Τζούλια Γκοντζάγκα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζούλια Γκονζάγκα
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1513 (πιθανώς)[1]
Γκατσουόλο[1]
Θάνατος19  Απριλίου 1566[1]
Νάπολη[1]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙταλικά[2]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααριστοκράτης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΒεσπασιανός Κολόννα
ΤέκναAsdrubale de' Medici
ΓονείςΛουδοβίκος Γκοντζάγκα της Σαμπιονέτα και Francesca Fieschi
ΑδέλφιαPaola Gonzaga
Pirro Gonzaga
Gianfrancesco "Cagnino" Gonzaga
Λουδοβίκος Γκονζάγκα (Ροντομόντε)
ΟικογένειαΟίκος των Γκονζάγκα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Τζούλια, ιταλ.: Giulia Gonzaga (1513 - 16 Απριλίου 1566) από τον Οίκο των Γκοντζάγκα-Σαμπιονέτα ήταν Ιταλίδα ευγενής γυναίκα της Αναγέννησης. Ήταν κόρη του κυρίου της Σαμπιονέτα και με τον γάμο της έγινε δούκισσα του Τραέτο.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Τζούλια γεννήθηκε στο Γκατσουόλο (κοντά στη Μάντοβα), κόρη του Λουδοβίκου κυρίου της Σαμπιονέτα & Μποτσόλο και της κόμισσας Φραντσέσκας Φιέσκι. Το 1526 (σε ηλικία 14 ετών) παντρεύτηκε τον Βεσπασιάνο Κολόννα (1480–1528) κόμη του Φοντί και δούκα του Τραέτο (σημερινό Mιντούρνο). Ο σύζυγός της απεβίωσε τρία χρόνια μετά το γάμο τους. Έπειτα η Τζούλια οργάνωσε το παλάτι της ως κέντρο πολιτισμού, ελκύοντας την προσοχή πολλών από τους συγχρόνους της τόσο για τις δραστηριότητές της, όσο και για τη διάσημη ομορφιά της, αν και αρνήθηκε να παντρευτεί ξανά. Είχε σχέση με τον καρδινάλιο Ιππόλυτο των Μεδίκων, ο οποίος, έπειτα από μία συνάντηση μαζί της, απεβίωσε στο Ίτρι (νότιο Λάτσιο).

Η Τζούλια Γκοντζάγκα

Το βράδυ της 8ης προς 9η Αυγούστου 1534, η πόλη του Φόντι δέχθηκε επίθεση από τον πειρατή Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, ο οποίος επιδίωκε να την απαγάγει και να την παραδώσει στον Σουλεϊμάν Α΄ τον Μεγαλοπρεπή, σουλτάνο του. Η Μπαρμπαρόσα είχε διατάξει να την απαγάγει ο Ιμπραήμ πασάς, ο Οθωμανός μεγάλος Βεζίρης. Το σχέδιο τού πασά ήταν να την προσθέσει στο χαρέμι τού σουλτάνου και να αντικαταστήσει τη Ροξελάνα, τη σύζυγο τού Σουλεϊμάν Α΄. [3] Όταν αυτή διέφυγε, ο Μπαρμπαρόσα, απογοητευμένος, σφαγίασε τους πληθυσμούς του Φόντι και της γειτονικής Σπερλόνγκα, αν και απωθήθηκε στο κοντινό Ίτρι. Η Τζούλια ξέφυγε μέσα στη νύχτα, συνοδευόμενη από έναν μόνο ιππότη. Αργότερα αυτή σκότωσε τον ιππότη, επειδή ήταν σχεδόν γυμνή κατά τη διαφυγή της και αυτός είχε δει πάρα πολλά. Υπάρχει επίσης εικασία ότι η προσπάθεια του Μπαρμπαρόσα, μπορεί να είχε παρακινηθεί από μέλη της οικογένειας Κολόννα, που επιθυμούσαν να ανακτήσουν τα εδάφη τους μετά το τέλος του συζύγου της Βεσπασιάνο Κολόννα.

Η Τζούλια προσχώρησε σε ένα μοναστήρι στη Νάπολη το 1535 (σε ηλικία 22 ετών) και εκεί συνάντησε τον Χουάν δε Βαλδές το 1536. Αυτή η συνάντηση και η επακόλουθη αλληλογραφία την έφεραν στην προσοχή της Ιεράς Εξέτασης. Αυτό την οδήγησε να γράψει μία επιστολή το 1553 στον καρδινάλιο Έρκολε Γκοντζάγκα για να εκφράσει την έλλειψη συμφωνίας της με τα μεταγενέστερα γραπτά του δε Βαλδές.

Η Τζούλια απεβίωσε σε ηλικία 53 ετών το 1566. Μετά το τέλος της, η αλληλογραφία της με τον Πιέτρο Καρνεζέκι έγινε αιτία να κατηγορηθεί ο Πιέτρο για αίρεση και να καεί σε πάσσαλο (το 1567).

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παντρεύτηκε το 1526 τον Βεσπασιάνο Κολόννα κοντοτιέρο, κόμη του Φοντί και δούκα του Τραέτο. Δεν απέκτησαν απογόνους.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το παραπάνω περιεχόμενο συνοψίζει -και μεταφράστηκε από- το Eresie.it

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]