Οι Κορσικανοί αδελφοί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι Κορσικανοί αδελφοί
Η σκηνή της μονομαχίας από τους Κορσικανούς αδελφούς (1852)
ΣυγγραφέαςΑλέξανδρος Δουμάς
ΤίτλοςLes Frères corses
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1845
Μορφήνουβέλα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι Κορσικανοί αδερφοί (γαλλικός τίτλος: Les Frères corses) είναι μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά (πατέρα) που δημοσιεύτηκε το 1844. Αναφέρεται στην ιστορία δύο σιαμαίων αδελφών που, αν και χωρίστηκαν στη γέννησή τους, μπορούν ακόμη να αισθάνονται τον σωματικό και πνευματικό πόνο του άλλου. Στο έργο αποτυπώνονται τοπία, έθιμα, παραδόσεις της Κορσικής και αναδεικνύεται η κορσικανική φιλοξενία. [1]

Σ' αυτό το σύντομο μυθιστόρημα, ο Αλέξανδρος Δουμάς είχε την ιδέα να σκηνοθετήσει τον εαυτό του, δημιουργώντας μια αίσθηση ρεαλισμού σε ένα κείμενο που τείνει προς το φανταστικό. [2]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία «μέρη». Στο πρώτο, τον Μάρτιο του 1841, ο αφηγητής, ο ίδιος ο Αλέξανδρος Δουμάς, σε ένα ταξίδι του στην Κορσική, φιλοξενήθηκε στο σπίτι της χήρας ντε Φράνκι, μητέρας διδύμων: ο Λουί, δικηγόρος στο Παρίσι, και ο Λουσιάν που έμεινε στην Κορσική. Ο τελευταίος εγκαθιστά τον συγγραφέα στο ελεύθερο δωμάτιο του αδελφού του. Κατά τη διάρκεια του βραδινού γεύματος, ο αφηγητής μαθαίνει ότι τα δίδυμα ήταν ενωμένα κατά τη γέννηση, συνδεδεμένα στα πλευρά και ότι ο γιατρός χρειάστηκε να τα χωρίσει με επέμβαση. Ωστόσο, αν και χωρισμένοι, οι δύο αδελφοί, λόγω του μοναδικού δεσμού τους, είναι σε θέση να αισθάνονται ο ένας τον σωματικό και πνευματικό πόνο του άλλου. Ο Λουσιάν αποκαλύπτει επίσης στον άναυδο συγγραφέα ότι τα πνεύματα των νεκρών της οικογένειας εμφανίζονται στους ζωντανούς όταν τους απειλεί ο κίνδυνος ή στις παραμονές του δικού τους θανάτου. [3]

Στο δεύτερο μέρος, επείγοντα ζητήματα κάλεσαν τον συγγραφέα να επιστρέψει στο Παρίσι. Εκεί, συναντά τον μελαγχολικό και αγωνιώδη Λουί ντε Φράνκι και γίνονται φίλοι. Στο τέλος αυτού του μέρους, ο Λουί, εμπλέκεται σε μια μονομαχία για την τιμή μιας γυναίκας, αν και δεν έχει αγγίξει ποτέ όπλα, και ο αφηγητής ορίζεται μάρτυράς του. Αποσπά από τον αφηγητή την υπόσχεση να κρατήσει μυστικά τα γεγονότα από τον αδελφό του και τη μητέρα του. Το μοιραίο πρωινό, ο Λουί παρουσιάζεται κατάχλομος: ο πατέρας του εμφανίστηκε τη νύχτα για να του αναγγείλει τον θάνατό του. Πράγματι, πεθαίνει, σκοτώνεται από τη σφαίρα του αντιπάλου του.[4]

Στο τελευταίο μέρος, πέντε μέρες αργότερα ο Λουσιάν ταξιδεύει στο Παρίσι και αναζητά τον αφηγητή. Του λέει ότι τον επισκέφτηκε το πνεύμα του αδελφού του, που του ομολόγησε τα πάντα, του δείχνει επίσης σημάδια στο δικό του σώμα που αντιστοιχούν στην πληγή του νεκρού αδελφού του. Έμπειρος στα όπλα, ο Λουσιάν προκαλεί σε μονομαχία τον αντίπαλο του Λουί, κερδίζει τη μονομαχία και εκδικείται τον θάνατο του αδελφού του.

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μυθιστόρημα έχει διασκευαστεί πολλές φορές για το θέατρο, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.[5]

Ελληνική μετάφραση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]