Peace Sells... but Who's Buying?

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Peace Sells... But Who's Buying
Στούντιο άλμπουμ από Megadeth
Κυκλοφόρησε20 Ιουλίου 1986
ΗχογραφήθηκεΟκτώβριος 1985, Φεβρουάριος - Μάρτιος 1986 στο Λος Άντζελες
Μουσικό είδοςThrash Metal
Διάρκεια36:12
ΠαραγωγόςΡάντι Μπερνς, Ντέιβ Μαστέιν
ΔισκογραφικήCapitol Records
Δισκογραφικό χρονολόγιο
(Megadeth)
Killing Is My Business... and Business Is Good!
(1984)
Peace Sells... but Who's Buying?
(1986)
So Far, So Good... So What!
(1988)

Το Peace Sells... but Who's Buying?! είναι το δεύτερο στούντιο άλμπουμ του αμερικάνικου thrash metal συγκροτήματος Megadeth, το οποίο κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 1986 από την "Capitol Records". Στις 27 Ιουλίου 2004, ο δίσκος επανεκδόθηκε με τέσσερα επιπλέον κομμάτια, ενώ τον Ιούλιο του 2011 κυκλοφόρησε η επετειακή, διπλή έκδοση για τα 25 χρόνια από την αρχική έκδοση του άλμπουμ.

Ιστορία του δίσκου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την επιστροφή του κιθαρίστα Κρις Πόλαντ στο συγκρότημα, οι Megadeth ξεκίνησαν τις ηχογραφήσεις για το διάδοχο του "Killing Is My Business... and Business Is Good!" τον Οκτώβριο του 1985 στα "Music Grinder Studios" του Λος Άντζελες. Την παραμονή πρωτοχρονιάς του 1986, εμφανίστηκαν στο Σαν Φρανσίσκο μαζί με τους Metallica, τους Exodus και τους Metal Church. Στις αρχές της νέας χρονιάς, το συγκρότημα υπέγραψε συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρεία "Capitol Records", η οποία πήρε τα δικαιώματα τους από την "Combat". Οι ηχογραφήσεις για το νέο δίσκο συνεχίστηκαν από τις 15 Φεβρουαρίου μέχρι τις 20 Μαρτίου 1986 "Rock Steady Studios" και τα "Maddog Studios" του Λος Άντζελες.
Το νέο άλμπουμ κυκλοφόρησε στις 20 Ιουλίου ανεβαίνοντας στο # 76 των αμερικανικών τσαρτ, όντας ο πρώτος δίσκος του συγκροτήματος ο οποίος κατάφερε κάτι τέτοιο, ενώ το Νοέμβριο του 1992 του απονεμήθηκε το βραβείο του πλατινένιου δίσκου. Ο δίσκος θεωρείται ένας από τους καλύτερους του συγκροτήματος και ένας από τους κορυφαίους και επιδραστικότερους στην ιστορία του χέβι μέταλ, με το "Metal Rules" να το κατατάσσει 25ο στη λίστα του με τα 100 καλύτερα άλμπουμ του είδους [1], ενώ βρίσκεται στην 8η θέση του περιοδικού Rolling Stone[2] και στην 23η της ανάλογης λίστας του "Digital Dream Door".[3]
Το συγκρότημα περιόδευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να προωθήσει το δίσκο, ανοίγοντας συναυλίες των Motörhead και του King Diamond, ενώ το Φεβρουάριο του 1987 περιόδευσαν μαζί με τον Alice Cooper. Το Μάρτιο εκείνης της χρονιάς μετέβησαν στη Μεγάλη Βρετανία για την πρώτη τους ευρωπαϊκή περιοδεία, ενώ τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1987 περιόδευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μαζί με τους Overkill και τους Necros. Μετά την τελευταία συναυλία της περιοδείας στη Χαβάη, ο Κρις Πόλαντ και ο Γκαρ Σάμουελσον απολύθηκαν για να πάρουν τη θέση τους ο Τζεφ Γιανγκ και ο Τσακ Μπέλερ, αντίστοιχα.

Ανάλυση τραγουδιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δίσκος ξεκινάει με το "Wake Up Dead", ένα κομμάτι του οποίου οι στίχοι μιλούν για έναν άπιστο άντρα ο οποίος φοβάται ότι η σύζυγος του θα τον σκοτώσει αν μάθει για την κρυφή ζωή του. Το συγκεκριμένο κομμάτι αποτέλεσε και το πρώτο βίντεο κλιπ του συγκροτήματος. Ακολουθεί το "The Conjuring", το οποίο περιγράφει μία τελετή Αποκρυφισμού, ένα θέμα με το οποίο ασχολούνταν αρκετά ο Ντέιβ Μαστέιν την εποχή εκείνη.
Τρίτο τραγούδι του δίσκου είναι το "Peace Sells", του οποίου το βίντεο έλαβε μεγάλο αριθμό μεταδόσεων από το τηλεοπτκό δίκτυο "MTV" και αποτελεί ένα από τα γνωστότερα κομμάτια των Megadeth. Οι στίχοι του εναντιώνονται στην κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, τη θρησκεία όπως και σε κάθε κοινωνικό στερεότυπο και γι' αυτό το συγκρότημα κατηγορήθηκε ως επαναστατικό και με αντιαμερικανικές τάσεις. Ακολουθεί το "Devil's Island" το οποίο παρουσιάζει τις σκέψεις ενός μελλοθάνατου πάνω στη Νήσο του Διαβόλου, μία γαλλική αποικία στην Γαλλική Γουιάνα. Σύμφωνα με τους στίχους του τραγουδιού, μετά από Θεία παρέμβαση ο κατάδικος γλυτώνει τη ζωή του αλλά θα πρέπει να περάσει την υπόλοιπη ζωή του πάνω στο νησί.
Το "Good Mourning / Black Friday" είναι εμπνευσμένο από τον πρώην ντράμερ του συγκροτήματος, Ντιζόν Καράδερς, ενώ το "Bad Omen" αναφέρεται σε ανθρώπους οι οποίοι λατρεύουν το διάβολο αλλά όταν σε μία τελετή τους τον καλούν, καταλήγουν νεκροί. Ακολουθεί η διασκευή στο "I Ain't Superstitious" του Γουίλι Ντίξον το οποίο είχε αρχικά ηχογραφήσει ο Howlin' Wolf, ενώ ο δίσκος κλείνει με το "My Last Words", το οποίο αναφέρεται στα συναισθήματα που διέπουν ανθρώπους οι οποίοι παίζουν ρωσική ρουλέτα.

Τραγούδια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

1. Wake Up Dead (Mustaine) - 3:37
2. The Conjuring (Mustaine) - 5:02
3. Peace Sells (Mustaine) - 4:02
4. Devil's Island (Mustaine) - 5:05
5. Good Mourning / Black Friday (Mustaine) - 6:39
6. Bad Omen (Mustaine) - 4:03
7. I Ain't Superstitious (Dixon) - 2:45
8. My Last Words (Mustaine) - 4:55

Θέσεις τσαρτ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Peace Sells... but Who's Buying? (άλμπουμ)

Επίσημη κυκλοφορία: 20 Ιουλίου 1986

Χώρα Θέση
Ηνωμένες Πολιτείες 76

Βραβεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Peace Sells... but Who's Buying? (άλμπουμ)
Ηνωμένες Πολιτείες (RIAA Certification): Πλατινένιος

Τα μέλη του συγκροτήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το "Peace Sells... but Who's Buying?" ηχογραφήθηκε από τους εξής μουσικούς:

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «The Top 100 Heavy Metal Albums». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2013. 
  2. «The 100 Greatest Metal Albums of All Time». rollingstone.com. 21 Ιουνίου 2017. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2021. 
  3. 100 Greatest Metal Albums - DigitalDreamDoor.com

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]