Ψοκώδη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ψοκώδη
Μια φλοιόφθειρα άγνωστου είδους της οικογένειας στενοψοκίδες
Μια φλοιόφθειρα άγνωστου είδους της οικογένειας στενοψοκίδες
Παρασιτική «ψείρα» του ανθρώπου
Παρασιτική «ψείρα» του ανθρώπου
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα
Υποβασίλειο: Ευμετάζωα (Eumetazoa)
Ανθυποβασίλειο: Αμφίπλευρα (Bilateria)
Κλάδος: Νεφρόζωα (Nephrozoa)
Υπερσυνομοταξία: Πρωτοστόμια (Protostomia)
Κλάδος: Εκδυσόζωα (Ecdysozoa)
Συνομοταξία: Αρθρόποδα (Arthropoda)
Ομοταξία: Έντομα (Insecta)
Τάξη: Ψοκώδη (Psocodea)
Hennig, 1966

Τα ψοκώδη (λατινική-επιστημονική ονομασία Psocodea) είναι μια ταξινομική ομάδα των εντόμων, που αποτελείται από τις λεγόμενες «βιβλιόψειρες», τις φλοιόφθειρες και τις γνωστές παρασιτικές ψείρες.[1] Παλαιότερα τα ψοκώδη θεωρούνταν υπέρταξη, αλλά ήμερα θεωρούνται γενικώς από τους εντομολόγους ως μία τάξη της ομοταξίας έντομα.[2][3][4] Παρά την πολύ διαφορετική εμφάνιση των παρασιτικών ψειρών (Phthiraptera), πιστεύεται ότι έχουν εξελιχθεί από το εσωτερικό της παλαιότερης τάξεως ψοκόπτερα, στην οποία περιλαμβάνονταν και οι βιβλιόψειρες με τις φλοιόφθειρες, αλλά ανακαλύφθηκε ότι είναι παραφυλετική.[5][6] Από πολλούς θεωρούνται ως τα πιο πρωτόγονα παρανεόπτεραημιπτεροειδή) έντομα.[7]

Τα ψοκώδη περιλαμβάνουν περίπου 11 χιλιάδες είδη εντόμων, που υποδιαιρούνται σε 4 υποτάξεις και περαιτέρω σε περισσότερες από 70 οικογένειες.[2][1][8] Τα μεγέθη τους ποικίλλουν από 1 έως 10 χιλιοστόμετρα σε μήκος.

Γενικώς οι λεγόμενες «βιβλιόψειρες» έλαβαν την κοινή αυτή ονομασία επειδή βρίσκονται συνήθως ανάμεσα σε παλαιά βιβλία, καθώς τρέφονται με το υλικό που χρησιμοποιείται για τη βιβλιοδέτηση (ευτυχώς όχι με το χαρτί). Εξάλλου, οι φλοιόφθειρες βρίσκονται πάνω σε δέντρα, ωστόσο τρέφονται όχι με τον φλοιό ή το ξύλο τους, αλλά με τις λειχήνες ή με φύκη που αναπτύσσονται επάνω στον φλοιό των δέντρων.

Ανατομία και βιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ψοκώδη διαθέτουν μασητικές σιαγόνες, ενώ ο κεντρικός λοβός τους είναι τροποποιημένος σε μία λεπτή ράβδο. Η ράβδος αυτή χρησιμεύει στη συγκράτηση του εντόμου καθώς ξύνει την τροφή του με τις σιαγόνες του. Το μέτωπο είναι διογκωμένο, οι οφθαλμοί μεγάλοι και σύνθετοι, αλλά υπάρχουν και τρεις επιπλέον απλοί μικροί οφθαλμοί. Το σώμα στα ψοκώδη είναι μαλακό, με κοιλία χαρακωτή σε εννέα τομείς.[9] Μερικά είδη μπορούν να «υφάνουν» ένα είδος μεταξιού από αδένες που βρίσκονται μέσα στο στόμα τους.[10] Μπορούν έτσι να καλύψουν κάποιες φορές μεγάλα μέρη του κορμού και των κλαδιών ενός δέντρου με πυκνά φύλλα αυτού του υλικού.[11]

Μερικά ψοκώδη διαθέτουν μικρούς ωοαποθέτες, περίπου μιάμισυ φορά το μήκος των οπίσθιων πτερύγων. Και οι 4 πτέρυγες, εάν υπάρχουν, φέρουν ένα σχετικώς απλό σχέδιο νευρώσεων και κρατούνται σαν μια τέντα επάνω από το σώμα.[9] Τα πόδια είναι μάλλον λεπτά, αλλά προσαρμοσμένα στα άλματα αντί για τη συγκράτηση ή τη βάδιση, όπως είναι γνωστό από τις ψείρες.

Υπάρχει συχνά σημαντική ποικιλομορφία στην εμφάνιση διαφορετικών ατόμων του ίδιου είδους ψοκωδών. Μπορεί μερικά να μην έχουν πτέρυγες ή ωοαποθέτες, ή να έχουν διαφορετικό σχήμα θώρακα. Η σημασία τέτοιων διαφορών δεν είναι γνωστή, αλλά το αίτιό τους φαίνεται να μην είναι το ίδιο με εκείνο παρόμοιων διαφορών σε άλλες ομάδες εντόμων, π.χ. στις αφίδες. Πολλά ψοκώδη παρουσιάζουν παρθενογένεση και η παρουσία αρσενικών μπορεί να διαφέρει ακόμα και σε διαφορετικούς πληθυσμούς του ίδιου είδους.[10]

Τα ψοκώδη αφήνουν τα αβγά τους σε μικροσκοπικές ρωγμές ή πάνω σε φύλλα, αλλά λίγα είδη είναι ζωοτόκα. Τα μικρά γεννιούνται ως πανομοιότυπες άπτερες μικρογραφίες των ενήλικων εντόμων. Αυτές οι νύμφες συνήθως αλλάζουν το περίβλημά τους 6 φορές μέχρι να φθάσουν στο πλήρες ενήλικο μέγεθος. Η συνολική διάρκεια ζωής ενός ψοκώδους σπανίως υπερβαίνει τους λίγους μήνες.[10]

Οι «βιβλιόψειρες» έχουν μήκος από περίπου 1 έως 2 χιλιοστά του μέτρου. Ορισμένα είδη δεν έχουν πτέρυγες και συγχέονται εύκολα με νύμφες κοριών. Τα αβγά τους χρειάζονται από δύο έως 4 εβδομάδες μέχρι να εκκολαφθούν και μπορούν να φθάσουν στην ενηλικίωση περίπου δύο μήνες μετά τη γέννηση. Οι ενήλικες βιβλιόψειρες μπορούν να ζήσουν 6 ακόμα μήνες. Πέρα από τη ζημιά που προκαλούν σε βιβλία, κάποιες φορές εποικίζουν χώρους αποθηκεύσεως τροφίμων, όπου τρέφονται με ξηρά και αμυλώδη τρόφιμα. Αλλά τα περισσότερα ψοκώδη είναι έντομα που ζουν σε ξυλώδη φυτά και έχουν ελάχιστη ή και καμία επαφή με τον άνθρωπο. Τρέφονται με νεκρή ύλη και δεν δαγκώνουν τους ανθρώπους.[12]

Ωστόσο τα ψοκώδη μπορούν να επηρεάσουν τα οικοσυστήματα στα οποία ζουν. Πολλά μπορούν να επηρεάζουν την αποσύνθεση, ιδίως σε ενδιαιτήματα με μικρούς αριθμούς σαρκοφάγων μικρών αρθρόποδων, που μπορεί να έτρωγαν ψοκώδη.[13] Η νύμφη του είδους Psilopsocus mimulus είναι το πρώτο γνωστό ψοκώδες που μπορεί και διατρυπά ξύλο. Αυτές οι νύμφες διανοίγουν τα δικά τους λαγούμια στο ξύλο, αντί να κατοικούν σε προϋπάρχοντα λαγούμια που δημιούργησαν άλλα ζωύφια.[14]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 P.J. Gullan· P.S. Cranston (2010). «Taxobox 17 – Psocodea: "Psocoptera" (bark lice and book lice)». The Insects: an Outline of Entomology (4η έκδοση). John Wiley & Sons. σελ. 479. ISBN 9781444317671. 
  2. 2,0 2,1 Johnson, Kevin P.· Smith, Vincent S. (2021). «Psocodea species file online, Version 5.0». Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2021. 
  3. De Moya, Robert S.; Yoshizawa, Kazunori; Walden, Kimberly K. O.; Sweet, Andrew D. και άλλοι. (2021). «Phylogenomics of Parasitic and Nonparasitic Lice (Insecta: Psocodea): Combining Sequence Data and Exploring Compositional Bias Solutions in Next Generation Data Sets». Systematic Biology 70 (4): 719-738. doi:10.1093/sysbio/syaa075. PMID 32979270. https://academic.oup.com/sysbio/article/70/4/719/5912026. 
  4. «Psocodea». GBIF. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2021. 
  5. C.H.C. Lyal (1985). «Phylogeny and classification of the Psocodea, with particular reference to the lice (Psocodea: Phthiraptera)». Systematic Entomology 10 (2): 145-165. doi:10.1111/j.1365-3113.1985.tb00525.x. 
  6. Kevin P. Johnson; Christopher H. Dietrich; Frank Friedrich; Rolf G. Beutel; Benjamin Wipfler; Ralph S. Peters; Julie M. Allen; Malte Petersen και άλλοι. (Δεκέμβριος 2018). «Phylogenomics and the evolution of hemipteroid insects». Proceedings of the National Academy of Sciences 115 (50): 12775-12780. doi:10.1073/pnas.1815820115. PMID 30478043. Bibcode2018PNAS..11512775J. 
  7. Christopher O'Toole (2002). Firefly Encyclopedia of Insects and SpidersΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Toronto: Firefly Books. ISBN 978-1-55297-612-8. 
  8. David Grimaldi & Michael S. Engel (2005). «The paraneopteran orders». Evolution of the Insects. Cambridge Evolution Series. Cambridge University Press. σελίδες 216–330. ISBN 9780521821490. 
  9. 9,0 9,1 Gullan & Granston (2005). The Insects: An Outline of Entomology (3η έκδ.). σελίδες 499–505. 
  10. 10,0 10,1 10,2 Hoell, H.V., Doyen, J.T. & Purcell, A.H. (1998). Introduction to Insect Biology and Diversity (2η έκδ.). Oxford University Press. σελίδες 404–406. ISBN 978-0-19-510033-4. CS1 maint: Πολλαπλές ονομασίες: authors list (link)
  11. «Psocoptera - Barklice, Booklice, Psocids -- Discover Life». www.discoverlife.org. 
  12. «Stored Product Pests: Booklice (Psocids) FAC», US Army Public Health Command fact sheet
  13. Whitford, W.G. (2000). Invertebrates as webmasters in ecosystems: Keystone arthropods as webmasters in desert ecosystems. Ηνωμένο Βασίλειο: CAB International. σελίδες 25-43. ISBN 0-85199-394-X. 
  14. Smithers, C.N. (1995). «Psilopsocus mimulus Smithers (Psocoptera: Psilopsocidae), The first known wood boring psocopteran». Australian Journal of Entomology 34 (2): 117-120. doi:10.1111/j.1440-6055.1995.tb01299.x. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]