Μετάβαση στο περιεχόμενο

Άντονιν Ρέιμαντ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Άντονιν Ρέιμαντ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Antonín Raymond (Τσεχικά)
Γέννηση10  Μαΐου 1888[1][2][3]
Κλάντνο[4][5]
Θάνατος21  Νοεμβρίου 1976[1][2][3] ή 25  Οκτωβρίου 1976[4]
Langhorne
Χώρα πολιτογράφησηςΑυστροουγγαρία
Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (από 1916)
Εκπαίδευση και γλώσσες
ΣπουδέςΤεχνικό Πανεπιστήμιο Πράγας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααρχιτέκτονας[4]
Οικογένεια
ΣύζυγοςNoémi Raymond[6]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΤάγμα του Ανατέλλοντος Ηλίου
honorary citizen of Kladno
Commons page Σχετικά πολυμέσα

O Άντονιν Ρέιμαντ, (10 Μαΐου 1888 - 25 Οκτωβρίου 1976)[7] ήταν Αμερικανός Τσέχος αρχιτέκτονας. Γεννήθηκε στη Βοημία, (σημερινή περιοχή της Τσεχίας), και εργάστηκε στην Ιαπωνία και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ο Ρέιμαντ υπήρξε επίσης πρόξενος της Τσεχοσλοβακίας στην Ιαπωνία από το 1926 μέχρι το 1939. Στη διάρκεια της πρακτικής του στο New Hope της Πενσυλβάνια και στο Τόκιο, μελέτησε τις παραδοσιακές ιαπωνικές τεχνικές δόμησης σε συνδυασμό με τις πιο πρόσφατες αμερικανικές καινοτομίες κτιρίων. Ο Ρέιμαντ εφάρμοσε τις συγκεκριμένες αρχές σε ένα ευρύ φάσμα οικιστικών, εμπορικών, θρησκευτικών και θεσμικών έργων στην Ιαπωνία, την Αμερική, την Ινδία και τις Φιλιππίνες. Μαζί με τον Βρετανό αρχιτέκτονα Τζοσάια Κόντερ, ο Ρέιμαντ θεωρείται ένας από τους πατέρες της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στην Ιαπωνία[8].

Ο Ρέιμαντ γεννήθηκε στις 10 Μαΐου του 1988, στο Κλάντνο της Κεντρικής Βοημίας (σημερινή περιοχή της Τσεχίας). Μετά από τον θάνατο της μητέρας του και την πτώχευση του καταστήματος του πατέρα του, η οικογένεια μετακόμισε στην Πράγα το 1905. Ο Ρέιμαντ φοίτησε στο γυμνάσιο Reálné (γυμνάσιο που δίδασκε περισσότερο τεχνικές και πρακτικές επιστήμες) στο Kladno και στη συνέχεια παρακολούθησε ένα παρόμοιο σχολείο στην Πράγα.[9]

Το 1906 εισήχθη στο Vysoká Škola Technická, Τσεχικό Πολυτεχνικό Ινστιτούτο, σπουδάζοντας υπό τον Josef Schultz και τον Jan Koula. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Τεργέστη το 1910 και ύστερα έφυγε για τη Νέα Υόρκη[8].

Εκεί, συνεργάστηκε για τρία χρόνια με τον Cass Gilbert, δουλεύοντας σε μια σειρά από έργα, συμπεριλαμβανομένων εξωτερικών αρχιτεκτονικών λεπτομερειών για το Woolworth Building [9] και την Austin, Nichols and Company Warehouse στο Μπρούκλιν. Η εργασία του στο τελευταίο του έδωσε μια εικόνα για την υφή και τις δομικές ιδιότητες του σκυροδέματος.[10]

Ο Ρέιμαντ ξεκίνησε να σπουδάζει ζωγραφική στο Independent School of Art στο Lincoln Square Arcade Building το 1912. Στο ταξίδι του πίσω στη Νέα Υόρκη, συνάντησε τη μελλοντική σύζυγό του και συνέταιρό του, Noémi Pernessin, και παντρεύτηκαν στις 15 Δεκεμβρίου 1914. Στις αρχές του 1916 έγινε Αμερικανός πολίτης, πολιτογραφώντας το όνομά του, από Antonín Reimann, σε Antonin Rymond.

Εργασία με τον Φρανκ Λόιτ Ράιτ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη επαφή του Ρέιμαντ με το έργο του Φρανκ Λόιτ Ράιτ ήταν το 1908- 1910, όταν είδε μία μικρή μονογραφία του και ύστερα ένα μεγάλο πορτφόλιο με τη δουλειά του που δημοσιεύτηκε στο Βερολίνο. Στην αυτοβιογραφία του, ο Ρέιμοντ παραδέχεται πόσο πολύ εντυπωσιάστηκαν αυτός και οι συμφοιτητές του από τα σχέδια του Ράιτ:«Ο Ράιτ είχε επαναδιατυπώσει τις αρχές της δόμησης· είχε ξεπεράσει το κελί, είχε απελευθερώσει το σχέδιο, είχε διαμορφώσει τη ροή κίνησης στον χώρο, είχε δώσει στα κτίρια ανθρώπινη κλίμακα και τα είχε συνδυάσει με τη φύση, όλα με ρομαντικό, αισθησιακό και πρωτότυπο τρόπο που μας άφησε όλους άφωνους.»

Μέσα από τη σύσταση ενός κοινού φίλου, ο Φρανκ Λόιτ Ράιτ συμφώνησε να προσλάβει τον Ρέιμοντ τον Μάιο του 1916. Στην αρχή ο Ρέιμοντ και η Νοέμι εργάστηκαν με τον Ράιτ στο Taliesin στο Spring Green του Ουισκόνσιν. Το 1917 κατατάχθηκε στον αμερικανικό στρατό και υπηρέτησε στο εξωτερικό ως μέλος της Αμερικανικής Εκστρατευτικής Δύναμης. Μετά την απόλυσή του από το στρατό, επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, όπου και ο Ράιτ τον έπεισε να πάει μαζί του στο Τόκιο για να δουλέψει στο Imperial Hotel.

Παρόλο που παρέμεινε επικεφαλής βοηθός του Ράιτ για έναν χρόνο, σύντομα βαρέθηκε τη δουλειά του εκεί. Ανησυχούσε με το γεγονός ότι «το σχέδιο δεν είχε τίποτα κοινό με την Ιαπωνία, το κλίμα, τις παραδόσεις, τους ανθρώπους και τον πολιτισμό της». Όσο δούλευε με τον Γκίλμπερτ, έμαθε τις μεγάλες δυνατότητες του σκυροδέματος, ωστόσο, ο Ράιτ δεν το έβλεπε με αυτόν τον τρόπο και προτιμούσε να το καλύπτει με τούβλα ή σκαλιστή πέτρα Oya.

Αν και ο Ρέιμαντ πρότεινε να συνεχίσει να εργάζεται για τον Ράιτ, τελικά απολύθηκε τον Ιανουάριο του 1921. Το Φεβρουάριο της ίδιας χρονιάς ίδρυσε την American Architectural and Engineering Company στο Τόκιο παρέα με τον Λεόν Γουίτακερ Σλάκ.

Η Ιαπωνία και τα χρόνια του Μεσοπολέμου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Θρησκευτικό Κολλέγιο Γυναικών στο Τόκιο, το οποίο ξεκίνησε το 1924, γίνεται φανερή η μεγάλη επιρροή του Ράιτ στον τρόπο σχεδίασης του Ρέιμαντ. Η χαμηλή, κεκλιμένη οροφή και οι προεξέχουσες μαρκίζες του θυμίζουν τα σπίτια του Ράιτ. Αυτή η πρώιμη δουλειά υποδηλώνει το ενδιαφέρον του Ρέιμαντ για τον Τσεχικό Κυβισμό και τη δουλειά του Ωγκύστ Περρέ.

Reinanzaka House (1924)

Μετά την καταστροφή του σπιτιού τους από τον σεισμό του μεγάλου Kantō, ο Ρέιμαντ σχεδίασε ένα νέο, το Reinanzaka House, στο Azabu του Τόκιο. Η επιθυμία του να απελευθερωθεί από τη σφαίρα επιρροής του Ράιτ, τον οδήγησε στο να μελετήσει τις σχέσεις μεταξύ των χώρων διαβίωσης, εργασίας και τραπεζαρίας και πώς θα μπορούσαν αυτοί οι χώροι να κλειστούν με πτυσσόμενες οθόνες. Το σπίτι αυτό χτίστηκε ως επί το πλείστον με in situ μπετόν. Το εργατικό δυναμικό του Ρέιμαντ ενθουσιάστηκε με τη χρήση αυτού του νέου υλικού, παρομοιάζοντάς το με αυτό στους τοίχους των παραδοσιακών αποθηκών kura. Το Reinanzanka House είχε μεταλλικά παράθυρα, σωληνοειδείς χαλύβδινες πέργκολες και παραδοσιακές αλυσίδες βροχής αντί για τις κοινές υδρορροές. Το εσωτερικό ήταν πολύ πιο μπροστά από άλλα σπίτια, λόγω της παρουσίας σωληνωτών επίπλων από χάλυβα.

Πρόξενος της Τσεχοσλοβακίας στην Ιαπωνία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ιταλική πρεσβεία στο Nikko (1928)
Summer House, Karuizawa (1933), σήμερα μέρος του Μουσείου Peynet

Παρά το γεγονός ότι είχε πολιτογραφηθεί ως Αμερικανός πολίτης το 1916, ο Ρέιμαντ έγινε επίτιμος πρόξενος της Τσεχοσλοβακίας στην Ιαπωνία, εκπροσωπώντας την κυβέρνηση του T. G. Masaryk. Από το 1928 έως το 1930, ο Ρέιμαντ σχεδίασε και αναδιαμόρφωσε τις αμερικανικές, σοβιετικές και γαλλικές πρεσβείες. Ανέλαβε επίσης έργα της Rising Sun Petroleum Company, σχεδιάζοντας 17 αντισεισμικά και αντιπυρικά εργατικά σπίτια, το κτίριο γενικών γραφείων, την κατοικία του διευθυντή και δύο πρωτότυπα πρατήρια, το ένα από χάλυβα και το άλλο από σκυρόδεμα. Όλα κατασκευάστηκαν σε Διεθνές Μοντέρνο Στυλ.

Έμπνευση από τον Λε Κορμπυζιέ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την περίοδο που κατασκεύαζε το Reinanzaka House, ο Ρέιμαντ είχε δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για το έργο του Ελβετού αρχιτέκτονα Λε Κορμπυζιέ ενώ αργότερα εφάρμοσε τις ιδέες του στην ιαπωνική αρχιτεκτονική. Με βάση το άκτιστο οικιστικό σχέδιο του Le Corbusier για τον κ. Errazuris στη Χιλή, σχεδίασε μια νέα εξοχική κατοικία για τον εαυτό του στην Karuizawa του Nagano. Εκεί που ο Λε Κορμπυζιέ είχε χρησιμοποιήσει ακατέργαστη τοιχοποιία και κεραμοσκεπή σε σχήμα V (σκεπή πεταλούδα), ο Ρέιμαντ χρησιμοποίησε κέδρο με πευκοβελόνες. Αν και το σχέδιο αυτό επικρίθηκε από έναν Αμερικανό κριτικό ότι ήταν αντίγραφο του σχεδίου του Λε Κορμπιζιέ, ο Γάλλος ήταν τόσο κολακευμένος και έκπληκτος που συμπεριέλαβε μια φωτογραφία του στον τρίτο τόμο του ολοκληρωμένου Oeuvre του:

Σας παρακαλώ να είστε βέβαιοι ότι δεν υπάρχει πικρία μεταξύ μας, αλλά –όπως λέτε και εσείς– κάνατε ένα μικρό λάθος, παραλείψατε να μου στείλετε ένα σημείωμα όταν δημοσιεύσατε τις εικόνες του σπιτιού σας στο Τόκιο, το οποίο είναι πολύ όμορφο, παρεμπιπτόντως.

Απόσπασμα επιστολής του Le Corbusier προς τον Antonin Ρέιμαντ, 7 Μαΐου 1935

Τον Ιανουάριο του 1938, ο Ρέιμοντ, η Νοέμι και ο γιος τους έφυγαν από το Τόκιο με προορισμό την Αμερική. Αυτό το εξάμηνο ταξίδι τους οδήγησε στην Ινδική Υποήπειρο και αργότερα στην Ευρώπη, όπου και επισκέφθηκαν την Πράγα.

Το 1935 το γραφείο του Ρέιμαντ δέχθηκε να σχεδιάσει έναν κοιτώνα για το Sri Aurobindo Ashram στο Ποντιτσέρι νοτιοανατολικής Ινδίας. Εκεί πραγματοποιήθηκε μία προκαταρκτική επίσκεψη από τον George Nakashima και ο τελικός σχεδιασμός ολοκληρώθηκε το 1936. Αν και ο Ρέιμαντ υπολόγιζε ότι ο κοιτώνας θα ολοκληρωνόταν σε έξι μήνες, ο Sri Aurobindo ανησυχούσε ότι ο θόρυβος από τις εργασίες θα ενοχλούσε το Άσραμ, και γι' αυτό αποφάσισε το κτίριο να κατασκευαστεί από τους ενοίκους του.

Αρχικά, ο Nakashima, ο Francois Sammer (ένας Τσέχος αρχιτέκτονας που εργαζόταν για τον Λε Κορμπυζιέ στη Ρωσία) και ο Chandulal (ένας θιασώτης που είχε εκπαιδευτεί ως μηχανικός), δημιούργησαν ένα μοντέλο πραγματικής κλίμακας του κοιτώνα προκειμένου να δοκιμάσουν τη δυνατότητα υλοποίησης του σχεδίου και στη συνέχεια το χρησιμοποίησαν ως εργαστήριο για να βελτιώσουν περαιτέρω τις μεθόδους κατασκευής. Τα καθήκοντα του Nakashima περιλάμβαναν την εκτέλεση πολύ ακριβών σχεδιαστικών λεπτομερειών που έδειχναν, μεταξύ αυτών, το σχέδιο του ξυλότυπου από σκυρόδεμα. Οι θιασώτες δώρισαν ακόμη και ορειχάλκινα σκεύη για να λιώσουν και να φτιάξουν τις λαβές των θυρών και τους μεντεσέδες

Ο Ρέιμαντ προσπάθησε να μετριάσει τις επιπτώσεις του κλίματος του Pondicherry και προσανατόλισε τον κοιτώνα Golconde (όπως έγινε γνωστός), έτσι ώστε οι κύριες προσόψεις του να βλέπουν βόρεια και νότια για να εκμεταλλεύονται τον αέρα που επικρατεί. Ένας συνδυασμός κινητών περσίδων στο εξωτερικό και υφασμένων συρόμενων θυρών από ξύλο τικ επέτρεψαν τον αερισμό χωρίς συμβιβασμούς στην ιδιωτικότητα. Το κτίριο εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως άσραμ μέχρι και σήμερα. Ήταν το πρώτο μοντερνιστικό κτίριο στην Ινδία.

Το πείραμα στο New Hope

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αρχιτεκτονική πορεία του Ρέιμαντ στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησε το 1939 με την αγορά και τη διαμόρφωση της φάρμας και του στούντιο του στο New Hope της Πενσυλβάνια. Ο στόχος αυτού και της συζύγου του ήταν να «δημιουργήσουν ένα φυσικό και πνευματικό περιβάλλον που αντικατοπτρίζει και υποστηρίζει την προσέγγισή τους στο μοντέρνο σχεδιασμό - ένα περιβάλλον που συνθέτει τις εξελίξεις του διεθνούς στυλ με τα διδάγματα της παραδοσιακής τέχνης της Ιαπωνίας». Ήλπιζαν ότι το ήθος του τρόπου ζωής που θα δημιουργούσαν, θα ήταν απλούστερο και πιο εναρμονισμένο με τη φύση, παρόμοιο στο στήσιμο με το Taliesin Fellowship του Φρανκ Λόιτ Ράιτ.

Οι Ρέιμαντ τροποποίησαν το σπίτι για να δημιουργήσουν μια πιο ανοιχτή αίσθηση, που χωρίζεται από ιαπωνικά χωρίσματα fusuma καιshōji. Στα δωμάτια υπήρχαν αντικείμενα τέχνης, όπως χαλιά σχεδιασμένα από τη Νοέμι και σερβίτσια από τον σχεδιαστή Mingei Minagawa Masu

Ο Ρέιμαντ ανέπτυξε ένα ενημερωτικό πρόγραμμα για επίδοξους αρχιτέκτονες, οι οποίοι θα ερχόντουσαν να ζήσουν και να σπουδάσουν στο New Hope και προσέλκυσε τουλάχιστον είκοσι υποψήφιους. Εκτός από τη διδασκαλία πρακτικών λύσεων σχεδιασμού, οι μαθητευόμενοι έκαναν πρακτική εργασία με διάφορα οικοδομικά επαγγέλματα. Στους μαθητές περιλαμβάνονταν οι Junzō Yoshimura και Carl Graffunder ενώ το αγρόκτημα επισκέφτηκαν ο Έερο Σάαρινεν και ο Άλβαρ Άαλτο.

Με το που εγκαταστάθηκαν οι μαθητές εκεί, ο Ρέιμαντ αναζήτησε έργα στον πραγματικό κόσμο για να δουλέψουν πάνω τους και να εφαρμόσουν τις θεωρίες του στην πράξη. Τα έργα περιλάμβαναν μια ποικιλία από σπίτια και εκτάσεις στο Νιου Τζέρσεϋ, το Κονέκτικατ και το Λονγκ Άιλαντ.

Με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ρέιμοντ επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, τερματίζοντας έτσι το πείραμα στο New Hope. Συνεργάστηκε με τον πολιτικό μηχανικό Arthur Tuttle, τον δομικό μηχανικό Elwyn Seelye και τον μηχανολόγο μηχανικό Clyde Place. Με την έμφαση που έδινε η χώρα στον πόλεμο, η εταιρεία εστίασε σε συμβόλαια του αμερικανικού στρατού. Το έργο τους περιλάμβανε: προκατασκευασμένα σπίτια στο Camp Kilmer, New Jersey (1942) και Camp Shanks, New York (1942–1943) και ένα αεροδρόμιο στο Fort Dix, New Jersey (1943). Το 1943, ζητήθηκε από τον Ρέιμαντ να σχεδιάσει μια σειρά από σπίτια της μεσαίας τάξης, γιαπωνέζικου στυλ, στα οποία ο στρατός θα μπορούσε να δοκιμάσει την αποτελεσματικότητα των πυρομαχικών του. Αυτά τα σπίτια κατασκευάστηκαν τελικά στο Dugway Proving Ground, και έγιναν γνωστά με το παρατσούκλι " Ιαπωνικό Χωριό ". Ο Ρέιμαντ παραδέχτηκε αργότερα στην αυτοβιογραφία του ότι δεν ήταν περήφανος για αυτό του το έργο.

To 1947, ο Ρέιμαντ ζήτησε από τον Στρατηγό Ντάγκλας ΜακΆρθουρ την άδεια να εισέλθει στην κατεχόμενη τότε Ιαπωνία προκειμένου να συμμετάσχει σε διαδικασία ανοικοδόμησης. Το εργατικό προσωπικό από το Reymondo Kenchiku Sekkei Jimusho είχε φροντίσει τα σχέδια και τα έγγραφα του γραφείου κατά τη διάρκεια του πολέμου και έτσι ο Ρέιμαντ αποφάσισε να ανοίξει ξανά το γραφείο.

Ο Ρέιμαντ έλαβε την εντολή για την κατασκευή του Reader's Digest Building από την κυρία DeWitt Wallace κατά την επιστροφή του από την Ιαπωνία το 1949. Ήθελε ένα σχέδιο που θα έδειχνε το καλύτερο που μπορούσε να προσφέρει η Αμερική. Η τοποθεσία που επιλέχθηκε για το κτίριο ήταν απέναντι από την Πύλη Hirakawa του Αυτοκρατορικού Παλατιού. Η επιλογή της αυτή αντιμετωπίστηκε με μεγάλη δυσαρέσκεια από τους Ιάπωνες, οι οποίοι θεώρησαν ότι οι αρχές έδειξαν εύνοια, επιτρέποντας σε μια αμερικανική εταιρεία να χρησιμοποιήσει μια περίοπτη τοποθεσία που θα λειτουργούσε καλύτερα ως πάρκο. Παίρνοντας έμπνευση από τον Λε Κορμπυζιέ, ο Ρέιμαντ απάντησε σε αυτή την κριτική χρησιμοποιώντας μια διάταξη εμπνευσμένη από το Ville Radieuse με το κτίριο μέσα σε κήπους όπου υπήρχαν γλυπτά του Ιάπωνα- Αμερικανού καλλιτέχνη, Isamu Noguchi.

Το μακρύ, διώροφο κτίριο, είχε διπλό πρόβολο σκελετό που στηριζόταν σε μία σειρά από τσιμεντένιες κολώνες, οι οποίες έγερναν προς τα έξω από κάθετη θέση. Τα τζάμια από το δάπεδο μέχρι την οροφή του δεύτερου ορόφου άνοιγαν σε ένα μπαλκόνι που εκτεινόταν σε όλο το μήκος του κτιρίου. Το έργο του αυτό περιλάμβανε τεχνικές καινοτομίες από την Αμερική, μεταξύ αυτών ακουστικών πλακιδίων οροφής, ενδοδαπέδιων καλωδίων και φωτισμό φθορίου.

Θεωρείται το πρώτο μεγάλο κτίριο στο οποίο ο Ρέιμαντ κατάφερε να εφαρμόσει τις αρχές της απλότητας, της οικονομίας των υλικών, της κομψότητας και της ελαφρότητας που διδάχτηκε από τις προηγούμενες δουλειές του. Ο Ρέιμαντ ανέφερε ότι το σχέδιο του Μουσείου Ειρήνης της Χιροσίμα από τον Κένζο Τάνγκε ήταν μία εξωτερική απομίμηση του Reader's Digest Building.

Παρά το γεγονός ότι κέρδισε πολλά βραβεία, το Reader's Digest Building κατεδαφίστηκε το 1963 για να αντικατασταθεί από το εννιαώροφο Palaceside Building, ένα κτίριο γραφείων που σχεδιάστηκε από τον Shōji Hayashi και που για πολλά χρόνια χρησίμευε ως η έδρα της Εφημερίδας Mainichi.

Gunma Music Center (1955–61)
Πανεπιστημιούπολη Nanzan University στη Ναγκόγια (1964)

Ο Ρέιμαντ αγόρασε έκταση στην περιοχή Nishi Azabu του Τόκιο για να χτίσει το νέο του γραφείο και χώρους διαβίωσης. Το γραφείο κατασκευάστηκε χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή ιαπωνική κατασκευαστική τεχνική τύπου post and lintel, χρησιμοποιώντας ακατέργαστους κορμούς. Το γραφείο χρησίμευσε ως τόπος δοκιμής των πιο πρόσφατων αμερικανικών καινοτομιών στα κτίρια, μεταξύ αυτών το επικαλυμμένο κόντρα πλακέ και οι αναρτημένοι μεταλλικοί αγωγοί για θέρμανση. Παίρνοντας επιρροή από τον "ανθρωπόμορφο διαμορφωτή" του Le Corbusier, ο Ρέιμαντ χρησιμοποίησε την παραδοσιακή ιαπωνική μονάδα του ken ( βάση του μεγέθους των χαλιών τατάμι ) ως μονάδα μέτρησης για να καθορίσει τη δομή του κτιρίου. Και πάλι χρησιμοποίησε χωρίσματα fusuma και οθόνες shoji, αλλά με σύγχρονο τρόπο για να χωρίσει τους χώρους.

Το 1955, ο Ρέιμαντ ξεκίνησε ένα έργο στο Takasaki, στην επαρχία Gunma. Επρόκειτο για ένα μουσικό κέντρο που θα στέγαζε τη Συμφωνική Ορχήστρα Gunma. Σεβόμενος την ιστορική τοποθεσία και τους περιορισμούς του οικονομικού προϋπολογισμού, σχεδίασε ένα κτίριο βασισμένο σε τρεις στόχους: 1)θα είχε ένα οικονομικό δομικό σύστημα,2) θα υπήρχε ισότητα οπτικών γραμμών και ακουστικής για κάθε κάθισμα και 3) το κτίριο θα είχε χαμηλό προφίλ χωρίς ιπτάμενο σύστημα.

Το 1961, του ανατέθηκε να σχεδιάσει το Kαθολικό Πανεπιστήμιο Nanzan στη Ναγκόγια. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα έργα που θα αναλάμβανε σε όλη του την καριέρα. Η πανεπιστημιούπολη ήταν προσανατολισμένη σε έναν άξονα Βορρά–Νότου, πάνω σε συνεχόμενους μικρούς λόφους και τα οκτώ κτίρια της ήταν διατεταγμένα ώστε να ταιριάζουν στην τοπογραφία και να εναρμονίζονται με το τοπίο.

Ανατολικά της πανεπιστημιούπολης Nanzan βρίσκεται το Παρεκκλήσι του Θεϊκού Λόγου (1962). Είναι ένα κτίριο το οποίο εκμεταλλεύεται την πλαστική ικανότητα που προσφέρει το σκυρόδεμα. Δύο τεμνόμενα κοχύλια που σχηματίζουν ένα καμπαναριό είναι τρυπημένα με κάθετες σχισμές για να επιτρέπουν στο φως να ακτινοβολεί κατά μήκος των καμπυλωτών εσωτερικών τοίχων.

Η κληρονομιά του στο μπετόν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εσωτερικό της εκκλησίας του Αγίου Άνσελμου, Τόκιο (1954)
Παρεκκλήσι Θεϊκού Λόγου του Πανεπιστημίου Νανζάν, Ναγκόγια (1962)

Όταν ο Ράιτ έφυγε, ο Ρέιμοντ δημιούργησε το δικό του γραφείο και διαφημίστηκε ως ειδικός στο οπλισμένο σκυρόδεμα. Γνώριζε καλά τις υφές του από τον Cass Gilbert, τις δομικές του ιδιότητες από τον Ράιτ και τα οφέλη που προσφέρει στην αντισεισμική προστασία. Το πρώτο του μεγάλο έργο ήταν να σχεδιάσει τη Φαρμακευτική Σχολή Hoshi, που ήταν ένα από τα πρώτα κτίρια που κατασκευάστηκαν από οπλισμένο σκυρόδεμα στο Τόκιο. Ο Ρέιμαντ χρησιμοποίησε προκατασκευασμένο μπετόν για να σχηματίσει τα διακοσμητικά στοιχεία του κτιρίου, μεταξύ αυτών, τα κουφώματα παραθύρων. Σε ένα σχεδόν επιτυχημένο πείραμα, χρησιμοποίησε ξυλότυπο κατασκευασμένο από ξύλο,για να αποτυπώσει μια υφή στο σκυρόδεμα (αλλά εν τέλει επέλεξε να το καλύψει).

Στο σπίτι Reinanzaka, οι εργάτες ήξεραν καλά να χρησιμοποιούν το ξύλο και βοήθησαν τον Ρέιμαντ να χαράξει την υφή του κέδρου στο σκυρόδεμα. Αυτό χρησιμοποιήθηκε περαιτέρω στα σπίτια Tetsuma Akaboshi και Morinosuke Kawasaki, όπου στους τσιμεντένιους τοίχους των πολυτελών εσωτερικών χώρων υπήρχε η υφή του κυπαρισσιού. Στο στούντιο Karuizawa, εργάτες γυάλισαν το σκυρόδεμα με άμμο και άχυρο για να δημιουργήσουν την αίσθηση του αδρανούς υλικού. Παράλληλα, στο Πανεπιστήμιο Nanzan, οι προσόψεις με νότιο προσανατολισμό ήταν χυτευμένες με μοτίβα σκακιέρας, με εφαρμοσμένη μεταλλοτεχνία να ρίχνει αφηρημένες σκιές στην επιφάνεια.

Οι τεχνικές του Ρέιμαντ τον έκαναν αγαπητό στο ιαπωνικό αρχιτεκτονικό κοινό και το 1958, ο εκδότης του αρχιτεκτονικού περιοδικού Shinkenchiku, Yoshioka Yasugoro, παρατήρησε: «Είναι αμφίβολο ότι το σκυρόδεμα αντιμετωπίζεται ως μπελάς οπουδήποτε εκτός της Ιαπωνίας. Η ιδέα μιας εκτεθειμένης επιφάνειας από σκυρόδεμα φαίνεται να ταιριάζει με τις ιαπωνικές ιδέες διακόσμησης.»

Πριν το έργο του Λε Κορμπυζιέ στο Τσαντίγκαρ, ο κοιτώνας Golconde χρησιμοποίησε μια μονολιθική κατασκευή από μπετόν, στην οποία υπήρχαν βαθιές προεξοχές και περσίδες για να προσαρμοστεί σε συγκεκριμένες κλιματικές συνθήκες. Το κτίριο πρωτοστάτησε στη χρήση οπλισμένου σκυροδέματος στην Ινδία.

Ο Άντονι Ρέιμαντ πέθανε σε ηλικία 88 ετών στο Νοσοκομείο St Mary, στο Langhorne της Πενσυλβάνια, στις 25 Οκτωβρίου 1976. Η σύζυγός του Νοέμι πέθανε τέσσερα χρόνια αργότερα, σε ηλικία 91 ετών. Το Ρέιμαντ Architectural Design Office συνεχίζει να εργάζεται στο Τόκιο.

Ehrismann Residence, Yamate (1927)
  • Χριστιανικό κολλέγιο γυναικών του Τόκιο, Τόκιο (1921-1938)
  • Σπίτι Reinanzaka, Τόκιο (1924)
  • Κεντρικό Κτίριο Πανεπιστημίου Hoshi, Τόκιο (1924)
  • Ehrismann Residence, Γιαμάτε, Γιοκοχάμα (1927)
  • Ιταλική Πρεσβεία Βίλα, Νίκο (1929)
  • Troedsson Villa, Nikko (1931)
  • Λέσχη Γκολφ Του Τόκιο, Ασάκα (1932)
  • Καλοκαιρινό Σπίτι, Karuizawa (1933)
  • Σπίτι Akeboshi Tetsuma, Τόκιο (1933)
  • Morinosuke Kawasaki House, Τόκιο (1934)
  • Παρεκκλήσι/Αμφιθέατρο Χριστιανικού Κολλεγίου γυναικών του Τόκιο (1934)
  • Raymond Farm, Νέα Ελπίδα (1939)
  • Το Κτίριο Huyler, Μπάφαλο, Νέα Υόρκη (εσωτερικό) (1939-1940)
  • Εκκλησία του Αγίου Ιωσήφ του Εργάτη, πόλη Βικτώριας, Νέγρος, Φιλιππίνες (1949)
  • Raymond House and Studio, Azabu (1951)
  • Reader's Digest Office, Τόκιο (1951)
  • Cunningham House, Τόκιο (1954)
  • Εκκλησία του Αγίου Άνσελμου, Τόκιο (1954)
  • Yawata Steel Otani Gymnasium, KitaKyushu (1955), (GoogleEarth 33.862184, 130.806841)
  • Κεντρικά Γραφεία Yaskawa, KitaKyushu, (1954)
  • Εκκλησία του Αγίου Άλμπαν, Τόκιο (1956)
  • Hayama Villa, Hayama (1958)
  • Λέσχη Γκολφ Moji, KitaKyushu (1959)
  • Εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ, Σαπόρο (1960)
  • Νέο Στούντιο, Karuizawa (1962)
  • Εκκλησία Του Αγίου Παύλου, Σίκι (1963)
  • Παρεκκλήσι του Αγίου Παύλου, Γυμνάσιο και Λύκειο Rikkyo Niiza, Πανεπιστημιούπολη Niiza, Σαϊτάμα (1963)
  • Πανεπιστήμιο Nanzan Campus (1964)
  • Παρεκκλήσι και αίθουσα διαλέξεων, Rikkyo Δημοτικό Σχολείο Αγοριών, Τόκιο (1966)
  • 1952 Βραβείο του Αρχιτεκτονικού Ινστιτούτου της Ιαπωνίας για το Reader's Digest Building
  • 1956 Μετάλλιο Τιμής από το Τμήμα Νέας Υόρκης του Αμερικανικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτόνων
  • 1957 Πρώτο Βραβείο Τιμής του Αμερικανικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτόνων και το Βραβείο Αξίας Yawata Steel Worker's Union Memorial Hall
  • 1964 Τρίτης Τάξης, Τάγμα του Ανατέλλοντος Ηλίου από τον αυτοκράτορα Χιροχίτο [11]
  • 1965 Βραβείο Σχεδιασμού από το Αρχιτεκτονικό Ινστιτούτο της Ιαπωνίας για το σχέδιό του στο Πανεπιστήμιο Nanzan, Nagoya
  • 1935 Antonin Raymond: Το έργο του στην Ιαπωνία 1920–1935 έκδοση Jônan Shoin, Τόκιο
  • 1938 Αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες που δημοσιεύονται από τη Διεθνή Αρχιτεκτονική Ένωση, Τόκιο
  • 1962 The Works of Antonin Raymond Architectural Association Journal
  • 1967 Watakushi to nihon kenchiku (Εγώ και η Ιαπωνική Αρχιτεκτονική) Μια συλλογή από γραπτά και διαλέξεις, έκδοση Kajima Shuppansha, Τόκιο
  • 1970 Jiden (αυτοβιογραφία) που εκδίδεται στα Ιαπωνικά από τον Kajima Shuppansha, Τόκιο
  • 1973 Antonin Raymond: An Autobiography που εκδόθηκε από τον Charles E. Tuttle Company of Rutland, Vermont and Tokyo, Japan
  1. 1,0 1,1 1,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Antonin-Raymond. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) SNAC. w63211c5. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. raymond-antonin.
  4. 4,0 4,1 4,2 The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/18404. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  5. Regional Database of the Central Bohemian Research Library in Kladno. p0204338-Raymond-Antonin-18881976. Ανακτήθηκε στις 20  Ιουνίου 2023.
  6. (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 5  Νοεμβρίου 2010. 500030312. Ανακτήθηκε στις 21  Μαΐου 2021.
  7. Makar, A. B.; McMartin, K. E.; Palese, M.; Tephly, T. R. (1975-06). «Formate assay in body fluids: application in methanol poisoning». Biochemical Medicine 13 (2): 117–126. doi:10.1016/0006-2944(75)90147-7. ISSN 0006-2944. PMID 1. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/1. 
  8. 8,0 8,1 Bose, K. S.; Sarma, R. H. (1975-10-27). «Delineation of the intimate details of the backbone conformation of pyridine nucleotide coenzymes in aqueous solution». Biochemical and Biophysical Research Communications 66 (4): 1173–1179. doi:10.1016/0006-291x(75)90482-9. ISSN 1090-2104. PMID 2. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/2. 
  9. 9,0 9,1 Smith, R. J.; Bryant, R. G. (1975-10-27). «Metal substitutions incarbonic anhydrase: a halide ion probe study». Biochemical and Biophysical Research Communications 66 (4): 1281–1286. doi:10.1016/0006-291x(75)90498-2. ISSN 0006-291X. PMID 3. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/3. 
  10. Hendrickson, W. A.; Ward, K. B. (1975-10-27). «Atomic models for the polypeptide backbones of myohemerythrin and hemerythrin». Biochemical and Biophysical Research Communications 66 (4): 1349–1356. doi:10.1016/0006-291x(75)90508-2. ISSN 1090-2104. PMID 5. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/5. 
  11. Johnson & Langmead 2013, σελ. 263.
  • Frampton, Kenneth (1990) [1980]. Modern Architecture a Critical History (Revised and enlarged έκδοση). London, United Kingdom: Thames and Hudson. ISBN 0-500-20201-X. 
  • Helfrich, Kurt· Whitaker, William (2006). «Foreword». Crafting a Modern World: The Architecture and Design of Antonin and Noemi Raymond. New York: Princeton Architectural Press. ISBN 1-56898-583-5. 
  • Helfrich, Kurt· Whitaker, William (2006). Crafting a Modern World: The Architecture and Design of Antonin and Noemi Raymond. New York: Princeton Architectural Press. ISBN 1-56898-583-5. 
  • Japan Architect (Spring 1999). «Antonin Raymond». Japan Architect 33. 
  • Japan Architect (Spring 2005). «Docomomo Japan: The 100 Selections». Japan Architect 57. ISSN 0448-8512. 
  • Johnson, Donald Leslie· Langmead, Donald (2013). Makers of 20th-Century Modern Architecture: A Bio-Critical Sourcebook. Routledge. ISBN 978-1-136-64056-8. 
  • Raymond, Antonin (1973). Antonin Raymond: An Autobiography. Charles E Tuttle Co., Rutland, VT : Tokyo, Japan. 
  • Reynolds, Jonathan McKean (2001). Maekawa Kunio and the Emergence of Japanese Modernist Architecture. London, United Kingdom: University of California Press. ISBN 0-520-21495-1. 
  • Sharma, Komal (n.d.). «Golconde: The First Modernist Building in India». Metropolis. 
  • Stewart, Dennis B (2002). The Making of a Modern Japanese Architecture: From the Founders to Shinohara and Isozaki. New York, United States: Kodansha International. ISBN 4-7700-2933-0. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]