Σουμάδα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σουμάδα

Η σουμάδα είναι λευκό αναψυκτικό ποτό, που προέρχεται από γαλάκτωμα αμυγδάλου. Λέγεται επίσης αμυγδαλόπομα. Στην αρχαιότητα ήταν γνωστό ως θιάσιον ή θιάσον (από τα αθάσια, που είναι τα αμύγδαλα)[1] και στους βυζαντινούς χρόνους ως θασόρροφον.

Για την παρασκευή της σουμάδας τα ξεφλουδισμένα αμύγδαλα αφού αλεστούν ή κοπανηθούν αφήνονται για κάποιο χρονικό διάστημα μέσα σε νερό το οποίο απορροφά το χυμό τους. Μετά τον αποστραγγισμό τους, το νερό βράζεται με προσθήκη ζάχαρης μέχρι να "δέσει" το σιρόπι. Στη συνέχεια το σιρόπι αυτό διαλύεται σε νερό όπως η βυσσινάδα και προσφέρεται κρύο ως αναψυκτικό.

Στην Ελλάδα η σουμάδα θεωρείται λόγω χρώματος ως γαμήλιο ποτό και για τούτο προσφέρεται κυρίως σε γάμους, εξ ου και η ευχή: "και στις σουμάδες σου!" που είναι ανάλογη με την ευχή "και στα δικά σου!".

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" τομ.ΚΒ΄, σελ.150.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «αθασία». Λεξικό Πύλης για την ελληνική γλώσσα. Ανακτήθηκε στις 31 Μαρτίου 2013.