Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νυίχα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι Νυίχα (Nyiha), είναι μια εθνοτική και γλωσσική ομάδα που έχει τη βάση της στην Περιφέρεια Μπέυα (Mbeya Region), της Τανζανίας και στη βορειοανατολική Ζάμπια. Το 1993, ο πληθυσμός των Νυίχα (Nyiha) εκτιμάτο να αριθμεί 626.000 άτομα, από τα οποία τα 306.000 άτομα ήταν στην Τανζανία και τα υπόλοιπα 320.000, στη Ζάμπια.[1]

Οι Νυίχα (Nyiha) έχουν διασκορπιστεί ευρέως εντός της Ανατολικής Αφρικής, αλλά βρίσκονται ως επί το πλείστον σε συστάδες κοντά στον εδαφικό διάδρομο ανάμεσα στις λίμνες Νυάσα (Lake Nyasa), Ρούκουα (Lake Rukwa) και Τανγκανίκα (Lake Tanganyika), γύρω την Περιοχή Μπόζι (Mbozi District)[Σημ. 1] και στην ευρύτερη περιοχή Λυαγκαλίλε (Lyagalile) της περιοχής Ουφίπα (Ufipa).

Το 1915, οι Νυίχα (Nyiha) αριθμούσαν λιγότερα από 10.000 άτομα, αλλά κατά το 1957, ο πληθυσμός τους είχε αυξηθεί σε πάνω από 55.000 άτομα. Ήταν χωρισμένοι σε έντεκα ή δώδεκα μη συγγενικά βασίλεια (chiefdoms), με τους αρχηγούς να αναφέρονται ως Μουένε (Mwene).

Oι Νυίχα (Nyiha) είχαν τη φήμη όχι μόνο πολεμιστών, αλλά και ως κυνηγών ελεφάντων. Σιδεράδες, οι οποίοι κατείχαν σημαντική θέση στην κοινωνία, κατασκεύαζαν τσάπες, τσεκούρια, μαχαίρια και επίσης, καλώδια για κόσμημα και παγίδες. Με την πάροδο των ετών, ωστόσο, οι σιδεράδες έχασαν υπολογίσιμο κύρος, καθώς ο σίδηρος από τη Γερμανία, έγινε φθηνότερος.

Η ύφανση βάμβακος ήταν συνήθης μεταξύ των γυναικών, όπως και η αγγειοπλαστική. Η κατασκευή χαλιών, καλαθιών και εργασιών σιδήρου γινόταν από τους άνδρες, καθώς και η συλλογή αλατιού από την περιοχή της Λίμνης Ρούκουα (Rukwa Lake) για ανταλλαγή ήσαν όλα μέσα του βιοπορισμού τους, μολονότι νόμιζαν τους εαυτούς τους κυρίως ως κοινοτικούς κυνηγούς. Ωστόσο, παρά όλες αυτές τις δραστηριότητες, το κύριο μέσο βιοπορισμού, η γεωργική καλλιέργεια του κεχριού, διευκολύνεται με τη μέθοδο της ελεγχόμενης καύσης (slash and burn).

  1. Χάριν της μετάφρασης, προτιμήθηκε να διατηρηθούν τα τμήματα με την Αγγλική-Σουαχίλι γραφή έναντι της Ελληνικής τους γραφής. Ο λόγος που γίνεται αυτό, είναι διότι ορισμένες ονομασίες δεν μπορούν να αποδοθούν 100% με την Ελληνική γραφή, π.χ. τόσο η Αγγλική-Σουαχίλι ονομασία Mbozi όσο και η ονομασία Bozi, στα Ελληνικά γράφονται ως «Μπόζι». Η αναγραφή λοιπόν της Αγγλικής-Σουαχίλι ονομασίας, μας βοηθά στη συγκεκριμένη περίπτωση, να δούμε ότι η Ελληνική ονομασία προφέρεται ως «Μ-μπό-ζι» και όχι ως «Μπό-ζι» (γιατί δεν είναι Bozi αλλά Mbozi). Υπάρχουν αρκετές τέτοιες περιπτώσεις, οπότε η παράλληλη παράθεση της Αγγλικής-Σουαχίλι ονομασίας, διευκολύνει στην Ελληνική ανάγνωση της ονομασίας. Επιπλέον, όπου υπάρχει ονομασία σε Ελληνική γραφή, παρατίθεται απαραιτήτως (εντός παρενθέσεως) και η Αγγλική-Σουαχίλι ονομασία, ώστε να διευκολυνθεί περαιτέρω, ο μη εξοικειωμένος (με τις Σουαχίλι ονομασίες) αναγνώστης.
Παραπομπές σημειώσεων


  1. Lewis, Paul (2009). «Nyiha, Tanzania». Ethnologue: Languages of the World. SIL International. 
  • (Αγγλικά) Arnold, Bernd; Steuer und Lohnarbeit im Südwesten von Deutsch Ostafrika
  • (Αγγλικά) Bauer, Andreus; Emperial Rugaruga ("Raise the Flag of War")
  • (Αγγλικά) Becker, Perbandt, Richelmann & Schmidt, Steuber. Hermann von Wissmann, Deutschlands Grösster Africaner
  • (Αγγλικά) Brock, Beverly; The Nyiha of Mbozi
  • (Αγγλικά) Willis, Roy G.; The Fipa and Related Peoples
  • (Αγγλικά) Weule, Karl; Deutsches Kolonial Lexicon, Band IIIs. 673