Πυογόνο κοκκίωμα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πυογόνο κοκκίωμα
Ειδικότηταδερματολογία
Ταξινόμηση
ICD-10L98.0
ICD-9686.1
DiseasesDB29385
MedlinePlus001464
eMedicineped/1244
MeSHD017789

Το πυογόνο κοκκίωμα είναι επίκτητος καλοήθης αγγειωματώδης όγκος του δέρματος.

Πρόκειται για έναν όγκο, ο οποίος υπερπλάσσεται έντονα, με συνέπεια να συγχέεται συχνά με όγκους κακοήθους αιτιολογίας. Το πυογόνο κοκκίωμα δεν έχει ειδική παθολογοανατομική εμφάνιση, με αποτέλεσμα να έχει βαπτιστεί με πολλούς όρους. Για παράδειγμα: τηλεαγγειεκτασικό κοκκίωμα, ευρυαγγειακό κοκκίωμα, υπερπλαστικό αγγείωμα και άλλα.

Ο όρος πυογόνο κοκκίωμα, ο οποίος έχει επικρατήσει, αποτελεί εσφαλμένο χαρακτηρισμό, εφόσον δεν πρόκειται για μόλυνση, αλλά για φλεγμονώδη υπερπλασία.

Επιδημιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πυογόνο κοκκίωμα εμφανίζεται σε γυναίκες και άνδρες. Προσβάλλει όλες τις ηλικίες, με πιο συχνή εμφάνιση στην δεύτερη και τρίτη δεκαετία της ζωής. Επειδή παρουσιάζεται συχνά στην εγκυμοσύνη, έχει χαρακτηρισθεί και ως κοκκίωμα ή όγκος της εγκυμοσύνης.

Το πυογόνο κοκκίωμα αποτελεί όγκο του δέρματος. Πολύ σπάνια εμφανίζεται στο γαστρεντερικό σύστημα – με εξαίρεση την στοματική κοιλότητα. Η επίπτωση πυογόνων κοκκιωμάτων στη στοματική κοιλότητα είναι υψηλή.

Αιτιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αιτιολογία είναι άγνωστη. Έχουν ενοχοποιηθεί τοπικοί ερεθισμοί, τραυματισμοί και φάρμακα.

Κλινικά χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ταχεία ανάπτυξη του όγκου με τελικό μέγεθος 1 - 3 εκατοστά. Σπάνια υπερβαίνει αυτό το μέγεθος και πιο συχνά είναι μονήρης. Υπάρχουν σαφή όρια διαχωρισμού με το υγιές δέρμα. Συχνά υπάρχει αιμορραγία και σε όψιμο στάδιο μπορεί να σχηματισθεί δευτεροπαθές έλκος. Συνήθως ο όγκος είναι ανώδυνος.

Πιο συχνά παρατηρείται στα άκρα, στην κεφαλο-τραχηλική περιοχή και στους βλεννογόνους της στοματικής ή ρινικής κοιλότητας. Μπορεί να προσβάλλει τα χείλη του στόματος, το τριχωτό της κεφαλής, το πρόσωπο, τις παλάμες, τα πέλματα και την γλώσσα. Ο όγκος της εγκυμοσύνης σχηματίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη στοματική κοιλότητα.

Αυτόματη υποχώρηση είναι σπάνια, με εξαίρεση τον όγκο της εγκυμοσύνης. Σε περίπτωση ατελούς αφαίρεσης υπάρχει μεγάλο ποσοστό υποτροπής.

Διαφοροδιάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πυογόνο κοκκίωμα διαχωρίζεται από το κακόηθες μελάνωμα μόνο ιστολογικά. Θα πρέπει να γίνει διαφοροδιάγνωση από αιμαγγειοσάρκωμα, καρκίνωμα πλακώδους επιθηλίου της στοματικής κοιλότητας.

Θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εφόσον, με εξαίρεση τον όγκο της εγκυμοσύνης, τα περισσότερα πυογόνα κοκκιώματα δεν υποχωρούν, ενδείκνυται η αφαίρεση. Αυτό επιτυγχάνεται με χειρουργική εκτομή ή Laser.

Πρόγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε περίπτωση πλήρους αφαίρεσης υπάρχει ίαση.