Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πεπ Γκουαρδιόλα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πεπ Γκουαρδιόλα

Ο Γκουαρδιόλα με τη Μάντσεστερ Σίτι το 2017
Προσωπικές πληροφορίες
Πλήρες όνομαΖοζέπ Γκουαρντιόλα Σάλα
Ημερ. γέννησης18 Ιανουαρίου 1971 (1971-01-18) (53 ετών)
Τόπος γέννησηςΣανπαδό, Ισπανία
Ύψος1,80 μ.
ΘέσηΜέσος
Ομάδες νέων
1983–1990Μπαρτσελόνα
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1990–1992Μπαρτσελόνα Β59(5)
1990–2001Μπαρτσελόνα263(6)
2001–2002Μπρέσια11(2)
2002–2003Ρόμα4(0)
2003–2004Μπρέσια13(1)
2004–2005Αλ Άχιλι Ντουμπάι36(5)
2005–2006Δοράδος δε Σιναλόα10(1)
Σύνολο398(20)
Εθνική ομάδα
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1991Ισπανία Κ-212(0)
1991–1992Ισπανία Κ-2312(2)
1992–2001Ισπανία47(5)
1995–2005Καταλονία7(0)
Προπονητική καριέρα
ΠερίοδοςΟμάδα
2007–2008Μπαρτσελόνα Β
2008–2012Μπαρτσελόνα
2013–2016Μπάγερν Μονάχου
2016–Μάντσεστερ Σίτι
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).

Ο Ζοζέπ "Πεπ" Γκουαρδιόλα (Josep Guardiola i Sala, γεννήθηκε 18 Ιανουαρίου 1971) είναι Ισπανός προπονητής και πρώην ποδοσφαιριστής, ο οποίος είναι ο τωρινός προπονητής της Μάντσεστερ Σίτι.

Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1971 στο χωριό Σανπαδό, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη Βαρκελώνη και έκανε σπουδαία καριέρα ως μέσος ποδοσφαιριστής που έπαιξε μεταξύ άλλων στην Μπαρτσελόνα και στη Ρόμα και χρίστηκε πολλές φορές διεθνής με την Εθνική Ισπανίας. Πλέον είναι προπονητής ποδοσφαίρου που έχει κατακτήσει πολλούς τίτλους και θεωρείται ότι συνετέλεσε στη δημιουργία της υπερομάδας της Μπαρτσελόνα. Στην πρώτη του μάλιστα σεζόν με την ομάδα της Καταλονίας κατέκτησε 6 τίτλους σε μια χρονιά.

Ποδοσφαιρική καριέρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η φανέλα του Γκουαρδιόλα με το #4, όταν αγωνιζόταν στη Μπαρτσελόνα

Ο Γκουαρδιόλα ξεκίνησε την καριέρα του από τις ακαδημίες της Μπαρτσελόνα, έκανε το ντεμπούτο του σε ένα παιχνίδι εναντίον της Καντίθ. Ο Γιόχαν Κρόιφ τον ξεχώρισε και λόγω και των απουσιών του εμπιστεύτηκε θέση στην πρώτη ομάδα. Έγινε μέλος της πρώτης ομάδας τη σεζόν 1991–92 όταν ήταν μόλις 20 ετών, ήταν βασικό στέλεχος μιας ομάδας που κέρδισε το πρωτάθλημα Ισπανίας και το Κύπελλο Πρωταθλητριών 1991-92. Επίσης, θριάμβευσε το 1992 με την Εθνική Ισπανίας στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης. Το διάσημο ιταλικό περιοδικό Guerin Sportivo προανήγγειλε τον Γκουαρντιόλα ως τον καλύτερο παίκτη στον κόσμο, κάτω από την ηλικία των 21 ετών. Έμεινε στην ομάδα έως το 2001 έχοντας κατακτήσει 6 Πρωταθλήματα Ισπανίας, 2 Κύπελλα Ισπανίας, 4 Ισπανικά Σούπερ καπ, 2 ΟΥΕΦΑ Σούπερ Καπ και 1 Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης.

Εντάχθηκε στην Μπρέσια παρά τη φημολογία που τον ήθελε πόθο πολλών ευρωπαϊκών ομάδων. Στα δύο χρόνια όμως που έμεινε στην Ιταλία συνάντησε δυσκολίες. Μια περίπτωση ντόπιγκ κοντρόλ, όταν βρέθηκε θετικός ως προς την ουσία νανδρολόνη και τιμωρήθηκε με 4 μήνες απαγόρευση να αγωνιστεί, έβαλε φρένο προσωρινά στην καριέρα του. Τελικά, συνέχισε την πορεία του αγωνιζόμενος σε ελάχιστα παιχνίδια στην Μπρέσια και στη Ρόμα.

Στα 34 του πήγε στο Κατάρ και αγωνίστηκε για την Αλ Άχιλι, απορρίπτοντας προτάσεις ομάδων όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, και έγινε ένας από τους σταρ που αγωνίστηκαν στο πρωτάθλημα της χώρας.

Το 2006 πήγε στο Μεξικό για να αγωνιστεί για την ομάδα Δοράδος για 6 μήνες. Στις 14 Νοεμβρίου του ίδιου έτους ανακοινώνει ότι τερματίζει την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής.[1]

Αγωνίστηκε για εννέα χρόνια με την Εθνική ομάδα της Ισπανίας έχοντας 47 συμμετοχές και 5 γκολ.

Εθνική Καταλονίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επίσης, μια και είναι ένθερμος υποστηρικτής της Καταλονίας και της ανεξαρτησίας της Καταλονίας, αγωνίστηκε και στην εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της περιοχής, που δεν είναι αναγνωρισμένη. Μεταξύ 1995 και 2005 έπαιξε επτά φιλικούς αγώνες με τα χρώματα της εθνικής ομάδας της Καταλονίας.

Προπονητική καριέρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γκουαρδιόλα ξεκίνησε την προπονητική καριέρα του από τη δεύτερη ομάδα της Μπαρτσελόνα. Στις 8 Μαΐου 2008 ανακοινώθηκε η πρόσληψη του και υπέγραψε το συμβόλαιο του στις 5 Ιουνίου 2008. Την πρώτη του σεζόν κέρδισε τρεις τίτλους: το Πρωτάθλημα Ισπανίας, το Κύπελλο Ισπανίας και το Τσάμπιονς Λιγκ. Έτσι έγινε ο νεότερος προπονητής που κέρδισε τον τίτλο του Τσάμπιονς Λιγκ. Στην αρχή της επόμενης σεζόν κατέκτησε το Σούπερ Καπ Ισπανίας εναντίον της Αθλέτικ Μπιλμπάο, το ΟΥΕΦΑ Σούπερ Καπ εναντίον της Σαχτάρ Ντονέτσκ, και το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων εναντίον της Εστουδιάντες Λα Πλάτα, κερδίζοντας έτσι το μέγιστο δυνατό, έξι τρόπαια μέσα σε ένα χρόνο. Στη συνέχεια της σεζόν 2009–2010 αποκλείστηκε νωρίς από το Κύπελλο Ισπανίας και στους ημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ από την Ίντερ του Ζοζέ Μουρίνιο, η οποία κατέκτησε τον τίτλο, αλλά ξανακατέκτησε το πρωτάθλημα. Τη σεζόν 2010–11 με την Μπαρτσελόνα κατέκτησε ξανά το πρωτάθλημα και το Τσάμπιονς Λιγκ κερδίζοντας μέσα στην Αγγλία τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με 3–1.

Στις 9 Ιανουαρίου 2012 αναδείχθηκε ο κορυφαίος προπονητής του ανδρικού ποδοσφαίρου, μετά από σχετική ψηφοφορία της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου. Συγκέντρωσε ποσοστό της τάξης του 41.92% επί των ψήφων, έναντι 15.61% για τον Άλεξ Φέργκιουσον και 12.43% υπέρ του Ζοζέ Μουρίνιο.[2]

Στις 27 Απριλίου 2012 ο τότε 41χρονος προπονητής ανακοίνωσε στους ποδοσφαιριστές του την αποχώρησή του από τον καταλανικό σύλλογο, δίνοντας τέλος στην τετράχρονη παρουσία του στον πάγκο της πρώτης ομάδας.[3] Κατέκτησε μέσα στην παραγωγική αυτή τετραετία 14 τίτλους: 3 Πρωταθλήματα Ισπανίας, 2 Κύπελλα Ισπανίας, 3 Σούπερ Καπ Ισπανίας, 3 Τσάμπιονς Λιγκ, 2 Σούπερ Καπ Ευρώπης, 2 Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων. Τον διαδέχτηκε ο μέχρι πρότινος βοηθός του Τίτο Βιλανόβα.[4]