Οργισμένοι νέοι (λογοτεχνία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οργισμένοι νέοι (αγγλικά: Angry Young Men) είναι προσδιορισμός μιας ομάδας Άγγλων θεατρικών συγγραφέων και μυθιστοριογράφων που εμφανίστηκαν στην αγγλική λογοτεχνία τη δεκαετία του 1950 και εξέφρασαν περιφρόνηση και πικρία για την καθιερωμένη κοινωνικοπολιτική τάξη στη χώρα τους. Η αγανάκτησή τους στράφηκε ιδιαίτερα στις παραδοσιακές αστικές κοινωνικές αξίες και θεσμούς και σ' αυτό που αντιλαμβάνονταν ως υποκρισία και μετριότητα των ανώτερων και μεσαίων τάξεων.[1]

Ο όρος επινοήθηκε το 1956 από τον υπεύθυνο Τύπου θεάτρου για να προωθήσει το έργο του Όσμπορν Οργισμένα νιάτα. Μετά την επιτυχία του έργου του Όσμπορν, ο χαρακτηρισμός επεκτάθηκε από τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης σε όλους τους νέους συγγραφείς που κατάγονταν από την εργατική ή τη μεσαία τάξη και εξέφραζαν απογοήτευση για την παραδοσιακή βρετανική κοινωνία. Ο όρος άρχισε να έχει λιγότερο νόημα με τα χρόνια, καθώς οι συγγραφείς για τους οποίους αρχικά χρησιμοποιήθηκε απομακρύνθηκαν από τα αρχικά τους θέματα και πολλοί από αυτούς απέρριψαν τον όρο. Όπως και η Γενιά Μπιτ στις Ηνωμένες Πολιτείες, η δύναμη της ομάδας εξαντλήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Με τον καιρό ο όρος άλλαξε νόημα και χρησιμοποιείται γενικότερα για να χαρακτηρίσει νέους που ασκούν έντονη κριτική στους πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς.[2]

Ηγετικές προσωπικότητες της ομάδας ήταν ο Τζον Όσμπορν και ο Κίνγκλεϊ Έιμις. Άλλοι δημοφιλείς συγγραφείς ήταν οι Τζον Μπρέιν, ο Άλαν Σίλιτοου και Τζον Γουέιν.

Το λογοτεχνικό κίνημα εκφράστηκε επίσης στον κινηματογράφο, όπου αρκετοί σκηνοθέτες και σεναριογράφοι δημιούργησαν ταινίες με τα ίδια θέματα με τους συγγραφείς, βασισμένες κυρίως στα λογοτεχνικά τους έργα.

Παρουσίαση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Οργισμένοι νέοι ήταν μια νέα γενιά συγγραφέων που οι περισσότεροι κατάγονταν από την εργατική ή τη μεσαία τάξη. Μερικοί είχαν σπουδάσει σε πανεπιστήμια με υποτροφία. Όλοι στρέφονταν κατά του βρετανικού ταξικού συστήματος και των ελιτίστικων πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του Κέμπριτζ. Έδειξαν περιφρόνηση για την ωμότητα του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας και τα γραπτά τους συχνά εξέφραζαν οργή και απογοήτευση καθώς οι μεταπολεμικές μεταρρυθμίσεις απέτυχαν να ανταποκριθούν στις υψηλές φιλοδοξίες για αλλαγές. Η τάση που ήταν εμφανής στο μυθιστόρημα του Τζον Γουέιν Απόφοιτος με μέτριο βαθμό (1953) και στονΤυχερό Τζιμ (1954) του Κίνγκσλεϊ Έιμις, αποκρυσταλλώθηκε το 1956 στο θεατρικό έργο του Τζον Όσμπορν Οργισμένα νιάτα, που έγινε το αντιπροσωπευτικό έργο του κινήματος. [3]

Όταν ο υπεύθυνος Τύπου του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας περιέγραψε τον 26χρονο Τζον Όσμπορν ως «Οργισμένο νέο», το όνομα επεκτάθηκε σε όλους τους συγχρόνους συγγραφείς που εξέφραζαν οργή για τις ταξικές διακρίσεις, περηφάνια για τους τρόπους της κατώτερης τάξης τους και αντιπάθεια για οτιδήποτε βαρύγδουπο ή «διανοουμενίστικο». Ο σερ Λώρενς Ολιβιέ έπαιξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο δεύτερο έργο του Όσμπορν, Ο διασκεδαστής (1957) και η ομάδα αναγνωρίστηκε ως η κυρίαρχη λογοτεχνική δύναμη της δεκαετίας.[4]

Τα μυθιστορήματα και τα θεατρικά τους έργα συχνά συνδέονται με το μυθιστόρημα της εργατικής τάξης. Παρουσιάζουν - συνήθως διασκεδαστικά - έναν νεαρό πρωταγωνιστή κατώτερης μεσαίας ή εργατικής τάξης που άλλοτε είναι μορφωμένος αντικομφορμιστής και άλλοτε εργάτης, αντιμετωπίζει την κοινωνία με περιφρόνηση και σαρδόνιο χιούμορ και μπορεί να έχει συγκρούσεις με την εξουσία, αλλά που ωστόσο επιθυμεί να ανέλθει κοινωνικά. Δεν είναι απόβλητος, δεν απορρίπτει την επιτυχία, θέλει να ενταχθεί περισσότερο και καλύτερα. Τα έργα αποτυπώνουν τη μεταπολεμική ατμόσφαιρα στην Αγγλία κατά τη δεκαετία του 1950 παρουσιάζοντας την έλλειψη προοπτικής για τους νέους της εργατικής τάξης και την απογοήτευση του ότι δεν μπορούσε να ανέβει κάποιος πιο ψηλά από την τάξη που γεννήθηκε. Εξέφραζαν επίσης μια σημαντική κοινωνική ομάδα νέων μικροαστικής ή εργατικής καταγωγής που είχαν μορφωθεί, αλλά διαπίστωσαν ότι οι καλύτερες θέσεις εξακολουθούσαν να καταλαμβάνονται από γόνους ευκατάστατων και ισχυρών οικογενειών.

Μεταξύ των άλλων συγγραφέων που περιλαμβάνονται στον όρο είναι οι μυθιστοριογράφοι Τζον Μπρέιν (Μια θέση στην κορυφή, 1957), Άλαν Σίλιτοου ( Σάββατο βράδυ Κυριακή πρωί, 1958), Κιθ Γουότερχαουζ (Μπίλι ο ψεύτης, 1959) και οι θεατρικοί συγγραφείς Χάρολντ Πίντερ (Πάρτυ Γενεθλίων,1957) Μπέρναρντ Κοπς (The Hamlet of Stepney Green, 1956) και Άρνολντ Γουέσκερ (Η Κουζίνα, 1957). [5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]