Σολδίο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σολδίο του Πατριαρχείου της Ακουιλέια που εκδόθηκε κατά την αρχιερατεία του Λουδοβίκου του Τεκ (1412–1420). Επιγρ.: + LODOVICUS * PATRIARCA / PATRIARCA AQUILE. 0,70 γραμμ.,19 χλστ.

Το σολδίο, ιταλ.: soldo, ήταν ένα ιταλικό μεσαιωνικό αργυρό νόμισμα, που εκδόθηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 12ου αι. στο Μιλάνο από τον Ερρίκο ΣΤ΄ της Γερμανίας. [1] Το όνομα προέρχεται από το ύστερο-ρωμαϊκό νόμισμα σόλιδος (solidus). [2]

Γρήγορα έγινε ευρέως διαδεδομένο στην Ιταλία, όπου κόπηκε στη Γένοβα, τη Μπολόνια και πολλές άλλες πόλεις. Στη Βενετία το σολδίο κόπηκε από τον Φραντσέσκο Ντάντολο (δόγης 1329-39) και μετά, και παρέμεινε σε χρήση και έπειτα από τη διάλυση της Δημοκρατίας το 1797 και κατά τη διάρκεια της Αυστριακής κατοχής, μέχρι το 1862. Τον 14ο αι. στη Φλωρεντία, ένα σολδίο είχε ισοτιμία με το 120 μίας λίρας και 12 δηνάρια. [3]

Καθώς περνούσε ο καιρός, το σολδίο άρχισε να κατασκευάζεται σε κράμα αργύρου-χαλκού (billon) και, από τον 18ο αι., σε χαλκό. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λεοπόλδου Β΄ μεγάλου δούκα της Τοσκάνης (19ος αι.), άξιζε τρία κουατρίνι. Η Ναπολεόντεια μεταρρύθμιση της Ιταλικής νομισματοκοπίας (αρχές 19ου αι.) το έκανε να αξίζει 5 λεπτά (cents), ενώ χρειαζόταν 20 σολδία για να σχηματιστεί μία λίρα.

Ο όρος, που χρησιμοποιήθηκε στους μεσαιωνικούς χρόνους για να δηλώσει την αμοιβή των στρατιωτών, έγινε συνώνυμός τους τόσο στα ιταλικά όσο και στα γερμανικά (ως sold, ο μισθός ενός στρατιώτη).

Bιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. David Murray Fox· Wolfgang Ernst (2016). Money in the Western Legal Tradition: Middle Ages to Bretton Woods. Oxford University Press. σελ. 257. ISBN 978-0-19-870474-4. 
  2. Soldo. merriam-webster.com
  3. Christopher Kleinhenz (2 Αυγούστου 2004). Medieval Italy: An Encyclopedia. Routledge. σελ. 267. ISBN 978-1-135-94880-1. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Soldo στο Wikimedia Commons