Σούπα του Μπένζαμιν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ένα δοχείο με σούπα του Μπένζαμιν

Η σούπα του Μπένζαμιν (Rumfordsche Suppe, γνωστή και ως οικονομική σούπα)[1][2] ήταν μια πρώιμη προσπάθεια στην επιστημονική διατροφή. Ανακαλύφθηκε από τον κόμη Μπένζαμιν Ράμφορντ γύρω στο 1800 και καταναλώθηκε στο Μόναχο και τη Βαυαρία,[2] όπου εργάστηκε ως σύμβουλος του Δούκα. Χρησιμοποιήθηκε ως σιτηρέσιο για τους φτωχούς,[3][4] σε βαυαρικά εργαστήρια[5], στρατιώτες,[6] και φυλακισμένους. Ο κόμης Ράμφορντ έχει πιστωθεί σε πολλές περιπτώσεις για «την ίδρυση της πρώτης πραγματικής κουζίνας σουπών».[7]

Ως αναμορφωτικό μέτρο, η βαυαρική κυβέρνηση σκόπευε να εγκαταστήσει εργαστήρια για όσους εργάζονται για την καλή διαβίωση. Η αποστολή του Ράμφορντ ήταν να προσφέρει το φθηνότερο δυνατό σιτηρέσιο που και πάλι θα ήταν θρεπτικό φαγητό υψηλής θερμιδικής αξίας. Η σούπα έγινε γνωστή σε όλη τη Γερμανία και ο Ράμφορντ έστησε κουζίνες σε όλη τη Γερμανία.[8]

Στη Κεντρική Ευρώπη, η σούπα του Ρόμφορντ ήταν μια κοινή βάση για φθηνές στρατιωτικές μερίδες για μεγάλο μέρος του δέκατου ένατου και του εικοστού αιώνα.[5]

Συστατικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σούπα περιείχε ισόποσα μέρη αποφλοιωμένου κριθαριού και αποξηραμένα μπιζέλια,[3][9][10] λαχανικά,[10] τέσσερα κομμάτια πατάτες, αλάτι όσο χρειάζεται και ξινή μπύρα,[5][10] η οποία βράζεται μέχρι να γίνει πηχτή. Η χρήση πατάτας εισήχθη σε μεταγενέστερες εκδοχές της σούπας.[6] Τρωγόταν συνήθως με ψωμί. Έχει δηλωθεί ότι η συνταγή του Ράμφορντ έγραφε ότι το ψωμί θα σερβιριστεί άψητο και «θα προστεθεί ακριβώς πριν από το σερβίρισμα της σούπας»[9][11]. Μια αναφορά περιγράφει για τη σούπα ότι: χύνεται στην κορυφή του ψωμιού ακριβώς πριν από το σερβίρισμα.[6] Ο Ράμφορντ σημείωσε ότι το κριθάρι χρησίμευε για να πυκνώσει σημαντικά τη σούπα και να τη πλουτίσει, θεωρώντας τα δημητριακά «ρύζι της Μεγάλης Βρετανίας»[6]. Σε άλλες εκδοχές της χρησιμοποιούνται δημητριακά, μικρές ποσότητες κρέατος και άλλα συστατικά.[1] Δεν σημειώνεται ως ιδιαίτερα νόστιμη αλλά είναι ευχάριστη με μακρύ, αργό μαγείρεμα.

Διατροφική αξία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σούπα του Μπένζαμιν σχεδιάστηκε για να παρέχει υψηλό βαθμό διατροφικής αξίας με ελάχιστα έξοδα.[1] Έχει υπολογιστεί ότι η σούπα παρείχε το ένα τρίτο των ελάχιστων (καθημερινών) θρεπτικών απαιτήσεων ενός ατόμου.[12] Η σούπα του Μπένζαμιν είναι χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες χάρη τα αποξηραμένα μπιζέλια, ενώ περιέχει και σύνθετους υδατάνθρακες από την πατάτα και το κριθάρι και απλούς υδατάνθρακες από την μπύρα. Δεδομένης της γνώσης εκείνη την εποχή, ήταν κοντά σε μια βέλτιστη λύση στο πρόβλημα της δημιουργίας φθηνών, θρεπτικών τροφίμων. Δυστυχώς, η ανάγκη για βιταμίνες και ιχνοστοιχεία ήταν άγνωστη, αλλά η σούπα του Μπένζαμιν μερικές φορές συμπληρωνόταν με καλαμπόκι ή ρέγγα[5] παρέχοντας άφθονη βιταμίνη C και D.

Στο σύγχρονο πολιτισμό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σούπα σερβίρεται μέχρι σήμερα, κατά τη διάρκεια του Οκτόμπερφεστ στο Μόναχο.[13]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Hagemann, G. (2007). Reciprocity and Redistribution: Work and Welfare Reconsidered. 4. Plus-Pisa University Press, σελ. 222. ISBN 978-88-8492-465-0. https://books.google.com/books?id=77Fj06zjqfMC&pg=PA222. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  2. 2,0 2,1 Walker, H. (1996). Cooks and Other People. Oxford symposium on food and cookery. Prospect Books, σελ. 175. ISBN 978-0-907325-72-7. https://books.google.com/books?id=lpOqTUucwhUC&pg=PA175. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  3. 3,0 3,1 Kellogg, D.O.. Baynes, T.S.. Smith, W.R. (1903). The Encyclopædia Britannica: New American supplement. A-ZUY. The Encyclopædia Britannica: A Dictionary of Arts, Sciences, and General Literature. Original 9th Ed. in 25 Vols. Werner, σελ. 673. https://books.google.com/books?id=Su8hAQAAMAAJ&pg=PA673. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  4. Report from His Majesty's Commissioners for inquiring into the Administration and practical Operation of the Poor Laws: Appendix. F. Foreign Communications. - 1834. - CIV, 722 S., S. 743 - 756. 1834, σελ. 382. https://books.google.com/books?id=jn5RAAAAcAAJ&pg=PA382. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 Luxemburg, R.. Hudis, P. (2013). The Complete Works of Rosa Luxemburg, Volume I: Volume I: Economic Writings I. Verso Books, σελ. 781. ISBN 978-1-84467-975-1. https://books.google.com/books?id=5NFNBAAAQBAJ&pg=PT781. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 Dallas, E.S. (1865). Once a Week. Bradbury & Evans, σελ. 664. https://books.google.com/books?id=bvlMAAAAMAAJ&pg=PA664. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  7. Bramen, Lisa (29 Δεκεμβρίου 2010). «Count Rumford and the History of the Soup Kitchen». Smithsonian. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  8. Wilde, O. (1990). The Woman's World. Source Book Press. σελ. 280. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015.  ISSN 0043-7425
  9. 9,0 9,1 Popular Science. Bonnier Corporation, σελ. 84. https://books.google.com/books?id=uCwDAAAAMBAJ&pg=PA84. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015.  ISSN 0161-7370
  10. 10,0 10,1 10,2 Klingaman, W.K.. Klingaman, N.P. (2013). The Year Without Summer: 1816 and the Volcano That Darkened the World and Changed History. St. Martin's Press, σελ. 113. ISBN 978-0-312-67645-2. https://books.google.com/books?id=ZxJh2jDFEtMC&pg=PA113. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  11. Popular Science. Bonnier Corporation, σελ. 95. https://books.google.com/books?id=aiIDAAAAMBAJ&pg=PA95. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015.  ISSN 0161-7370
  12. Wells, R.A.E. (1977). Dearth and Distress in Yorkshire, 1793-1802. Borthwick papers. University of York, Borthwick Institute of Historical Research. σελ. 21. ISBN 978-0-900701-45-0. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 
  13. Wolff, M. (2013). Meet Me in Munich: A Beer Lover's Guide to Oktoberfest. Skyhorse Publishing Company, Incorporated. σελ. 232. ISBN 978-1-62873-510-9. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2015. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]