεϊ πίστευε ότι το σεξ και η επιθετικότητα δεν ήταν οι κύριοι διαμορφωτές της προσωπικότητας. Η Χόρνεϊ και ο Άντλερ θεωρούσαν ότι μεγαλύτερη επιρροή είχαν κάποιες κοινωνικές διαδράσεις κατά την παιδική ηλικία και όχι η καταπίεση των σεξουαλικών ορμών και επικεντρώθηκαν περισσότερο στο πως επιδρά στην προσωπικότητα ο συνειδητός νους και όχι μόνο η ασυνείδητη καταπίεση.[18]

Η έννοια του Φρόυντ περί «φθόνου του πέους» δέχτηκε επίσης μεγάλη κριτική.[10] Η Χόρνεϊ θεώρησε πως ο Φρόιντ απλά είχε ανακαλύψει τον φθόνο των γυναικών για την γενικότερη εξουσία των αντρών στον κόσμο. Η Χόρνεϊ δέχτηκε πως ορισμένες νευρωτικές γυναίκες μπορούσαν να εμφανίσουν «φθόνο του πέους» αλλά θεώρησε πως ο «φθόνος της μήτρας» εμφανίζεται εξίσου συχνά στους άντρες καθώς θεωρούσε πως οι άντρες φθονούσαν την ικανότητα των γυναικών να τεκνοποιούν. Ο βαθμός στον οποίον οι άντρες επιδιώκουν την επιτυχία μπορεί να είναι απλά ένα υποκατάστατο για το γεγονός πως δεν μπορούν να εγκυμονήσουν, να τεκνοποιήσουν και να θρέψουν παιδιά. Η Χόρνεϊ πίστευε επίσης πως οι άντρες φθονούν τις γυναίκες γιατί εκείνες απλά «υπάρχουν» ενώ οι άντρες κερδίζουν τον αντρισμό τους ανάλογα με την ικανότητά τους να παρέχουν και να επιτυγχάνουν.

Η Χόρνεϊ αγανακτούσε με την τάση των ψυχιάτρων να δίνουν τόση μεγάλη έμφαση στο αντρικό γεννητικό όργανο και αναθεώρησε το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα του Φρόυντ αφαιρώντας του τα σεξουαλικά στοιχεία λέγοντας πως η προσκόλληση στον έναν γονέα και η ζήλια ενάντια στον άλλον είναι απλά αποτέλεσμα άγχους που προκαλείται από κάποια διαταραχή της σχέσης παιδιού-γονέα.

Αν και διαφωνούσε σε βασικά σημεία με τις θεωρίες του Φρόυντ, η Χόρνεϊ προσπάθησε να τις αναπροσαρμόσει παρουσιάζοντας μια ολιστική και ανθρωπιστική θεώρηση της ψυχής που έδινε έμφαση στις πολιτισμικές και κοινωνικές διαφορές παγκοσμίως.

Γυναικεία ψυχολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

(βλ. Κύριο λήμα Γυναικεία ψυχολογία)

Η Χόρνεϊ ήταν πρωτοπόρα και στον τομέα της γυναικείας ψυχιατρικής.[10][19] Όντας μία από τις πρώτες γυναίκες ψυχιάτρους, ήταν η πρώτη γνωστή γυναίκα που παρουσίασε άρθρο για τη γυναικεία ψυχιατρική. Τα δεκατέσσερα άρθρα που έγραψε μεταξύ 1922 και 1937 συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο της Γυναικεία Ψυχολογία. Ως γυναίκα αισθάνθηκε πως η χαρτογράφηση της γυναικείας συμπεριφοράς ήταν παραμελημένη. Στο άρθρο της «Το Πρόβλημα του Γυναικείου Μαζοχισμού» αισθάνθηκε πως απέδειξε πως οι κοινωνίες και οι πολιτισμοί παγκοσμίως ενθάρρυναν τις γυναίκες να εξαρτώνται από τους άντρες για αγάπη, πρεστίζ, πλούτο, φροντίδα και προστασία. Υπέδειξε πως είχε προκύψει στην κοινωνία μία τάση να ικανοποιούνται και να υπερεκτιμούνται οι άντρες. Οι γυναίκες αντίθετα θεωρούνται αντικείμενα γοητείας και ομορφιάς, αντίθετα προς τον υπέρτατο σκοπό κάθε ανθρώπινου πλάσματος, την αυτοπραγμάτωση.

Σύμφωνα με τη Χόρνεϊ οι γυναίκες παραδοσιακά κερδίζουν αξία μέσω των παιδιών τους και της οικογένειάς τους. Είπε περισσότερα για το θέμα στο άρθρο της «Η Καχυποψία Ανάμεσα στα Φύλα» στα οποία συνέκρινε τη σχέση των συζύγων με τη σχέση παιδιού-γονέα, μία παρεξήγηση που προκαλεί διάφορες νευρώσεις. Στο «Πρόβλημα του Μονογαμικού Ιδεώδους» ασχολήθηκε με τον γάμο όπως και σε άλλα έξι άλλα άρθρα. Στο άρθρο της «Μητρικές Συγκρούσεις» επιχείρησε να ρίξει νέο φως στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που μεγαλώνουν εφήβους.

Η Χόρνεϊ πίστευε πως τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες έχουν την επιθυμία να είναι εφευρετικοί και παραγωγικοί. Οι γυναίκες μπορούν να ικανοποιήσουν αυτή την ανάγκη φυσικά και εσωτερικά με την εγκυμοσύνη και τον τοκετό. Οι άντρες ικανοποιούν αυτή την ανάγκη μόνο εξωτερικά. Η Χόρνεϊ πρότεινε πως τα εξαιρετικά επιτεύγματα των αντρών στον τομέα της εργασίας ή οποιονδήποτε άλλον μπορούν να θεωρηθούν αντιστάθμισμα για την έλλειψη ικανότητας να γεννήσουν παιδιά.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’30 η Χόρνεϊ σταμάτησε να ασχολείται με τη γυναικεία ψυχολογία και στράφηκε προς τη μελέτη των νευρώσεων.

Το 1946 η Χόρνεϊ εξέδωσε το πρώτο βιβλίο αυτοβοήθειας με τίτλο «Σκέφτεσαι να Κάνεις Ψυχανάλυση;» στο οποίο έλεγε πως όλοι άνθρωποι με ελαφρές νευρώσεις μπορούν να γίνουν ψυχίατροι του εαυτού τους. Τόνιζε συνέχεια πως η αυτογνωσία αποτελούσε οδό για να γίνει κανείς καλύτερος και δυνατότερος άνθρωπος.

Αυτοπραγμάτωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Χόρνεϊ συμφωνούσε με τον Μάσλοου ότι η αυτοπραγμάτωση είναι ο απώτερος σκοπός κάθε ανθρώπου. Πίστευε πως αν έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα για τον εαυτό μας, δηλαδή τον πυρήνα της ύπαρξής μας και του δυναμικού μας, τότε μπορούμε να πραγματώσουμε αυτό το δυναμικό και να πετύχουμε όσα επιθυμούμε εντός λογικών πλαισίων. Πίστευε δηλαδή πως η αυτοπραγμάτωση ήταν ο σκοπός ζωής κάθε υγιούς ανθρώπου σε αντίθεση με την προσκόλληση του νευρωτικού σε μια ομάδα βασικών αναγκών.

Σύμφωνα με την Χόρνεϊ μπορούμε να έχουμε δύο θεωρήσεις του εαυτού μας: τον «αληθινό εαυτό» μας και τον «ιδεατό εαυτό» μας. Ο αληθινός εαυτός είναι αυτό που είμαστε. Ο ιδεατός εαυτός είναι αυτό που πιστεύουμε πως πρέπει να είμαστε. Ο αληθινός εαυτός έχει δυνατότητα ανάπτυξης, ευτυχίας, πραγμάτωσης αρετών, κ.λ.π. αλλά έχει και ελλείψεις. Ο ιδεατός εαυτός χρησιμεύει σαν πρότυπο για να βοηθήσει τον αληθινό εαυτό να αναπτύξει το δυναμικό του και να επιτύχει την αυτοπραγμάτωση. Αλλά πρέπει να γνωρίζουμε τις διαφορές ανάμεσα στον αληθινό και τον ιδεατό εαυτό μας.

Ο εαυτός του νευρωτικού ατόμου χωρίζεται ανάμεσα στον ιδεατό και τον αληθινό εαυτό με αποτέλεσμα να αισθάνεται πως δεν ανταποκρίνεται στο πρότυπο του ιδεατού εαυτού. Οι στόχοι που θέτει το νευρωτικό άτομο δεν είναι ρεαλιστικοί ή ακόμα και εφικτοί. Έτσι ο αληθινός εαυτός μετατρέπεται σε «μισητός εαυτός» και το νευρωτικό άτομο θεωρεί πως αυτός είναι ο αληθινός του εαυτός. Έτσι αιωρείται ανάμεσα σε μία επίπλαστη «τελειότητα» και σε μία έκφραση αυτο-απόρριψης. Η Χόρνεϊ αποκάλεσε αυτό το φαινόμενο «τυραννία των πρέπει». Κατέληξε πως αυτά τα εγγενή χαρακτηριστικά της ψυχής εμποδίζουν την αυτοπραγμάτωση εκτός και αν σπάσει με κάποιον τρόπο ο κύκλος της νεύρωσης μετά από θεραπεία ή σε ελαφρές περιπτώσεις μετά από κάποιο μάθημα ζωής.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 pantheon.world/profile/person/Karen_Horney. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 119077354.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. horney-karen.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb119077354. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  5. «Proleksis enciklopedija» (Κροατικά) 27051.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb119077354. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  7. Ανακτήθηκε στις 8  Ιουλίου 2019.
  8. «American Women Writers» (Αγγλικά) 1979.
  9. 9,0 9,1 9,2 «Karen Horney». webspace.ship.edu. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2020. 
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 Paris, Bernard J. (1996). Karen Horney : a psychoanalyst's search for self-understanding. New Haven: Yale University Press. ISBN 0-300-06860-3. 59641732. 
  11. 11,0 11,1 «Psychology History». web.archive.org. 9 Ιουλίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2020. CS1 maint: Unfit url (link)
  12. 12,0 12,1 «Karen Horney - Psychology's Feminist Voices». www.feministvoices.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2020. 
  13. Paul, Henry A. (1991-09-01). «A report on the Karen Horney Clinic» (στα αγγλικά). The American Journal of Psychoanalysis 51 (3): 341–342. doi:10.1007/BF01249256. ISSN 1573-6741. https://doi.org/10.1007/BF01249256. 
  14. Schacter, Daniel L.· Wegner (2011). Psychology (2nd ed έκδοση). New York, NY: Worth Publishers. σελ. 180. ISBN 978-1-4292-3719-2. 755079969. CS1 maint: Extra text (link)
  15. Horney, Karen (1966). Our inner conflicts, a constructive theory of neurosis. New York,: W.W. Norton. ISBN 0-393-00133-4. 1619719. 
  16. Horney, Karen (1992). Self-analysis. New York: W.W. Norton & Co. ISBN 0-393-31165-1. 30594057. 
  17. Rice, Dan (1997). Akitas : everything about purchase, care, nutrition, breeding, behavior, and training. Hauppauge, N.Y.: Barron's Educational Series. ISBN 0-7641-0075-0. 36225355. 
  18. Myers, David G. (2013). Psychology (10th ed έκδοση). New York, NY: Worth Publishers. ISBN 978-1-4292-6178-4. 778887980. CS1 maint: Extra text (link)
  19. Westkott, Marcia (1986). The feminist legacy of Karen Horney. New Haven: Yale University Press. ISBN 0-300-03706-6. 13497158. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Karen Horney στο Wikimedia Commons