Ντούριαν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ολόκληρο ντούριαν στην Ταϊλάνδη
Ντούριαν κομμένο στη μέση, με αποτέλεσμα να διακρίνεται η κίτρινη σάρκα του

Το ντούριαν είναι ο εδώδιμος καρπός πολλών ειδών δέντρων που ανήκουν στο γένος Durio. Υπάρχουν 30 αναγνωρισμένα είδη Durio, αυτόχθονα στην Ινδονησία, τη Μαλαισία, τις Φιλιππίνες και την Ταϊλάνδη και τουλάχιστον εννέα από τα οποία παράγουν βρώσιμους καρπούς.[1][2] Το Durio zibethinus, ιθαγενές του Βόρνεο και της Σουμάτρας, είναι το μόνο είδος που διατίθεται στη διεθνή αγορά. Έχει πάνω από 300 ονομασμένες ποικιλίες στην Ταϊλάνδη και 100 στη Μαλαισία, από το 1987. Άλλα είδη πωλούνται στις τοπικές τους περιοχές.[1]

Το ντούριαν χαρακτηρίζεται από το μεγάλο του μέγεθος, την έντονη οσμή και το φλοιό του που καλύπτεται από αγκάθια. Ο καρπός μπορεί να φτάσει σε μήκος έως 30 εκατοστά και διάμετρο τα 14 εκατοστά και συνήθως ζυγίζει 1 έως 3 κιλά. Το σχήμα του κυμαίνεται από επιμήκες έως στρογγυλό, το χρώμα του φλοιού του πράσινο έως καφέ και η σάρκα του ανοιχτή κίτρινη έως κόκκινη, ανάλογα με το είδος.

Μερικοί άνθρωποι θεωρούν ότι το ντούριαν έχει ένα ευχάριστα γλυκό άρωμα, ενώ άλλοι βρίσκουν το άρωμα υπερβολικό και δυσάρεστο. Η μυρωδιά προκαλεί αντιδράσεις από βαθιά εκτίμηση έως έντονη αηδία και έχει περιγραφεί ποικιλοτρόπως ως σάπια κρεμμύδια, νέφτι και ακατέργαστα λύματα. Η εμμονή της μυρωδιάς του, η οποία μπορεί να παραμείνει για αρκετές ημέρες, οδήγησε ορισμένα ξενοδοχεία και υπηρεσίες δημόσιας συγκοινωνίας στη Νοτιοανατολική Ασία να απαγορεύσουν το φρούτο. Ωστόσο, ο Βρετανός φυσιοδίφης του δέκατου ένατου αιώνα, Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας, περιέγραψε τη σάρκα του ως «μια πλούσια κρέμα με έντονη γεύση αμυγδάλων». Η σάρκα μπορεί να καταναλωθεί σε διάφορα στάδια ωρίμανσης και χρησιμοποιείται για να αρωματίσει μεγάλη ποικιλία από αλμυρά και γλυκά επιδόρπια στις κουζίνες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Οι σπόροι μπορούν επίσης να καταναλωθούν όταν είναι μαγειρεμένοι.

Το όνομα "ντούριαν" προέρχεται από τη λέξη της Μαλαισίας dūrī (που σημαίνει "αγκάθι"), μια αναφορά στα πολυάριθμα αγκάθια στο φλοιό του, σε συνδυασμό με το επίθημα δομικού ουσιαστικού -an.[3][4] Σύμφωνα με το Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης, η εναλλακτική ορθογραφία duriν χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε μια μετάφραση του 1588 της Ιστορίας του Μεγάλου και Ισχυρού Βασιλείου της Κίνας και η κατάσταση αυτής από τον Ισπανό εξερευνητή Χουάν Γκονθάλες δε Μεντόθα.[3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Morton, JF (1987). «Durian». Fruits of Warm Climates. Florida Flair Books; republished in New Crop Resource Online Program, Center for New Crops and Plant Products, Department of Horticulture and Landscape Architecture, Purdue University. ISBN 978-0-9610184-1-2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Φεβρουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2004. 
  2. «Hail the king of fruit – 10 types of durians from Malaysia». The Straits Times. 22 June 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 May 2019. https://web.archive.org/web/20190527000840/https://www.straitstimes.com/singapore/hail-the-king-of-fruit-10-types-of-durians-from-malaysia. Ανακτήθηκε στις 26 May 2019. 
  3. 3,0 3,1 «durian, n. Oxford English Dictionary. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Απριλίου 2022. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2022. 
  4. «Durian». Dictionary.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαρτίου 2022. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2022.