Ουσαμπάρα Όρη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 4°45′S 38°30′E / 4.750°S 38.500°E / -4.750; 38.500

Ουσαμπάρα Όρη
Χάρτης
Ύψος2.290 μέτρα
ΟροσειράΌρη της Ανατολικής Αψίδας
ΧώρεςΤανζανία[1]
Τα Δυτικά Ουσαμπάρα.
Το Κυβερνητικό Ξενοδοχείο.

Τα Ουσαμπάρα Όρη (Usambara Mountains)[Σημ. 1] είναι μια οροσειρά στη βορειοανατολική Τανζανία, μήκους 90 περίπου χιλιόμετρων και κυμαίνονται σε πλάτος 30-50 χιλιόμετρα. Αποτελούν μέρος των Όρων της Ανατολικής Αψίδας (Eastern Arc Mountains), τα οποία εκτείνονται από την Κένυα, μέσω της Τανζανίας και είναι ένα σημαντικό σημείο βιοποικιλότητας. Η περιοχή είναι προσβάσιμη από τις πόλεις του Λουσότο (Lushoto) από τα Δυτικά και του Αμάνι (Amani) από τα Ανατολικά. Τα Ουσαμπάρα χωρίζονται σε δύο υπο-περιοχές, τη Δυτική Ουσαμπάρα και την Ανατολική Ουσαμπάρα. Η Ανατολική Ουσαμπάρα είναι πιο κοντά στην ακτή, λαμβάνει περισσότερες βροχοπτώσεις και είναι σημαντικά μικρότερη από τη Δυτική Ουσαμπάρα.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ονομασία «Ουσαμπάρα» («Usambara»), προέρχεται από την γλώσσα της φυλής Σάμπαα (Sambaa) και είναι παραφθορά του Ουασάμπαα (Wasambaa) ή Ουασαμπάλα (Washambala), που σημαίνει «διάσπαρτα».[2]

Γεωλογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Ουσαμπάρα είναι εξαιρετικά μοναδικά στο ότι, όντας στην Ανατολική Αφρική, οι παρθένες περιοχές τους καλύπτονται από το τροπικό δάσος, το οποίο σήμερα παραμένει κυρίως στο δυτικό τμήμα της ηπείρου. Η οροσειρά σχηματίστηκε πριν από σχεδόν δύο δισεκατομμύρια χρόνια και λόγω της έλλειψης των παγετώνων και ενός σχετικά σταθερού κλίματος, το τροπικό δάσος πέρασε από μια μακροχρόνια και μοναδική εξέλιξη που προκύπτει σε ένα εντυπωσιακό ποσό των ενδημισμού και της ανάπτυξης ενός παλαιού σύννεφου δάσους βροχής.[3] Τα Δυτικά και τα Ανατολικά Ουσαμπάρα είναι μεγάλες σειρές από γεωλογικούς σχηματισμούς μεταμορφωμένων πετρωμάτων της Προκάμβριας περιόδου όξινων γνευσίων, πυροξένων και αμφιβόλων. Αυτά τα βουνά σχηματίστηκαν από διαρρήξεις πετρωμάτων και ανατάσεις, δημιουργώντας συστήματα αποστράγγισης των κοιλοτήτων, που σχηματίζουν πολλές λεκάνες απορροής, οι οποίες παρέχουν νερό για την πλειονότητα του πληθυσμού της βορειοανατολικής Τανζανίας.[4]

Οικολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Ουσαμπάρα θεωρούνται εξαιρετικά σημαντικά από οικολογικής πλευράς, υπάρχουν πολλές προστατευόμενες ζώνες σε ολόκληρη την περιοχή, οι οποίες επεκτείνονται και υποστηρίζονται από την κυβέρνηση της Τανζανίας, συνδεόμενες με ΜΚΟ και ερευνητικές ομάδες, καθώς και δωρήτριες χώρες, όπως η Νορβηγία. Πολλά είδη είναι ενδημικά στα δάση των Ουσαμπάρα, συμπεριλαμβανομένης της Ουσαμπάρα αετο-κουκουβάγιας (Usambara Eagle-owl) (Bubo vosseleri), του Usambara Akalat (Sheppardia Μοντάνα), του Usambara Weaver (Ploceus nicolli) και του δέντρου Calodendrum eickii.

Η ανθρώπινη ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορικά, τα Ουσαμπάρα Όρη έχουν κατοικηθεί από τους Μπαντού (Bantu people), τους Σάμπαα (Shambaa people) και τους Μασσάι (Maasai people) που ήταν ένα μείγμα αγροτών και κτηνοτρόφων. Ένα βασίλειο των Σάμπαα, έχοντας βάση το Βούγκου (Vugu) ιδρύθηκε από τον Μπέγκχα (Mbegha) κατά το πρώτο μισό του 18ου αιώνα.[5] Ο εγγονός του, Κινυάσι Μουάνγκα Ίκε (Kinyashi Muanga Ike), έδωσε στο Βασίλειο μια ισχυρότερη πολιτική και στρατιωτική δομή.[6] Σύμφωνα με το γιο του Κινυάσι, τον Κιμουέρι υε Νιουμπάι (Kimweri ye Nyumbai), το βασίλειο μεγάλωσε για να καλύψει τόσο τα Δυτικά όσο και τα Ανατολικά Ουσαμπάρα, που εκτείνεται προς τα κάτω, στην ακτή και στην κοιλάδα του Ποταμού Πανγκάνι προς το νότια.[5] Μετά τον θάνατο του Κιμουέρι (Kimweri) το 1862, το βασίλειο κατέρρευσε σε έναν αγώνα διαδοχής.[7]

Στα τέλη του 19ου αιώνα, οι Γερμανικοί αποικιοκράτες ήρθαν στην περιοχή, φέρνοντας μαζί τους ένα μείγμα εμπορεύσιμων καλλιεργειών, όπως τα δέντρα ξυλείας, καφέ, τσαγιού, κινίνης και επίσης χαρακτήρισαν δάση ως αποθεματικά είτε για τη διατήρηση του νερού ή για τη χρήση της ξυλείας.[8] Έφεραν επίσης μια πληθώρα νέων, οι δυτικών ιδεών που ήταν, από πολλές απόψεις, διαμετρικά αντίθετες με τις παραδοσιακές πεποιθήσεις όπως η συνύπαρξη με το δάσος έναντι του δάσους ως «ξεχωριστό άγριο μέρος».[9] Το αποτέλεσμα της αποικιοκρατίας ήταν μια τεράστια αλλαγή στον τρόπο που τα δάση έγιναν αντιληπτά στην κοινότητα, και τη μετατροπή της παραδοσιακής γεωργίας με τις εμπορεύσιμες καλλιέργειες, όπως κινίνης, πεύκων, μπανανών, καλαμποκιού, τσαγιού και καφέ.

Οι πρώτοι Έλληνες κτηματίες στην περιοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένας από τους λίγους που ανέλαβαν τη γεωργία στο γερμανικό γεωργικό κέντρο των βορειοανατολικών περιοχών ήταν ο Κρητικός Γιώργος Τσαμπουράκης.[10] Κατάφερε να πάρει ένα μεγάλο κτήμα στο Mgambo (Ανατολικό-Ουσαμπάρα (Usambara) / Τάνγκα (Tanga)).[10] Ήταν ο πρόδρομος τριών μεγάλων κρητικών οικογενειών στην Τάνγκα, τις οικογένειες Τσαμπουράκη, Κρουσιανιωτάκη και Ροδοσάκη.[10] Ένας άλλος Έλληνας, ο Μωραΐτης, ήταν από το 1905, ιδιοκτήτης του κτήματος Magunga (Wilhelmstal / Δυτικό-Ουσαμπάρα (Usambara)).[10] Ειδικά στην περιοχή Τάνγκα-Ουσαμπάρα, το τέλος της γερμανικής αποικιοκρατίας θα προσφέρει ευκαιρίες στους Έλληνες να επενδύσουν στην οικονομία της φυτείας.[10]

Ανάπτυξη και τουρισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα, ο πληθυσμός των κατοίκων στα Ουσαμπάρα Όρη έχει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης (περίπου 4% σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο του 2,1%), ένα εντυπωσιακό ποσοστό στη φτώχεια και την υψηλότερη πυκνότητα πληθυσμού ανά τ.χλμ. σε ολόκληρη την Τανζανία.[11] Οι περισσότεροι από τους κατοίκους είναι αγρότες που απλά επιβιώνουν, οι οποίοι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα δάση γύρω τους για την ξυλεία, τα φαρμακευτικά φυτά, άνοιγμα νέων εκτάσεων για τη γεωργία και τα καυσόξυλα.[12] Επιπλέον, το 70% της αρχικής δασικής κάλυψης από τα Δυτικά και τα Ανατολικά Ουσαμπάρα έχει χαθεί.[13] Οι σημαντικές υποβαθμίσεις στη γη και στα δάση, παραμένουν ένα πιεστικό ζήτημα.

Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά σημεία που προσελκύουν τους τουρίστες που αναζητούν την περιπέτεια εκτός της πεπατημένης οδού. Αυτές περιλαμβάνουν την πολυσύχναστη εμπορική πόλη του Λουσότο, το κάποτε δημοφιλές Γερμανικό θέρετρο Amani Nature Reserve με το αγρόκτημα και το Mazumbai University Forest, το οποίο θεωρείται το τελευταίο δείγμα παρθένου δάσους στα Ανατολικά Ουσαμπάρα.

Συνορεύοντας με το τροπικό δάσος, της περιοχής και συγκεκριμένα επί της οροσειράς, υπάρχει το εδώ και σχεδόν 50 χρόνια, ελληνικών συμφερόντων - ιδιοκτησίας κατάλυμα, με την επωνυμία Lawns Hotel.[Σημ. 2]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Χάριν της μετάφρασης, προτιμήθηκε να διατηρηθούν τα τμήματα με την Αγγλική-Σουαχίλι γραφή έναντι της Ελληνικής τους γραφής. Ο λόγος που γίνεται αυτό, είναι διότι ορισμένες ονομασίες δεν μπορούν να αποδοθούν 100% με την Ελληνική γραφή, π.χ. τόσο η Αγγλική-Σουαχίλι ονομασία Usambara όσο και η ονομασία Usabara, στα Ελληνικά γράφονται ως «Ουσαμπάρα». Η αναγραφή λοιπόν της Αγγλικής-Σουαχίλι ονομασίας, μας βοηθά στη συγκεκριμένη περίπτωση, να δούμε ότι η Ελληνική ονομασία προφέρεται ως «Ου-σα-μ(ου)-μπά-ρα» και όχι ως «Ου-σα-μπά-ρα» (γιατί δεν είναι Usabara αλλά Usambara). Υπάρχουν αρκετές τέτοιες περιπτώσεις, οπότε η παράλληλη παράθεση της Αγγλικής-Σουαχίλι ονομασίας, διευκολύνει στην Ελληνική ανάγνωση της ονομασίας. Επιπλέον, όπου υπάρχει ονομασία σε Ελληνική γραφή, παρατίθεται απαραιτήτως (εντός παρενθέσεως) και η Αγγλική-Σουαχίλι ονομασία, ώστε να διευκολυνθεί περαιτέρω, ο μη εξοικειωμένος (με τις Σουαχίλι ονομασίες) αναγνώστης.
  2. Το Lawns Hotel, είναι ιδιοκτησίας της οικογένειας Νικήτα.
Παραπομπές σημειώσεων


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Usambara Mountains στο Wikimedia Commons