Χάινριχ Άμπεκεν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάινριχ Άμπεκεν
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση19  Αυγούστου 1809[1][2][3]
Οσναμπρύκ[4]
Θάνατος8  Αυγούστου 1872[1][2][3]
Βερολίνο[5]
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Πρωσίας
ΘρησκείαΛουθηρανισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδιπλωμάτης
θεολόγος
πολιτικός[6]
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Χάινριχ Άμπεκεν (γερμανικά: Heinrich Abeken‎‎, 19 Αυγούστου 1809 - 8 Αυγούστου 1872) ήταν Γερμανός θεολόγος και Σύμβουλος της Πρωσικής Μυστικής Αντιπροσωπείας στο Υπουργείο Εξωτερικών στο Βερολίνο.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άμπεκεν γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη Οσναμπρύκ ως γιος εμπόρου και παρακινήθηκε για ανώτερη εκπαίδευση από το παράδειγμα του θείου του Μπέρνχαρντ Ρούντολφ Άμπεκεν. Αφού τελείωσε το κολέγιο του Οσναμπρύκ, μετέβη το 1827 στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου για να σπουδάσει θεολογία.[7] Συνδύασε φιλοσοφικές και φιλολογικές σπουδές και ενδιαφέρθηκε για την τέχνη και τη σύγχρονη λογοτεχνία.

Σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1831, ο Άμπεκεν απέκτησε δίπλωμα θεολογίας. Στο τέλος του έτους επισκέφθηκε τη Ρώμη και φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Κρίστιαν Καρλ Γιόσιας, Φράιχερ φον Μπούνσεν. Ο Άμπεκεν συμμετείχε στα έργα του Μπούνσεν, δηλαδή σε ένα ευαγγελικό βιβλίο προσευχών και ύμνων. Το 1834 έγινε εφημέριος της πρωσικής πρεσβείας στη Ρώμη.[7] Παντρεύτηκε την πρώτη του σύζυγο, η οποία πέθανε λίγο αργότερα. Ο Μπούνσεν έφυγε από τη Ρώμη το 1838 και ο Άμπεκεν ακολούθησε αμέσως μετά στη Γερμανία. Το 1841 στάλθηκε στην Αγγλία για να βοηθήσει στην ίδρυση μιας γερμανοαγγλικής ιεραποστολικής επισκοπής στην Ιερουσαλήμ.[7] Την ίδια χρονιά, στάλθηκε από τον Φρειδερίκο Γουλιέλμο Δ΄ της Πρωσίας στην Αίγυπτο και την Αιθιοπία, όπου συμμετείχε σε αποστολή με επικεφαλής τον καθηγητή Καρλ Ρίχαρντ Λέπσιους. Το 1845 και το 1846 επέστρεψε μέσω Ιερουσαλήμ και Ρώμης στη Γερμανία. Έγινε Σύμβουλος της λεγεώνας στο Βερολίνο και αργότερα Σύμβουλος του Συμβουλίου στο Υπουργείο Εξωτερικών.

Το 1848 διορίστηκε στο πρωσικό υπουργείο Εξωτερικών και το 1853 προήχθη σε μυστικό σύμβουλο του υπουργείου (Geheimer Legationsrath). Ο Άμπεκεν παρέμεινε για περισσότερα από είκοσι χρόνια υπεύθυνος για την πρωσική πολιτική, βοηθώντας τον Όττο Τέοντορ Φράιχερ φον Μάντεφελ και τον καγκελάριο Όττο φον Μπίσμαρκ. Ο τελευταίος ήταν τόσο ευχαριστημένος από το έργο του Άμπεκεν, ώστε οι αξιωματούχοι άρχισαν να αποκαλούν τον Άμπεκεν «η πένα [δηλ. ο γραφέας] του Μπίσμαρκ». Ο Άμπεκεν παντρεύτηκε ξανά το 1866. Η δεύτερη σύζυγός του ήταν η Χέντβιχ φον Όλφερς, κόρη του γενικού διευθυντή των βασιλικών μουσείων, μυστικοσύμβουλου Ιγκνάζ φον Όλφερς.

Ο Μπίσμαρκ τον απασχολούσε κατά κόρον με τη σύνταξη επίσημων αποστολών και είχε μεγάλη εύνοια για τον βασιλιά Γουλιέλμο, τον οποίο συνόδευε συχνά στα ταξίδια του ως εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών. Ήταν παρών με τον βασιλιά κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του 1866 και του 1870-71. Το 1851 δημοσίευσε ανώνυμα το Babylon und Jerusalem (Βαβυλώνα και Ιερουσαλήμ), μια καυστική κριτική των απόψεων της κόμισσας φον Χαν-Χαν.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου κατά της Αυστρίας το 1866, καθώς και των πολέμων κατά της Γαλλίας το 1870 και το 1871, ο Άμπεκεν παρέμεινε στο πρωσικό αρχηγείο. Ένα μεγάλο μέρος των αποστολών της εποχής γράφτηκε από τον ίδιο. Δυστυχώς η υγεία του επλήγη από τις ταλαιπωρίες αυτών των ταξιδιών και πέθανε μετά από ασθένεια αρκετών μηνών.

Παρά την ενασχόλησή του με την πολιτική, ο Άμπεκεν δεν έχασε ποτέ το ενδιαφέρον του για τη θεολογία και συνέχισε να δημοσιεύει και να ομιλεί στον εν λόγω τομέα καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ενδιαφερόταν για την τέχνη και την αρχαιολογία και ήταν χρηματοδότης του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Ρώμης και μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας της Ρώμης. Ίδρυσε τον Κύκλο Φίλων της Ελληνικής Λογοτεχνίας στο Βερολίνο και ήταν μέλος της επιτροπής για το βασιλικό βραβείο Σίλλερ.[α]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Βλ. Heinrich Abeken, ein schlichtes Leben in bewegter Zeit (Berlin, 1898), από τη σύζυγό του, Χέντβιχ.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) SNAC. w6gj440v. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. abeken-heinrich. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 10  Δεκεμβρίου 2014.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  6. Ανακτήθηκε στις 14  Ιουνίου 2019.
  7. 7,0 7,1 7,2 Chisholm 1911.

Βιβλιογρφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]