Ρωσική Εκκλησία του Μπιαρίτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ρωσική Εκκλησία του Μπιαρίτς
Τρούλος της Ρωσικής Εκκλησίας του Μπιαρίτς
Παρουσίαση
ΘρήσκευμαΟρθόδοξος Χριστιανισμός
ΤύποςΕκκλησία
ΥπαγωγήΠατριαρχείο Κωνσταντινούπολης
Έναρξη κατασκευής1890
Αποπεράτωση κατασκευής1892
Γεωγραφία
Χώρα Γαλλία
ΠεριοχήΑκουιτανία
ΝομόςΑτλαντικά Πυρηναία
ΚοινότηταΜπιαρίτς

Η Ρωσική Εκκλησία ή Εκκλησία Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι και της Προστασίας της Μητέρας του Θεού είναι ρώσικη ορθόδοξη εκκλησία η οποία βρίσκεται επί της avenue de l'Impératrice, στην κοινότητα του Μπιαρίτς, στον γαλλικό νομό των Ατλαντικών Πυρηναίων.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η απόφαση για την ανέγερση ορθόδοξης εκκλησίας για την κοινότητα των Ρώσων που είχαν ως συνήθειο να χρησιμοποιούν ως θέρετρο το Μπιαρίτς ελήφθη το 1879. Οι λειτουργικές τελετές λάμβαναν χώρα μέχρι τότε σε ένα σαλόνι της Villa Eugénie, πρώην θερινού ανακτόρου της αυτοκράτειρας Ευγενίας. Τα μέλη της ρωσικής αυτοκρατορικής οικογένειας λάμβαναν μέρος, ανάμεσά τους και η αυτοκράτειρα Μαρία Φεντόροβνα, σύζυγος του Αλέξανδρου Γ΄ η οποία αρεσκόταν στο να περνά τις διακοπές της στη Βασκική Ακτή. Μία επιτροπή συστάθηκε τελικώς το 1889, όταν η Villa Eugénie μετατράπηκε σε ξενοδοχείο και ο, καταγόμενος από την Αγία Πετρούπολη, αρχιτέκτονας Νικολάι Νικόνοφ (1849-1918) πρότεινε συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό σχέδιο. Ο θεμέλιος λίθος ευλογήθηκε την 1η (13) Οκτωβρίου 1890 και η εκκλησία άρχισε να χτίζεται με γοργούς ρυθμούς: αφιερώθηκε στις 13 (25) Σεπτεμβρίου 1892, παρουσία του Ρώσου πρέσβη στη Γαλλία, του Βαρώνου του Μόρενχαϊμ και του Δούκα του Λέχτενμπεργκ, ξαδέρφου του Αυτοκράτορα. Αρχικά εξυπηρετούνταν από τον κλήρο της ρωσικής εκκλησίας του Πω.

Άποψη του εσωτερικού της εκκλησίας.

Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η εκκλησία υπάγεται στην Αρχιεπισκοπή Ρωσικών Ορθόδοξων Εκκλησιών Δυτικής Ευρώπης (Ρωσική Εξαρχία), η οποία βρίσκεται υπό το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως από το 1931. Όταν ο ιερέας που λειτουργούσε στην εκκλησία θέλησε να τη μεταθέσει υπό το Πατριαρχείο Μόσχας τον Δεκέμβριο του 2004, η κοινότητα, έχοντας τη στήριξη της διακονίας, κατέθεσε έφεση κατά της απόφασης αυτής στα δικαστήρια, τα οποία επικύρωσαν την υπαγωγή της στην Αρχιεπισκοπή Ρωσικών Ορθόδοξων Εκκλησιών Δυτικής Ευρώπης (απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2005 του πολυμελούς πρωτοδικείου της Μπαγιόν, η οποία επικυρώθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2006 από το Εφετείο του Πω)[1].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Communiqué n° 04-08 de l'Administration diocésaine». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2014. 

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]