Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πριμαντόνα

Αυτό είναι ένα καλό λήμμα. Πατήστε εδώ για περισσότερες πληροφορίες.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ντίβα)

La prima donna («Η πριμαντόνα»), πίνακας με λάδι του Ουλίσσε Καπούτο, αρχές 20ου αιώνα

Στην όπερα, ως πριμαντόνα (ιταλικά: primadonna‎‎) ή ντίβα (ιταλικά: diva‎‎) χαρακτηρίζεται η πρωταγωνίστρια μονωδός του οπερατικού θιάσου, εκείνη που αναλαμβάνει τους πρώτους ρόλους. Αμφότεροι οι όροι προέρχονται από τα Ιταλικά και χρησιμοποιούνται αμετάφραστοι στην κυριολεξία prima donna είναι η «πρώτη κυρία» και diva σημαίνει «θεά». Συχνά, ως πριμαντόνα χαρακτηρίζεται κάποιο πρόσωπο του καλλιτεχνικού, συνήθως, χώρου που επιδεικνύει έντονο ταπεραμέντο και ναρκισσιστική, αντιεπαγγελματική συμπεριφορά.

Η πριμαντόνα στην οπερατική τέχνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ιταλία του 19ου αιώνα, ο χαρακτηρισμός πριμαντόνα συνιστούσε τεχνικό όρο που χρησιμοποιούταν για την περιγραφή της μονωδού που αναλάμβανε κατά κόρον τους πρωταγωνιστικούς ρόλους των οπερατικών έργων στα οποία συμμετείχε. Ως βασική υψίφωνος του θιάσου, η πριμαντόνα τραγουδούσε εκτενέστερο μέρος της οπερατικής σύνθεσης εν συγκρίσει με τις υπόλοιπες μονωδούς.[1] Για τον αντίστοιχο άρρενα πρωταγωνιστή, που στα πρώτα χρόνια της όπερας ήταν καστράτος και, αργότερα, τενόρος, ο όρος που χρησιμοποιούταν ήταν ο primo uomo («πρώτος άνδρας»).[2] Από τα τέλη του 17ου αιώνα, η δευτερεύουσα ερμηνεύτρια ενός οπερατικού έργου χαρακτηριζόταν ως seconda donna («δεύτερη κυρία») ή altra prima donna («η άλλη πρώτη κυρία»).[3] Ακόμα, με τους όρους prima donna, primo uomo κοκ. περιγράφονταν οι πρωταγωνιστικοί ερμηνευτές της κομέντια ντελ άρτε.[4] Συνήθως, κάθε πριμαντόνα υποστηριζόταν από μερίδα του οπερατικού κοινού, ενώ σημειώνονταν και προστριβές μεταξύ ομάδων που υποστήριζαν διαφορετική πριμαντόνα.[5]

Σύντομα, ο χαρακτηρισμός πριμαντόνα μετατράπηκε από το οπερατικό κοινό σε τίτλο θαυμασμού που αποδιδόταν στις πλέον χαρισματικές ερμηνεύτριες και καθιερώθηκε ως τέτοιος στην καθομιλουμένη. Υψίφωνοι όπως η Μαρία Κάλλας και η Μονσεράτ Καμπαγιέ,[6] αλλά και σπουδαίες μεσόφωνοι, όπως η Τσετσίλια Μπάρτολι[7] και η Αγνή Μπάλτσα,[8] έχουν χαρακτηριστεί ως πριμαντόνες ή ντίβες από το οπερατικό κοινό, τους κριτικούς και τον Τύπο.

Prima donna assoluta – η απόλυτη πριμαντόνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η απόλυτη πριμαντόνα του 20ού αιώνα, Μαρία Κάλλας, στο αεροδρόμιο Σχίπχολ του Άμστερνταμ, τον Δεκέμβριο του 1973

Ο όρος prima donna assoluta («απόλυτη πρώτη κυρία») χρησιμοποιούταν σπανιότερα για την περιγραφή μιας πριμαντόνας εξαιρετικών φωνητικών και υποκριτικών ικανοτήτων, όπως η Τζουντίτα Πάστα και η Μαρία Μαλιμπράν, που ερμήνευσαν για πρώτη φορά τους σπουδαίους πρωταγωνιστικούς ρόλους του μπελ κάντο, κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα.[9] Ο χαρακτηρισμός απόλυτη πριμαντόνα συγγενεύει εννοιολογικά με τον όρο σοπράνο σφογκάτο (soprano sfogato, «ασταμάτητη σοπράνο») με τον οποίον επίσης περιεγράφηκαν υψίφωνοι όπως η Πάστα και η Μαλιμπράν.[10] Ειδικότερα, οι δύο αυτές μονωδοί αρχικώς ήταν μεσόφωνοι που το φωνητικό τους εύρος επεκτάθηκε μέσω επίμονης εξάσκησης, με αποτέλεσμα να δύνανται να ερμηνεύσουν μια ευρύτατη ποικιλία πρωταγωνιστικών οπερατικών ρόλων, εξού και οι χαρακτηρισμοί «απόλυτη» και «ασταμάτητη».[11]

Τον 20ό αιώνα, κοινό και κριτικοί απέδωσαν στην υψίφωνο Μαρία Κάλλας αμφότερους τους τίτλους απόλυτη πριμαντόνα και σοπράνο σφογκάτο·[12] ούσα εμπνευσμένη από την καριέρα των Πάστα και Μαλιμπράν, η Κάλλας αναβίωσε αρκετά από τα οπερατικά έργα στα οποία είχαν πρωταγωνιστήσει οι διάσημες υψίφωνοι.[13][14] Η ικανότητα της να ερμηνεύει οπερατικές συνθέσεις για μεσόφωνο πρωταγωνίστρια (Κάρμεν του Μπιζέ), για δραματική υψίφωνο (Βαλκυρία του Βάγκνερ), για κολορατούρα υψίφωνο (Λουτσία ντι Λάμερμουρ του Ντονιτσέττι) κ.α. της εξασφάλισε μια θέση ανάμεσα στις απόλυτες πριμαντόνες του παρελθόντος.[12]

Η πριμαντόνα ως τύπος προσωπικότητας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θα μπορούσε να λεχθεί ότι οι πριμαντόνες του 19ου αιώνα ήταν το ανάλογο των σημερινών αστέρων του κινηματογράφου·[15] συχνά, επεδείκνυαν αυταρχική και ναρκισσιστική συμπεριφορά, εκμεταλλευόμενες ή παρασυρόμενες από τον θαυμασμό του οπερατικού κοινού,[16] που τότε ήταν ευρύτερο από σήμερα, με την όπερα να συνιστά βασική μορφή διασκέδασης της αστικής τάξης στην κεντροδυτική Ευρώπη.[17] Συνεπώς, πολλές από τις πρώτες πριμαντόνες εγγράφηκαν στη συλλογική μνήμη ως κακεντρεχείς προσωπικότητες που επεδείκνυαν αντιεπαγγελματική συμπεριφορά. Ως αποτέλεσμα, σήμερα η λέξη πριμαντόνα χρησιμοποιείται και με αρνητική σημασία για τον χαρακτηρισμό ατόμων που η φήμη τους ανέδειξε τη ματαιοδοξία, την εγωπάθεια και τον αντι-επαγγελματισμό τους.[18]

  1. West, Ewan (1996). The concise Oxford dictionary of opera (στα Αγγλικά). Oxford: Oxford University Press. σελ. 412. ISBN 0-19-280028-0. 
  2. Polzonetti, Pierpaolo (2021). Feasting and Fasting in Opera: From Renaissance Banquets to the Callas Diet (στα Αγγλικά). University of Chicago Press. σελ. 60. ISBN 978-0-226-80500-9. 
  3. Hoffman, Miles (1997). The NPR Classical Music Companion: Terms and Concepts from A to Z (στα Αγγλικά). Houghton Mifflin Harcourt. σελ. 192. ISBN 978-0-395-70742-5. 
  4. Preeshl, Artemis (2017). «Prima donna and Seconda donna». Shakespeare and Commedia dell'Arte: Play by Play (στα Αγγλικά). Routledge. σελ. 40. ISBN 978-1-317-23040-3. 
  5. Rosselli, John (1984). The Opera Industry in Italy from Cimarosa to Verdi: The Role of the Impresario (στα Αγγλικά). CUP Archive. σελ. 161. ISBN 978-0-521-27867-6. 
  6. Cowgill, Rachel· Poriss, Hilary (2012). The Arts of the Prima Donna in the Long Nineteenth Century (στα Αγγλικά). Oxford University Press. σελ. 263. ISBN 978-0-19-971083-6.
  7. Kutsch, Karl-Josef· Riemens, Leo (2012). Großes Sängerlexikon (στα Γερμανικά). Walter de Gruyter. σελ. 4101. ISBN 978-3-598-44088-5. 
  8. Kimbell, David R. B. (1998). Vincenzo Bellini: Norma (στα Αγγλικά). Κέιμπριτζ: Cambridge University Press. σελ. 107. ISBN 9780521480369. 
  9. Scott, Michael (1992). Maria Meneghini Callas (στα Αγγλικά). Boston: Northeastern University Press. σελ. 205. ISBN 1-55553-146-6. 25914621.
  10. Wink, Paul (2020). Prima Donna: The Psychology of Maria Callas (στα Αγγλικά). Oxford University Press. σελ. 162. ISBN 978-0-19-085773-8. 
  11. Marek, Dan H. (2016). Alto: The Voice of Bel Canto (στα Αγγλικά). Rowman & Littlefield. σελ. 149. ISBN 978-1-4422-3589-2. 
  12. 12,0 12,1 Maria Callas; Soprano Assoluta (στα αγγλικά), δοκίμιο του Bruce J. Saxon για το Maria Callas Museum, 1977
  13. Jellinek, George (1986). Callas: portrait of a prima donna (στα Αγγλικά). New York : Dover. σελ. 321. ISBN 978-0-486-25047-2. 
  14. Ardoin, John· Fitzgerald, Gerald (1974). Callas: The Art and the Life (στα Αγγλικά). Holt, Rinehart and Winston. σελ. 10. ISBN 978-0-03-011486-1.
  15. Cowgill, Rachel· Poriss, Hilary (2012). The Arts of the Prima Donna in the Long Nineteenth Century (στα Αγγλικά). USA: OUP. σελ. 339. ISBN 978-0-19-536588-7. 
  16. Christiansen, Rupert (1984). Prima Donna: A History (στα Αγγλικά). Bodley Head. σελ. 13. ISBN 978-0-370-30550-9. 
  17. Hutcheon, Linda· Hutcheon, Michael (1996). Opera: Desire, Disease, Death (στα Αγγλικά). University of Nebraska Press. σελ. 4. ISBN 978-0-8032-7318-4. 
  18. Cowgill, Rachel· Poriss, Hilary (2012). The Arts of the Prima Donna in the Long Nineteenth Century (στα Αγγλικά). Oxford University Press. σελ. xxxiii. ISBN 978-0-19-971083-6. 

Προτεινόμενη βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]