Γιούραϊ Γιάνοσικ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιούραϊ Γιάνοσικ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση25  Ιανουαρίου 1688
Τέρχοβα
Θάνατος17  Μαρτίου 1713
Λιπτόβσκι Μίκουλας
Συνθήκες θανάτουθανατική ποινή
Πληροφορίες ασχολίας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαHarnaś
Ιστότοπος
jurojanosik.com
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γιούραϊ Γιάνοσικ (σλοβακικά: Juraj Jánošík, επίσης με το μικρό όνομα Γιούρο (Juro) ή Γιούρκο (Jurko), βαφτίστηκε στις 25 Ιανουαρίου 1688, πέθανε στις 17 Μαρτίου 1713) ήταν Σλοβάκος ληστής. Ο Γιάνοσικ υπήρξε ο κύριος χαρακτήρας πολλών σλοβακικών μυθιστορημάτων, ποιημάτων και ταινιών. Σύμφωνα με τον μύθο, λήστευε ευγενείς και έδινε τα λάφυρα στους φτωχούς, μια πράξη που συχνά αποδίδεται στον περίφημο Ρομπέν των Δασών. Ο θρύλος είναι γνωστός στη γειτονική Πολωνία (με το όνομα Γέζι Γιανόσικ [Jerzy Janoszik], επίσης Γιανίτσεκ[1]) και την Τσεχία. Ο πραγματικός ληστής είχε ελάχιστη σχέση με τον σύγχρονο θρύλο, του οποίου το περιεχόμενο αντικατοπτρίζει εν μέρει τους πανταχού παρόντες λαϊκούς μύθους ενός ήρωα που παίρνει από τους πλούσιους και δίνει στους φτωχούς. Ωστόσο, ο θρύλος διαμορφώθηκε επίσης με σημαντικούς τρόπους από τους ακτιβιστές και τους συγγραφείς τον 19ο αιώνα, όταν ο Γιάνοσικ έγινε ο βασικός χαρακτήρας του ληστή σε ιστορίες που εξαπλώθηκαν στις βόρειες κομητείες του Βασιλείου της Ουγγαρίας (μεγαλύτερο μέρος στη σημερινή Σλοβακία) και μεταξύ των τοπικών Γκουράλων κατοίκων της περιοχής Ποντχάλε, βόρεια των Τάτρα. Η εικόνα του Γιάνοσικ ως συμβόλου αντίστασης στην καταπίεση ενισχύθηκε όταν ποιήματα για αυτόν έγιναν μέρος του προγράμματος λογοτεχνίας γυμνασίου και λυκείου της Σλοβακίας και της Τσεχίας, και μετά πάλι με τις πολυάριθμες ταινίες που διέδιδαν τον σύγχρονο μύθο του τον 20ό αιώνα. Κατά τη διάρκεια της αντιναζιστικής Σλοβακικής Εθνικής Εξέγερσης, μια από τις παρτιζάνικές ομάδες έφερε το όνομά του.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σελίδα Νο. 39 του πρωτοκόλλου από τη δίκη με τον Γιούραϊ Γιάνοσικ. Αρχειοθετείται με τον τίτλο Fassio Janosikiana, anno 1713 die 16 mensis Martii . Ο Γιάνοσικ ονομάζεται εδώ "agili Georgius Janošík Tyarchoviensis latronum et praedorum antesignatus" - ο προσεκτικός (ή ευκίνητος) Γιούρο Γιάνοσικ από την Ταρχόβα, ο αρχηγός των κλεφτών και των παρανόμων.[2]

Ο Γιάνοσικ γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1688 και βαφτίστηκε λίγο μετά. Οι γονείς του ήταν ο Μάρτιν Γιάνοσικ και η Άννα Τσισνίκοβα από την Τέρχοβα.

Μεγάλωσε στο χωριό Τέρχοβα στην περιοχή του Βασιλείου της Ουγγαρίας της Μοναρχίας των Αψβούργων (σημερινή Περιφέρεια Ζίλινα στη βορειοδυτική Σλοβακία). Πολέμησε με τους Κουρούτσους αντάρτες όταν ήταν 15 ετών. Μετά τη χαμένη Μάχη του Τρέντσιν, ο Γιάνοσικ στρατολογήθηκε από τον στρατό των Αψβούργων.[3] Το φθινόπωρο του 1710, ως νεαρός δεσμοφύλακας στη Μπίττσα, βοήθησε τον φυλακισμένο Τόμας Ουχόρτσικ να δραπετεύσει.[4] Δημιούργησαν μια ομάδα ληστών και ο Γιάνοσικ έγινε ο αρχηγός της σε ηλικία 23 ετών, αφού ο Ουχόρτσικ έφυγε για να εγκατασταθεί στο Κλένοβετς.[5] Η ομάδα δραστηριοποιήθηκε ως επί το πλείστον στο βορειοδυτικό Βασίλειο της Ουγγαρίας (σημερινή Σλοβακία), γύρω από τον ποταμό Βαχ, μεταξύ Βάζετς και Βίχοντνα,[6] αλλά το έδαφος της δραστηριότητάς τους επεκτάθηκε και σε άλλα μέρη της σημερινής Σλοβακίας, καθώς και στην Πολωνία και τη Μοραβία.[3] Τα περισσότερα από τα θύματά τους ήταν πλούσιοι έμποροι. Υπό την ηγεσία του Γιάνοσικ, η ομάδα ήταν εξαιρετικά ιπποτική: δεν σκότωσαν κανένα από τα θύματα που έκλεψαν και βοήθησαν ακόμη και έναν τυχαία τραυματισμένο ιερέα.[6] Λέγεται επίσης ότι μοιράστηκαν τα λάφυρά τους με τους φτωχούς και αυτό το μέρος του μύθου μπορεί να βασίζεται και σε γεγονότα.[6]

Ο Γιάνοσικ συνελήφθη το φθινόπωρο του 1712 και κρατήθηκε στο Αρχοντικό του Χράχοβο, αλλά αφέθηκε ελεύθερος αμέσως μετά.[7] Συνελήφθη ξανά την άνοιξη του 1713, στην κατοικία του Ουχόρτσικ στο Κλένοβετς.[2][8] Ο Ουχόρτσικ ζούσε εκεί με το ψεύτικο όνομα Μάρτιν Μάρβετς εκείνη την εποχή. Σύμφωνα με έναν ευρέως διαδεδομένο μύθο, πιάστηκε σε μια παμπ που διήυθηνε ο Ουχόρτσικ, αφού γλίστρησε πάνω σε χυμένα μπιζέλια, που του πέταξε στο δρόμο μια ύπουλη ηλικιωμένη κυρία. Ο Γιάνοσικ φυλακίστηκε και δικάστηκε στο Λίπτοφσκι Σβάτι Μίκουλας, (σημερινό Λίπτοφσκι Μίκουλας).

Η δίκη του έγινε στις 16 και 17 Μαρτίου 1713, όπου καταδικάστηκε σε θάνατο. Η ημερομηνία της εκτέλεσής του δεν καταγράφηκε, αλλά συνηθιζόταν να πραγματοποιείται αμέσως μόλις τελείωνε η δίκη. Ο τρόπος εκτέλεσής του, όχι σε κοινή θέα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, έγινε μέρος του σύγχρονου μύθου του. Ένας γάντζος τρύπησε την αριστερή του πλευρά και έμεινε κρεμασμένος στην αγχόνη για να πεθάνει. Αυτός ο βάναυσος τρόπος εκτέλεσης προοριζόταν για αρχηγούς ομάδων ληστών.[6] Ωστόσο, οι πηγές διίστανται σχετικά με το πώς εκτελέστηκε και είναι επίσης πιθανό ο Γιάνοσικ να απαγχονίστηκε.[2] Ένας θρύλος λέει ότι αρνήθηκε τη χαριστική βολή που του προσφέρθηκε με αντάλλαγμα να κατονομάσει τους συνεργάτες του με τις λέξεις: «Αν με ψήσετε, θα πρέπει και να με φάτε!» και πήδηξε στο γάντζο.[9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Kočiš, Jozef (1986). Neznámy Jánošík (στα Σλοβακικά). Martin: Vydavatel´stvo Osveta.  - περιέχει επίσης κατάλογο δημοσιευμένης λογοτεχνίας, γερμανικό, γαλλικό, ρωσικό και ουγγρικό βιογραφικό.
  • Melicherčík, Andrej (1963). Juraj Jánošík, hrdina protifeudálného odboja slovenského l´udu (στα Σλοβακικά). Martin. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]