Παιδιά ενός κατώτερου θεού (ταινία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Παιδιά ενός κατώτερου θεού (ταινία)
ΣκηνοθεσίαRanda Haines[1][2][3]
ΠαραγωγήBurt Sugarman
ΣενάριοΜαρκ Μέντοφ
Βασισμένο σεΤα Παιδιά Ενός Κατώτερου Θεού[4]
ΠρωταγωνιστέςΓουίλιαμ Χερτ[2][3][5], Μάρλι Μάτλιν[3][5][6], Πάιπερ Λόρι[3][5][6], Φίλιπ Μπόσκο[5][6], Bob Hiltermann[6] και Emmanuelle Laborit[7]
ΜουσικήMichael Convertino
ΦωτογραφίαΤζον Σιλ
ΜοντάζLisa Fruchtman
ΕνδυματολόγοςRenée April
Εταιρεία παραγωγήςParamount Pictures
ΔιανομήParamount Pictures και Netflix
Πρώτη προβολή1986 και 5  Μαρτίου 1987 (Γερμανία)[8]
Διάρκεια119 λεπτά και 118 λεπτά[9]
ΠροέλευσηΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής[9]
ΓλώσσαΑγγλικά

Το Παιδιά ενός κατώτερου θεού (αγγλικά: Children of a Lesser God) είναι ένα αμερικανικό αισθηματικό δράμα του 1986 σε σκηνοθεσία της Ράντα Χάινς [10] και σενάριο των Χέσπερ Άντερσον και Μαρκ Μέντοφ, βασισμένο στο ομότιτλο θεατρικό έργο που έγραψε ο Μέντοφ το 1979. Πρωταγωνιστούν οι Γουίλιαμ Χερτ, Μάρλι Μάτλιν (στο κινηματογραφικό της ντεμπούτο), Πάιπερ Λόρι και Φίλιπ Μπόσκο. Κεντρικά πρόσωπα της ταινίας είναι δύο υπάλληλοι σε ένα σχολείο κωφών, των οποίων οι αντικρουόμενες ιδεολογίες σχετικά με την ομιλία και την κώφωση δημιουργούν ένταση και διχόνοια στην ερωτική σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ τους. [11] [12]

Το Παιδιά ενός κατώτερου θεού έκανε πρεμιέρα στο 37ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου, όπου διαγωνίστηκε για τη Χρυσή Άρκτο, ενώ η Χάινς Ειδική Αργυρή Άρκτο. Κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 3 Οκτωβρίου 1986, από την Paramount Pictures με κριτική και εμπορική επιτυχία. Οι κριτικοί επαίνεσαν τη σκηνοθεσία της Χάινς, το σενάριο, και ιδιαίτερα τις ερμηνείες των Μάτλιν, Χερτ και Λόρι. Η ταινία απέφερε 101,5 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως με προϋπολογισμό 10,5 εκατομμύρια δολάρια. Έλαβε πέντε υποψηφιότητες στα 59α Βραβεία Όσκαρ: Καλύτερης ταινίας, Α' ανδρικού ρόλου (για τον Χερτ), Β' γυναικείου ρόλου (για τη Λόρι), Καλύτερου προσαρμοσμένου σεναρίου, με τη Μάτλιν να κερδίζει το βραβείο Α' γυναικείου ρόλου, στα 21 της χρόνια και να γίνεται η νεότερη νικήτρια στην κατηγορία καθώς και το μοναδικό κωφό άτομο που κέρδισε Όσκαρ.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένας δραστήριος νέος καθηγητής, ο Τζέιμς Λιντς (Γουίλιαμ Χαρτ), φτάνει σε ένα σχολείο για κωφούς και βαρήκοους στη Νέα Αγγλία. Σύντομα βλέπει μια νεαρή κωφή γυναίκα να εργάζεται ως επιστάτρια. Η γυναίκα, η Σάρα Νόρμαν (Μάρλι Μάτλιν), πρώην άριστη μαθήτρια, δεν αντιμετωπίζεται καλά από το ακούον προσωπικό, αλλά φαίνεται να τα πηγαίνει καλά με τους κωφούς μαθητές. Ο Τζέιμς προσπαθεί να μιλήσει μαζί της, προσπαθώντας να κανονίσει μια συνάντηση, κυνηγώντας τη μετά το σχολείο ενώ εκείνη προσπαθεί να καθαρίσει και επιμένοντας παρά τις απανωτές απορρίψεις. Τελικά, εκείνη συμφωνεί να βγούνε για φαγητό και εκείνος την παρακολουθεί να χορεύει.

Η Σάρα δεν θέλει να αρθρώσει λόγο, και ο Τζέιμς τελικά συμφωνεί να μην προσπαθήσει να την πείσει να το κάνει - μια υπόσχεση που αργότερα παραβαίνει. Ανακαλύπτει ότι η Σάρα αρνείται να πάει στο πατρικό της και υποθέτει ότι η μητέρα της (Πάιπερ Λόρι) έχει σταματήσει να επικοινωνεί μαζί της. Μέσω της μητέρας της, ο Τζέιμς ανακαλύπτει ότι η Σάρα και η αδερφή της Ρουθ ήταν δημοφιλείς και, σύμφωνα με τη μητέρα της, οι συνομήλικοί της αντιμετώπιζαν τη Σάρα σαν να μην ήταν διαφορετική από τις άλλες γυναίκες. Δυστυχώς, η Σάρα αργότερα αποκαλύπτει ότι είχε άσχημη μεταχείριση από τα «αγόρια» που δεν κατονομάζονται και μπορεί να είχε πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης. Αυτή η μεταχείριση έκανε τη Σάρα δύσπιστη απέναντι στους άντρες. Αργότερα, στην πισίνα, ο Τζέιμς βλέπει τη Σάρα να κολυμπά γυμνή. Ο Τζέιμς ομολογεί ότι ερωτεύεται τη Σάρα, αλλά εκείνη φαίνεται να φοβάται. Ο Τζέιμς πέφτει επίτηδες στην πισίνα, και οι δυο τους μοιράζονται ένα παθιασμένο φιλί στο νερό και μετά ο Τζέιμς γδύνεται. Στη σκηνή υπονοείται ότι έκαναν το ζευγάρι έκανε σεξ εκείνο το βράδυ για πρώτη φορά.

Η σχέση μεταξύ του Τζέιμς και της Σάρας εξελίσσεται. Ο διευθυντής του σχολείου προειδοποιεί τον Τζέιμς ότι δεν πιστεύει ότι η σχέση θα λειτουργήσει, αλλά ο Τζέιμς επιμένει ότι θα μείνει με τη Σάρα επειδή την αγαπά. Ο Τζέιμς χορογραφεί έναν χορό με κωφούς μαθητές του, στον οποίο συγχρονίζουν ένα τραγούδι σε μια σκηνή μπροστά στους γονείς τους. Η Σάρα βλέπει αυτή την παράσταση και αναστατώνεται. Η σύγκρουση μεταξύ του Τζέιμς και της Σάρας συνεχίζεται καθώς εκείνη πιστεύει ότι ο Τζέιμς τη μισεί επειδή δεν μιλάει. Ο Τζέιμς πείθει τη Σάρα να αφήσει τη δουλειά της και να πάει να μείνει μαζί του, αν και δεν είναι ξεκάθαρο το τι θα κάνει στο μέλλον. Η επιμονή του Τζέιμς να ακούσει τη Σάρα να μιλά και η αδυναμία του να τη βοηθήσει να αναπτύξει δικές της επιδιώξεις την απογοητεύει και νιώθει ότι την προστατεύει. Το ζευγάρι χωρίζει λίγο αργότερα.

Η Σάρα εγκαταλείπει τον Τζέιμς και πηγαίνει να ζήσει με την εν διαστάσει μητέρα της, με την οποία συμφιλιώνεται στην πορεία. Ο Τζέιμς την ακολουθεί, αλλά εκείνη αρνείται να τον δει. Ο Τζέιμς μαθαίνει ότι η Σάρα εργάζεται ως μανικιουρίστα. Τελικά, το ζευγάρι συμφιλιώνεται στον χορό του σχολείου και αποφασίζουν να προσπαθήσουν να παραμένουν μαζί.

Διανομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γουίλιαμ Χερτ ως Τζέιμς Λιντς
  • Μάρλι Μάτλιν ως Σάρα Νόρμαν
  • Πάιπερ Λόρι ως κυρία Νόρμαν
  • Φίλιπ Μπόσκο ως δρ Κέρτις Φράνκλιν
  • Άλισον Γκομπφ ως Λίντια
  • Μπομπ Χίλτερμαν ως Όριν
  • Λίντα Μπόουβ ως Μάριαν Λέσερ

Παραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αφού γνώρισε την κωφή ηθοποιό Φίλις Φρέλιχ το 1977 στο Πανεπιστήμιο του Ρόουντ Άιλαντ, ο θεατρικός συγγραφέας Μέντοφ έγραψε το έργο Παιδιά ενός κατώτερου θεού για κείνη. Βασισμένο εν μέρει στη σχέση της Φρέλιχ με τον ακούοντα σύζυγό της Ρόμπερτ Στάινμπεργκ, το έργο εξιστορεί την ταραχώδη σχέση και τον γάμο μεταξύ μιας κωφής γυναίκας που διστάζει να μιλήσει και ενός αντισυμβατικού λογοθεραπευτή. Με τη Φρέλιχ να πρωταγωνιστεί, το Παιδιά ενός κατώτερου θεού ανέβηκε στο Μπρόντγουεϊ το 1980, έλαβε τρία Βραβεία Τόνυ, μεταξύ των οποίων αυτό του καλύτερου θεατρικού έργου, και συμπλήρωσε 887 παραστάσεις.

Μετά την τεράστια επιτυχία του ντεμπούτου του στο Μπρόντγουεϊ, ο Μέντοφ, με τον άλλο σεναριογράφο Άντερσον, έγραψαν ένα σενάριο βασισμένο στο θεατρικό. Αν και έγιναν πολλές αλλαγές, η βασική ιστορία αγάπης παρέμεινε ανέπαφη. [13] Ο τίτλος της ταινίας προέρχεται από το ενδέκατο κεφάλαιο των Ειδυλλίων των βασιλέων του Άλφρεντ Τέννυσον.

Γυρίσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταινία γυρίστηκε κυρίως μέσα και γύρω από το Σεντ Τζον (Νιου Μπράνσγουικ), κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου του 1985.

Κυκλοφορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διασκευή έκανε πρεμιέρα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο στις 13 Σεπτεμβρίου 1986 και κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες στις 3 Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Η ταινία απέσπασε επαινετικά σχόλια από την κοινότητα ακουόντων και κωφών. [13]

Υποδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εισπράξεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταινία έφτασε στο νούμερο 5 των εισπράξεων σε Ηνωμένες Πολιτείες και Καναδά και έμεινε στο τοπ 10 οκτώ εβδομάδες αποφέροντας συνολικά 31.853.080 δολάρια. Σε διεθνές επίπεδο απέφερε 69,6 εκατομμύρια δολάρια.

Κριτικές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ερμηνεία της Μάρλι Μάτλιν έλαβε ευρεία αναγνώριση και της χάρισε το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου, σε ηλικία 21 ετών, καθιστώντας την τη νεότερη νικήτρια στην κατηγορία

Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού έλαβαν γενικά θετικές κριτικές. Στο Rotten Tomatoes, η ταινία έχει βαθμολογία έγκρισης 80% με βάση 35 κριτικές, με μέση βαθμολογία 7,10/10. Ιδιαίτεροι έπαινοι δόθηκαν στους δύο πρωταγωνιστές της ταινίας. Το περιοδικό Time είπε για τη Μάτλιν: «υπάρχει κάτι περισσότερο εδώ, μια ειρωνική ευφυΐα, μια άγρια αλλά όχι αποστασιοποιημένη εξυπνάδα, που οι ταινίες, με την περίφημη ικανότητά τους να φωτογραφίζουν τη σκέψη, ανακαλύπτουν σε ελάχιστες παραστάσεις» Ο Ρότζερ Έμπερτ έδωσε στην ταινία 3 στα 4 αστέρια, περιγράφοντας το θέμα ως «νέο και προκλητικό», λέγοντας ότι «ενδιαφερόταν για όλα όσα είχε να μου πει η ταινία για την κώφωση».

Υπήρξε κάποια κριτική ότι η ταινία ειπώθηκε εξ ολοκλήρου από την οπτική γωνία των ακουόντων. [13]

Βραβεία και υποψηφιότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταινία έλαβε πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ, με τη Μάτλιν να αποσπά το βραβείο Α' Γυναικείου Ρόλου. Η Μάτλιν ήταν 21 ετών όταν κέρδισε, οπότε έγινε η νεότερη νικήτρια στην κατηγορία αυτή μέχρι σήμερα και η μοναδική κωφή βραβευμένη με Όσκαρ. Το Παιδιά ενός κατώτερου θεού ήταν η πρώτη ταινία από γυναίκα σκηνοθέτη που προτάθηκε για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. [14]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. www.imdb.com/title/tt0090830/. Ανακτήθηκε στις 14  Απριλίου 2016.
  2. 2,0 2,1 www.filmaffinity.com/es/film223557.html. Ανακτήθηκε στις 14  Απριλίου 2016.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 stopklatka.pl/film/dzieci-gorszego-boga. Ανακτήθηκε στις 14  Απριλίου 2016.
  4. (Σουηδικά) Swedish Film Database. Swedish Film Institute. 7336.
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 www.allocine.fr/film/fichefilm_gen_cfilm=1662.html. Ανακτήθηκε στις 14  Απριλίου 2016.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 www.imdb.com/title/tt0090830/fullcredits. Ανακτήθηκε στις 14  Απριλίου 2016.
  7. fr.wikipedia.org/wiki/Les_Enfants_du_silence. ISBN-13 978-1452259567.
  8. (Γερμανικά) Λεξικό παγκόσμιων κινηματογραφικών ταινιών. Zweitausendeins.
  9. 9,0 9,1 children-lesser-god.
  10. «Ράντα Χάινς ταινίες στις οποίες έχει πάρει μέρος. - Athinorama.gr». www.athinorama.gr. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2022. 
  11. «Children of a Lesser God». Encyclopedia.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Φεβρουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2019. 
  12. Crilley, Mariah (2013-01-01). «'individual yet as one': Performing Deafness and Performing Community in Mark Medoff's Children of a Lesser God». Electronic Theses and Dissertations. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2019-02-08. https://web.archive.org/web/20190208004120/https://dsc.duq.edu/etd/443/. Ανακτήθηκε στις 2019-02-04. 
  13. 13,0 13,1 13,2 Ebert, Roger (October 3, 1986). «Children Of A Lesser God». Chicago Sun-Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-02-12. https://web.archive.org/web/20130212075617/http://rogerebert.suntimes.com/apps/pbcs.dll/article?AID=%2F19861003%2FREVIEWS%2F610030301. Ανακτήθηκε στις 2012-12-27. 
  14. Michaelson, Judith (21 Ιουλίου 1991). «What Took So Long?». Los Angeles Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαρτίου 2017. Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2017. 

 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]