Το δαχτυλίδι και το βιβλίο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το δαχτυλίδι και το βιβλίο
Η πρώτη σελίδα του χειρογράφου του έργου
ΣυγγραφέαςΡόμπερτ Μπράουνινγκ
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1868
Μορφήποίημα

Το δαχτυλίδι και το βιβλίο (αγγλικός τίτλος: The Ring and the Book) είναι μεγάλο δραματικό αφηγηματικό ποίημα του Ρόμπερτ Μπράουνινγκ. Εκδόθηκε σε τέσσερις τόμους από το 1868 έως το 1869 και αφηγείται την ιστορία μιας δίκης στη Ρώμη το 1698, κατά την οποία ένας ευγενής κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία της νεαρής συζύγου του και των γονιών της.[1]

Το ποίημα, γραμμένο με τη μορφή δραματικού μονολόγου, είναι μια αφήγηση από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες που παρουσιάζει τα ίδια γεγονότα υπό πολλά διαφορετικά πρίσματα. Οι χαρακτήρες παρουσιάζουν την άποψή τους για τα γεγονότα και η αλήθεια αποκαλύπτεται μέσα από τις μαρτυρίες εννέα διαφορετικών προσώπων για την ίδια θλιβερή τραγωδία.[2]

Πηγή - Τίτλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγή για τη συγγραφή του ποιήματος, όπως αναφέρει ο ποιητής στον πρώτο τόμο, ήταν ένα «Παλιό κιτρινισμένο βιβλίο» το οποίο αγόρασε σε ένα βιβλιοπωλείο στη Φλωρεντία το 1860 το οποίο περιείχε τα αρχεία της πραγματικής δίκης του κόμη Γκουίντο Φραντσεσκίνι το 1698 και περιλάμβανε τις αυθεντικές καταθέσεις μαρτύρων που κλήθηκαν στο δικαστήριο.[3]

Από αυτό προέρχεται ο τίτλος του ποιήματος: το «Βιβλίο» είναι το «Παλιό κιτρινισμένο βιβλίο». Το «Δαχτυλίδι» αντιπροσωπεύει τον «καθαρό χρυσό» των καταγεγραμμένων καταθέσεων.[4]

Δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το δαχτυλίδι και το βιβλίο είναι ένα τεράστιο έργο που αποτελείται από δώδεκα βιβλία και έχει περίπου 21.000 στίχους χωρίς ομοιοκαταληξία. Δέκα από τα βιβλία είναι δραματικοί μονόλογοι 9 διαφορετικών προσώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση (ο κόμης Γκουίντο μιλάει δύο φορές), τα οποία δίνουν διαφορετική αφήγηση για τα ίδια γεγονότα, το κάθε πρόσωπο από τη δική του οπτική γωνία. Ο Μπράουνινγκ, με τη δική του φωνή, προσθέτει εισαγωγικά και καταληκτικά βιβλία (το πρώτο και το τελευταίο), συνθέτοντας τα 12 βιβλία.[5]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πορτρέτο του Γκουίντο, από έκδοση του 1897

Το ποίημα αφηγείται μια ζοφερή αληθινή ιστορία ενός εγκλήματος που διαπράχθηκε στην Ιταλία στα τέλη του 17ου αιώνα (το 1698). Παρουσιάζει την ιστορία της Πομπίλια Κομπαρίνι, που δεν ήταν ακόμη 18 ετών τη στιγμή του θανάτου της, η οποία δολοφονήθηκε μαζί με τους γονείς της από τον σύζυγό της κόμη Γκουίντο Φραντσεσκίνι, τον οποίο παντρεύτηκε σε ηλικία 14 ετών. Όταν ο κόμης ανακάλυψε ότι η Πομπίλια δεν θα κληρονομούσε τους θετούς γονείς της, έγινε έξαλλος και άρχισε να κακοποιεί τη νεαρή σύζυγό του. Η κοπέλα δραπέτευσε με τη βοήθεια ενός ιερέα, του Τζουζέπε Καπονσάκι. Συνελήφθησαν γρήγορα και κατηγορήθηκαν για μοιχεία. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας, η ωμή αλήθεια για τον γάμο της Πομπίλια και του Γκουίντο ήρθε στο φως και η κοπέλα από κατηγορούμενη μετατράπηκε σε θύμα. Ο Καπονσάκι εξορίστηκε για 3 χρόνια και την Πομπίλια την έκλεισαν σε μοναστήρι, όχι για να τη φυλακίσουν, αλλά για να την προστατέψουν. Μετά από λίγο καιρό, η εγκυμονούσα Πομπίλια αφέθηκε ελεύθερη και επέστρεψε στο σπίτι των γονιών της. [3]

Ο κόμης με τέσσερις ανθρώπους του έκανε έφοδο στο σπίτι της οικογένειας και δολοφόνησε την γυναίκα του και τους γονείς της, οι οποίοι πέθαναν ακαριαία, ενώ η θανάσιμα τραυματισμένη κοπέλα προσποιήθηκε ότι ήταν νεκρή και έζησε λίγες μέρες ακόμη, οπότε και κατέθεσε όλη την ιστορία από τη σκοπιά της. Η ομολογία της κατέστρεψε τον δράστη και το δικαστήριο τον καταδίκασε σε θάνατο με αποκεφαλισμό. Τότε ο δικηγόρος του κόμη, που ισχυρίστηκε ότι η δολοφονία της συζύγου του ήταν θέμα τιμής για τον Γκουίντο, κατέφυγε στην έσχατη λύση και προσέφυγε στον Πάπα Ιννοκέντιο ΙΒ΄ για να ανατρέψει την καταδίκη. Θεωρήθηκε ότι θα τον άφηναν, αλλά ο Πάπας, προς έκπληξη όλων, αφού εξέτασε το θέμα διεξοδικά, επιβεβαίωσε την ποινή και ο Γκουίντο, μαζί με τους τέσσερις συνεργούς του, εκτελέστηκε τον Φεβρουάριο του 1698.[6]

Υποδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μακροσκελές ποίημα αποδείχθηκε τεράστια εκδοτική επιτυχία και καθιέρωσε τον Ρόμπερτ Μπράουνινγκ, που μέχρι τότε τα έργα του προσέλκυαν το ενδιαφέρον μόνο μικρού κύκλου αναγνωστών, ως έναν από τους σημαντικούς ποιητές της βικτωριανής εποχής, μαζί με τον Άλφρεντ Τέννυσον. Έκφραση της δημοτικότητας του ποιητή ήταν η ίδρυση συλλόγων συζήτησης αφιερωμένων στη συζήτηση διαφόρων θεμάτων που σχετίζονταν με τα έργα του. Ένας τέτοιος οργανισμός είναι ακόμη ενεργός σήμερα.[7]

Οι δραματικοί μονόλογοι και η τεχνική αφήγησης από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες αποδείχθηκε πολύ επιδραστική και χρησιμοποιήθηκε από πολλούς συγγραφείς σύγχρονους και μεταγενέστερους του Μπράουνινγκ.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]