Αράμ Χατσατουριάν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: sr:Арам Хачатурјан
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ +
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Ο '''Άραμ Ίλιτς Χατσατουριάν''' ([[αρμενική γλώσσα|αρμενικά]]: Արամ Խաչատրյան, Aram Xačatryan; [[ρωσική γλώσσα|ρώσικα]]: Аpaм Ильич Xaчaтypян, Aram Il'ič Hačaturjan, [[6 Ιουνίου]] [[1903]]-[[1 Μαΐου]] [[1978]]) ήταν [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικός]] [[συνθέτης]], [[Αρμενία|αρμένικης]] καταγωγής. Γεννήθηκε στην [[Τιφλίδα]] της [[Γεωργία|Γεωργίας]] το [[1903]] και πέθανε στη [[Μόσχα]] το [[1978]]. Εγκαταστάθηκε στη [[Μόσχα]] από το 1920, όπου και μαθήτευσε σε διάφορους μουσικοδιδάσκαλους. Διετέλεσε αντιπρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής της ένωσης των Σοβιετικών συνθετών από το 1939 μέχρι το 1948. Από το 1951 άρχισε να διδάσκει στο Ωδείο της Μόσχας και να ασχολείται με τη διεύθυνση ορχήστρας. Είναι ίσως, μαζί με τον [[Σεργκέι Προκόφιεφ|Προκόφιεφ]] και τον [[Ντμίτρι Σοστακόβιτς|Σοστακόβιτς]], οι σημαντικότεροι συνθέτες της [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικής Ένωσης]] στην σχεδόν εβδομηντάχρονη ιστορία της.
Ο '''Άραμ Ίλιτς Χατσατουριάν''' ([[αρμενική γλώσσα|αρμενικά]]: Արամ Խաչատրյան, Aram Xačatryan; [[ρωσική γλώσσα|ρώσικα]]: Аpaм Ильич Xaчaтypян, Aram Il'ič Hačaturjan, [[6 Ιουνίου]] [[1903]]-[[1 Μαΐου]] [[1978]]) ήταν [[Γεωργία|Γεωργιανός]] [[συνθέτης]], [[Αρμενία|αρμένικης]] καταγωγής. Γεννήθηκε στην [[Τιφλίδα]] της [[Γεωργία|Γεωργίας]] το [[1903]] και πέθανε στη [[Μόσχα]] το [[1978]]. Εγκαταστάθηκε στη [[Μόσχα]] από το 1920, όπου και μαθήτευσε σε διάφορους μουσικοδιδάσκαλους στη περίφημη σχολή Γκνέσιν. Σπούδασε βιολοντσέλο και σύνθεση και πολύ γρήγορα άρχισε να διακρίνεται. Στη συνέχεια φοίτησε στο Ωδείο Μόσχας (1929-1934) υπό τους Μιασκόφσκη και Λιτίνσκη. Διετέλεσε αντιπρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής της ένωσης των Σοβιετικών συνθετών από το 1939 μέχρι το 1948. Από το 1951 άρχισε να διδάσκει στο Ωδείο της Μόσχας και να ασχολείται με τη διεύθυνση ορχήστρας. Είναι ίσως, μαζί με τον [[Σεργκέι Προκόφιεφ|Προκόφιεφ]] και τον [[Ντμίτρι Σοστακόβιτς|Σοστακόβιτς]], οι σημαντικότεροι συνθέτες της [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικής Ένωσης]] στην σχεδόν εβδομηντάχρονη ιστορία της.


Όσον αφορά το ύφος της μουσικής του, έχει έντονο ανατολίτικο χρώμα, πράγμα που οφείλεται στην επιρροή του από την [[Αρμενία|αρμένικη]] παράδοση, την οποία μελέτησε πολύ προσεκτικά. Επίσης, επηρεάστηκε και από τις νέες τάσεις που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στην υπόλοιπη [[Ευρώπη]], καταφέρνοντας να τις αξιοποιήσει με πολύ μέτρο και σε συνδυασμό με την [[Αρμενία|αρμένικη]] παράδοση.
Όσον αφορά το ύφος της μουσικής του, έχει έντονο ανατολίτικο χρώμα, πράγμα που οφείλεται στην επιρροή του από την [[Αρμενία|αρμένικη]] παράδοση, την οποία μελέτησε πολύ προσεκτικά. Επίσης, επηρεάστηκε και από τις νέες τάσεις που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στην υπόλοιπη [[Ευρώπη]], καταφέρνοντας να τις αξιοποιήσει με πολύ μέτρο και σε συνδυασμό με την [[Αρμενία|αρμένικη]] παράδοση.

Έκδοση από την 06:32, 27 Οκτωβρίου 2008

Ο Άραμ Ίλιτς Χατσατουριάν (αρμενικά: Արամ Խաչատրյան, Aram Xačatryan; ρώσικα: Аpaм Ильич Xaчaтypян, Aram Il'ič Hačaturjan, 6 Ιουνίου 1903-1 Μαΐου 1978) ήταν Γεωργιανός συνθέτης, αρμένικης καταγωγής. Γεννήθηκε στην Τιφλίδα της Γεωργίας το 1903 και πέθανε στη Μόσχα το 1978. Εγκαταστάθηκε στη Μόσχα από το 1920, όπου και μαθήτευσε σε διάφορους μουσικοδιδάσκαλους στη περίφημη σχολή Γκνέσιν. Σπούδασε βιολοντσέλο και σύνθεση και πολύ γρήγορα άρχισε να διακρίνεται. Στη συνέχεια φοίτησε στο Ωδείο Μόσχας (1929-1934) υπό τους Μιασκόφσκη και Λιτίνσκη. Διετέλεσε αντιπρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής της ένωσης των Σοβιετικών συνθετών από το 1939 μέχρι το 1948. Από το 1951 άρχισε να διδάσκει στο Ωδείο της Μόσχας και να ασχολείται με τη διεύθυνση ορχήστρας. Είναι ίσως, μαζί με τον Προκόφιεφ και τον Σοστακόβιτς, οι σημαντικότεροι συνθέτες της Σοβιετικής Ένωσης στην σχεδόν εβδομηντάχρονη ιστορία της.

Όσον αφορά το ύφος της μουσικής του, έχει έντονο ανατολίτικο χρώμα, πράγμα που οφείλεται στην επιρροή του από την αρμένικη παράδοση, την οποία μελέτησε πολύ προσεκτικά. Επίσης, επηρεάστηκε και από τις νέες τάσεις που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στην υπόλοιπη Ευρώπη, καταφέρνοντας να τις αξιοποιήσει με πολύ μέτρο και σε συνδυασμό με την αρμένικη παράδοση.

Μερικά από τα πιο γνωστά του έργα είναι το μπαλέτο Γκαϊανέ (1942) που περιλαμβάνει τον πολύ γνωστό Χορό των σπαθιών, η δεύτερη συμφωνία (1943), το Βαλς για κοντσέρτο (1955) και το μπαλέτο Σπάρτακος (1956).


Βιβλιογραφία

  • «Εγκυκλοπαίδεια Παγκόσμιας μουσικής», Εκδόσεις Αλκυών, Τόμος 8, σελ. 953-954
  • Μαρία Δημητριάδου, «Παραδόσεις Ιστορίας Μουσικής», Εκδόσεις Ντορεμί, (1998), σελ. 109