Νισεφόρ Νιεπς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νισεφόρ Νιεπς
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Joseph Nicéphore Niépce (Γαλλικά)
Γέννηση7  Μαρτίου 1765[1][2][3]
Σαλόν-συρ-Σον
Θάνατος5  Ιουλίου 1833[2][4][3]
Σαιν-Λου-ντε-Βαρέν
Αιτία θανάτουεγκεφαλικό επεισόδιο
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία[5]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[6]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταφυσικός
μηχανικός
εφευρέτης
Αξιοσημείωτο έργοΘέα από το παράθυρο στο Λε Γκρα
πυρεολοφόρος
φωτογραφία
Οικογένεια
ΤέκναIsidore Niépce
ΑδέλφιαΚλωντ Νιεπς[7]
ΣυγγενείςΑμπέλ Νιεπς ντε Σαιν-Βικτόρ (ανιψιός)
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ζοζέφ Νιεπς (γαλλικά: Joseph Niépce, εξελληνισμένα: Ιωσήφ Νιεπς), γνωστός ως Νισεφόρ Νιεπς (γαλλικά: Nicéphore Niépce, εξελληνισμένα: Νικηφόρος Νιεπς), γεννημένος στις 7 Μαρτίου 1765 στο Σαλόν-συρ-Σον, στη σημερινή Σον-ε-Λουάρ, και αποβιώσας στις 5 Ιουλίου 1833 στο Σαιν-Λου-ντε-Βαρέν της Σον-ε-Λουάρ, ήταν Γάλλος μηχανικός, γνωστός ως ο εφευρέτης της φωτογραφίας[8], γνωστής εκείνη την περίοδο ως «ηλιογραφική διαδικασία»[9][10].

Αποτελεί, επίσης, τον δημιουργό της παλαιότερης σωζόμενης φωτογραφίας, καθώς και του πυρεολοφόρου, της πρώτης παγκοσμίως μηχανής εσωτερικής καύσης.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ 1765 και 1816[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ζοζέφ Νιεπς γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου 1765 στο Σαλόν-συρ-Σον της Βουργουνδίας, κατά τη διάρκεια της περιόδου βασιλείας του Λουδοβίκου ΙΕ΄ της Γαλλίας. Ο πατέρας του, Κλωντ Νιεπς, σύμβουλος του βασιλέα, ήταν δικηγόρος της αυλής, εισπράκτορας των παρακαταθηκών στο Σαλόν-συρ-Σον και εντεταλμένος του Δούκα ντε Ροάν-Σαμπό ο οποίος και τον είχε σε ιδιαίτερη εκτίμηση. Η μητέρα του, γεννηθείσα Κλωντ Μπαρώ[α], ήταν κόρη του Αντουάν Μπαρώ, δικηγόρου και συμβούλου του βασιλέα[12]. Ιδιαιτέρως εύπορη, καθώς και εκ των παλαιότερων του Σαλόν, η οικογένεια Νιεπς διέθετε αριθμό κτήσεων εντός των περιχώρων της πόλης, με αποτέλεσμα την παροχή προς τον Ζοζέφ ιδιαιτέρως υψηλών εσόδων[9]. Υιοθέτησε το όνομα Νισεφόρ, κατά μία άποψη, κατά τη διάρκεια της περιόδου της Γαλλικής Επανάστασης[13], ενώ, κατά μία άλλη άποψη, φέρεται να υιοθέτησε το συγκεκριμένο όνομα το 1787, κατά την χιλιετηρίδα μετά το πέρας της πρώτης περιόδου εικονομαχίας το 787, έπειτα από την αποβολή του από το λύκειο όπου ο ίδιος φοιτούσε αφότου έδειξε στους συμμαθητές του εικόνες προερχόμενες από Μαγική Λαντέρνα[14].

Κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταξύ 1780 και 1788, οι σπουδές του στα κολλέγια των Ορατοριανών στο Σαλόν-συρ-Σον, στο Ανζέ και στο Τρουά οδήγησαν τον Ζοζέφ στην εξέταση του ενδεχομένου να ακολουθήσει εκκλησιαστική σταδιοδρομία, ωστόσο, φαίνεται, στην πορεία, πως η συγκεκριμένη κλίση, τελικώς, ατόνισε. Το 1792, απαρνήθηκε οριστικά την ιεροσύνη, προτιμώντας την κατάταξή του εντός του επαναστατικού στρατού. Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στη Νίκαια, όπου και παντρεύτηκε με την Ανιές Ρομερό, με την οποία και απέκτησε έναν υιό, τον Ιζιντόρ, το 1796[9]. Αργότερα, με τη σειρά του, ο Ιζιντόρ παντρεύτηκε την Εζενί Γκωσέ ντε Σανμαρτέν, κόρη της Μαργκερίτ Μισόν ντε Πιερκλώ και του Ανρί Γκωσέ ντε Σανμαρτέν, ο οποίος έφτασε ως το σημείο να προχωρήσει σε πώληση του κάστρου του με απώτερο σκοπό την χρηματοδότηση του ερευνητικού έργου του Νισεφόρ. Καθώς η Μαργκερίτ ήταν αδερφή της ηρωίδας του Ζοσλέν, διάσημου στιχουργικού διηγήματος του Λαμαρτίν, «πολλά από τα μυστικά του ποιητή αποκρυπτογραφήθηκαν μεταξύ των μελών της οικογένειας Νιεπς»[15].

Έπειτα από χρονικό διάστημα διάρκειας δέκα ετών, ο Νισεφόρ επέστρεψε στη Βουργουνδία. Σε ηλικία τριανταέξι ετών, ο Νιεπς επέστρεψε στη γενέτειρά του, ανταμώνοντας εκ νέου με τη μητέρα του, την αδερφή του, Κλωντίν-Αντουανέτ, καθώς και τους δύο αδερφούς του, τον Κλωντ, τον μεγαλύτερο ηλικιακά, και τον Μπερνάρ. Τα αμέσως επόμενα έτη υπήρξαν αφιερωμένα στην οικονομική ανάπτυξη των κτήσεών του, καθώς και στην ανάπτυξη των εφευρέσεών του, ιδιαιτέρως του «πυρεολοφόρου». Το «Rapport sur une nouvelle machine inventée par MM Niepce et nommée par eux pyréolophore» ανεγνώσθη από τους κυρίους Μπερτολέ και Καρνό στις 15 Δεκεμβρίου 1806 εντός του Ινστιτούτου της Γαλλίας. Δημοσιευθείσα στις 18 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους από το Journal de l'Empire, «η συγκεκριμένη είδηση αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων και μεταδόθηκε ανά τα εδάφη της αυτοκρατορίας». Το 1807, η συγκεκριμένη πρώτη χρονικά περίπτωση παλινδρομικού κινητήρα κατοχυρώθηκε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Παρά το γεγονός πως ουδέποτε διατέθηκε στο εμπόριο, ωστόσο, απέφερε ορισμένη αναγνωρισιμότητα, από κοινού με τον αδερφό του, Κλωντ, στο ταλέντο τους ως εφευρέτες[16].

Παράλληλα, ο Νισεφόρ κατέθεσε, επίσης, ένα σχέδιο αναστήλωσης της υδραυλικής μηχανής του Μαρλί και διεξήγαγε πειραματισμούς ως προς την καλλιέργεια του Ισατέας της Βαφικής, εγχείρημα του οποίου η ανάπτυξη ενισχύθηκε περαιτέρω από τον ηπειρωτικό αποκλεισμό.

Το σύνολο των συγκεκριμένων εργασιών, σε συνδυασμό με την κατάσταση μόνιμου συνεχούς πολέμου στην οποία είχε περιέλθει η Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία, καθώς και το αυξανόμενο κόστος πασών των αγαθών και υλικών είχαν ως επακόλουθο αποτέλεσμα σημαντικές οικονομικές δυσκολίες, με τον Νιεπς να οδηγείται στη σύναψη του πρώτου από μια μακρά σειρά δανείων.

Η γένεση της εφεύρεσης της φωτογραφίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1816, αποτέλεσε το έτος των πρώτων «ηλιογραφικών» ερευνών, οι οποίες διεξήχθησαν από κοινού με εκείνες του πυρεολοφόρου. Κατά τα τέλη του 1817, ο αδερφός του, Κλωντ, μετέβη στην Αγγλία με απώτερο σκοπό την πώληση της μηχανής τους και την συνέχιση των δικών του εργασιών σχετικά με την «αέναη κίνηση». Η μεταξύ των δύο αδερφών αλληλογραφία κατά τη διάρκεια των έντεκα αμέσως επόμενων ετών αποτέλεσε λεπτομερούς μορφής καταγραφής της προόδου των ερευνών και των πρώτων φωτογραφικών επιτυχιών. Τελικώς, το 1824, ο Νισεφόρ ήταν, πλέον, σε θέση να γράψει προς τον αδερφό του: «η επιτυχία ήταν πλήρης».

Ωστόσο, η οικονομική κατάσταση της οικογένειας βρισκόταν σε ιδιαιτέρως πενιχρή θέση, καθώς τα χρέη ανέρχονταν, συνολικά, στο χρηματικό ποσό των 1.800.000 φράγκων, ενώ, παράλληλα, εξετάστηκε σοβαρά το ενδεχόμενο πώλησης μέρους των κτήσεων με απώτερο σκοπό την εξόφληση πιστωτών οι οποίοι δεν ήταν, πλέον, σε θέση να τηρήσουν περαιτέρω στάση αναμονής.

Σύμφωνα με επιστολή προς τον αδερφό του, Κλωντ, χρονολογούμενη στις 5 Μαΐου 1816[11], φαίνεται πως ήταν κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία όπου ο Νισεφόρ Νιεπς πέτυχε το πρώτο σημαντικό αποτέλεσμα των εργασιών του: την λήψη θέας από το παράθυρό του. Επρόκειτο για αρνητικό το οποίο ο Νιεπς δεν ήταν σε θέση να διορθώσει. Έπειτα από την εμφάνισή του, το χαρτί συνέχισε να σκουραίνει. Ο ίδιος χαρακτήρισε την συγκεκριμένη εικόνα ως αμφιβληστροειδή: «τοποθέτησα τη φωτογραφική μηχανή εντός του δωματίου στο οποίο εργαζόμουν, εμπρός στο πτηνοτροφείο, με τα παράθυρα ανοιχτά, όπου πραγματοποίησα το πείραμα αυτό βασιζόμενος στη διαδικασία την οποία εσύ γνωρίζεις, αγαπητέ μου φίλε, και είδα πάνω στο λευκό χαρτί ολόκληρο το τμήμα του πτηνοτροφείου το οποίο ήταν ορατό από το παράθυρο, καθώς και μία αμυδρή εικόνα των παραθύρων τα οποία ήταν λιγότερο φωτισμένα συγκριτικά με τα εξωτερικά αντικείμενα.»

Το 1822, ο Νιεπς πέτυχε να αναπαράγει ένα σχεδιασμένο πορτραίτο του Πάπα Πίου Ζ΄ επάνω σε μία υάλινη πλάκα η οποία ήταν επικαλυμμένη με άσφαλτο της Ιουδαίας, απλώς με τη δράση του φωτός. Η συγκεκριμένη ημερομηνία θεωρείται ως εκείνη της εφεύρεσης της φωτογραφικής διαδικασίας σύμφωνα με την ιδιαιτέρως μεγάλου μεγέθους αναμνηστική πλάκα η οποία βρίσκεται τοποθετημένη στο Σαιν-Λου-ντε-Βαρέν και επί της οποίας αναγράφεται: «ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥ ΧΩΡΙΟΥ, Ο ΝΙΣΕΦΟΡ ΝΙΕΠΣ ΕΦΗΥΡΕ ΤΗΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟ 1822.»[17]

Ένα έργο νεκρής φύσης, δημιούργημα του Νιεπς και γνωστό ως «La Table servie», θεωρείτο από ορισμένους ερευνητές ως η πρώτη χρονικά καταγεγραμμένη φωτογραφία, με χρονολογία λήψης προ του 1825[18]. Το πρωτότυπο, το οποίο υπήρξε αντικείμενο δωρεάς του εγγονού του Νισεφόρ, Εζέν Νιεπς, προς την Γαλλική Εταιρεία Φωτογραφίας το 1890, θεωρείται, σήμερα, αφανισμένο. Ωστόσο, αντίγραφό του σώζεται, το οποίο αποτελεί δημιούργημα της SFP και χρονολογείται στο 1891. Οι έρευνες του Ζαν-Λουί Μαρινιέ[19] οδήγησαν, έκτοτε, στο συμπέρασμα πως, κατά πάσα πιθανότητα, επρόκειτο για φωτογραφία χρονολογούμενη κατά την περίοδο μεταξύ 1832 και 1833, μέσω της χρήσης πρωτότυπης διαδικασίας, γνωστής ως φυσαυτότυπος, η οποία αποτέλεσε δημιούργημα των Νιεπς και Νταγκέρ στο πλαίσιο της μεταξύ τους συνεργασίας, κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου μεταξύ 1829 και 1833[20].

Θέα από το παράθυρο στο Λε Γκρα, η παλαιότερη χρονικά σωζόμενη φωτογραφία, έργο του Νισεφόρ Νιεπς, το 1827.

Το 1827[21][22], ο Νιεπς δημιούργησε την φωτογραφία υπό τον τίτλο Θέα από το παράθυρο στο Λε Γκρα, η οποία και τραβήχτηκε από το παράθυρο της οικίας του ιδίου στο Σαιν-Λου-ντε-Βαρέν, σε κοντινή απόσταση του Σαλόν-συρ-Σον. Με απώτερο σκοπό το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, χρησιμοποίησε πλάκα κασσίτερου[23], καθώς και άσφαλτο Ιουδαίας, προερχόμενη από την άσφαλτο των ορυχείων του Σεσέλ (Αιν). Έπειτα από προσπάθεια αναπαράστασης της διαδικασίας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και, βασιζόμενος σε μαρτυρίες συγχρόνων του[24], ο Ζαν-Λουί Μαρινιέ προχώρησε σε εκτίμηση σύμφωνα με την οποία ο συνολικός χρόνος τοποθέτησης της φωτογραφικής μηχανής υπολογίζεται σε αρκετές ημέρες[25].

Κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, ο εφευρέτης ξεκίνησε τις πρώτες επαφές του με τον, καταγώμενο από το Παρίσι, χαράκτη Ωγκυστέν Φρανσουά Λεμαίτρ. Συγκεκριμένα, ο Νισεφόρ Νιεπς απηύθυνε κάλεσμα προς τον Ωγκυστέν Λεμαίτρ, προκειμένου ο τελευταίος να τον συμβουλεύσει, καθώς και να πραγματοποιήσει εκτυπώσεις επί χάρτου βασιζόμενος στις χαραγμένες πλάκες του ιδίου. Ο Ωγκυστέν Λεμαίτρ βοήθησε τον Νιεπς στη δημιουργία φωτογραφιών χαραγμένων σε χαλκό, μέσω σχετικής επεξεργασίας βάσει της μεθόδου της γραμμικής οξυγραφίας, καθώς και στη δημιουργία φωτογραφιών μέσω της χρήσης ασφάλτου[26].

Παράλληλα, ο Νιεπς ήρθε σε επαφή με τον εφευρέτη και οπτικό Βενσάν Σεβαλιέ, χάρη και μέσω της διαμεσολάβησης του οποίου ο Λουί Νταγκέρ συνέταξε, το 1826, μία πρώτη επιστολή με αποδέκτη τον Νιεπς. Οι μεταξύ των δύο ανδρών επαφές δεν ήσαν ιδιαιτέρως συχνές, καθώς ο Νιεπς ήταν ιδιαιτέρως καχύποπτος, ενώ ο Νταγκέρ σχετικά επίμονος. Ως προς το περιεχόμενο των μεταξύ τους αλληλογραφιών, ο Νιεπς απέστελνε με φειδώ δείγματα, τα οποία συχνά ήταν ψευδή, των επιτυχιών του, ενώ ο Νταγκέρ, από την πλευρά του, απέστελνε μόνον υποσχέσεις.

Το 1827, απεδήχθη ως ιδιαιτέρως καθοριστικό έτος, καθώς, παρά τις παντώς είδους δυσκολίες τις οποίες αντιμετώπιζε, ο Νιεπς αντελήφθη τον βαθμό τελειότητας της εφεύρεσής του και εκκίνησε διαδικασίες αναζήτησης γνωριμιών οι οποίες θα επέτρεπαν στον ίδιο την περαιτέρω προβολή και τελειοποίηση της τελευταίας. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, ο αδερφός του, Κλωντ, αρρώστησε σοβαρά, με αποτέλεσμα την αναχώρηση του ιδίου με προορισμό την Αγγλία, όπου η κατάσταση, επίσης, ήταν ιδιαιτέρως τραγική. Συγκεκριμένα, όντας καταβεβλημμένος από τις έρευνές του, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματικότητά του ως προς τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την περαιτέρω προώθηση της εφεύρεσης της πυρεολοφόρου, ο Κλωντ περιέπεσε σε άνοια και απεβίωσε ολίγον καιρό αργότερα. Κατά τη διάρκεια της από κοινού παραμονής του στο Παρίσι, ο Νιεπς και η σύζυγός του, ήρθαν σε επαφή και σύναψαν σχέσεις με αριθμό επιστημόνων, δίχως, ωστόσο, να υπάρξει κάποια συνέχεια. Παρόμοια αποτελέσματα σημειώθηκαν και κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Αγγλία, παρά ορισμένες ιδιαιτέρως κολακευτικές συναντήσεις με μέλη της Βασιλικής Ακαδημίας.

Η συνεργασία με τον Νταγκέρ και ο θάνατος του εφευρέτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τις απαρχές του 1828, ο Νιεπς επέστρεψε στο Σαλόν-συρ-Σον, ενώ, παράλληλα, ο Νταγκέρ έδειχνε συνεχώς μεγαλύτερο ενδιαφέρον ως προς την απόκτηση περαιτέρω πληροφοριών ως προς το συγκεκριμένο εγχείρημα. Κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου του 1829, έλαβε χώρα το πρώτο εγχείρημα αποτέλεσμα συνεργασίας μεταξύ Νιεπς και Νταγκέρ. Απώτερος σκοπός της συγκεκριμένης συνεργασίας αποτέλεσε η εμπορευματικοποίηση των αποτελεσμάτων της νέας εφεύρεσης, με τα έσοδα αυτής να μοιράζονται από κοινού. Από την πλευρά του, ο Νιεπς συνεισέφερε προς αυτό τον σκοπό μέσω της εφεύρεσής του, ενώ ο Νταγκέρ συνεισέφερε μέσω των σχέσεών του, καθώς και της «βιομηχανίας» του. Κατά τη διάρκεια των αμέσως επόμενων ετών, η μεταξύ των δύο ανδρών συνεργασία κατέστη στενότερη, καθώς μία συνεχής αλληλογραφία καθιερώθηκε μεταξύ του Σαλόν-συρ-Σον και του Παρισιού. Εντός του συγκεκριμένου πλαισίου, καθιερώθηκε, επίσης, με απώτερο σκοπό την περαιτέρω κρυπτογράφηση της μεταξύ των δύο ανδρών επικοινωνίας, ένας μυστικός κώδικας ο οποίος αντιπροσώπευε τα χρησιμοποιούμενα στοιχεία, όπως, μεταξύ άλλων, 13=ο σκοτεινός θάλαμος, 56=ο Ήλιος και 5=η άσφαλτος της Ιουδαίας. Ο συγκεκριμένος κώδικας, αριθμούσε, συνολικά, παραπάνω από εκατό στοιχεία. Οι ανταλλαχθείσες επιστολές καταδεικνύουν το γεγονός πως ο Νταγκέρ ενδιαφερόταν, κυρίως, για την διαχείριση του «διοράματός» του, ενώ ο τομέας της έρευνας αποτελούσε, σχεδόν αποκλειστικά, έργο του Νιεπς, παρά το γεγονός πως ο ίδιος ο Νταγκέρ χρησιμοποιούσε το πρώτο πρόσωπο του πληθυντικού κατά τις αναφορές του στις έρευνες.

Το 1832, ο Νταγκέρ πραγματοποίησε, για λογαριασμό του Νιεπς, έναν απολογισμό των προσωπικών εργασιών του, εκ του οποίου και προέκυψε πως εκατέρωθεν, παρά την χρήση ίδιων στοιχείων, προέκυπταν διαφορετικά αποτελέσματα. Ωστόσο, σημειώνεται πως ουδέποτε ο Νταγκέρ ήταν σε θέση να δείξει στον Νιεπς οποιασδήποτε μορφής αποτέλεσμα των εργασιών του. Κατά τις απαρχές του 1833, ωστόσο, ο Νταγκέρ, όντας άρρωστος, πρότεινε την αναβολή προς ύστερη ημερομηνία ορισμένων δοκιμών.

Στις 5 Ιουλίου 1833 και πιο συγκεκριμένα στις 7 μ.μ., ο Νισεφόρ Νιεπς απεβίωσε αιφνιδίως εντός της οικίας του, στο Σαιν-Λου-ντε-Βαρέν. Η ταφή του έλαβε χώρα εντός του κοιμητηρίου του χωριού, όπου και βρίσκεται έως σήμερα.

Στις 3 Ιουλίου 1839, ο Φρανσουά Αραγκό παρουσίασε εμπρός των βουλευτών της Εθνοσυνέλευσης την έκθεσή του σχετικά με την νταγκεροτυπία[27]. Η συγκεκριμένη παρουσίαση εξέθεσε «σε ολάκερο το σύμπαν» το μυστικό της διαδικασίας η οποία χρησιμοποιείτο από τον Λουί Νταγκέρ. Ωστόσο, ο Αραγκό εντός της ομιλίας του δεν διευκρίνησε πως η εφεύρεση στην οποία αναφερόταν είχε, ήδη, δεκαπέντε χρόνια ιστορία και αποτελούσε προϊόν της εργασίας άλλου προσώπου, του Νισεφόρ Νιεπς. Το 1841, ξεκίνησε διαμάχη ως προς την πατρότητα της συγκεκριμένης εφεύρεσης. Από την πλευρά του, ο υιός του Νισεφόρ Νιεπς, Ιζιντόρ Νιεπς, εξέδωσε βιβλίο υπό τον τίτλο «Historique de la découverte improprement nommée daguerréotype»[28]. Ορισμένα χρόνια αργότερα, αφότου προηγουμένως ο Νταγκέρ είχε προσωρινά οικιοποιηθεί την εφεύρεση, η πατρότητά της επεστράφη οριστικά στον Νιεπς.

Το 1853, περίπου, ο Αμπέλ Νιεπς ντε Σαιν-Βικτόρ βελτίωσε περαιτέρω την ήδη υπάρχουσα τεχνική του θείου του, υπό την ονομασία «ηλιογκραβούρα».

Φωτοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Barault ή Baraut, σύμφωνα με την πράξη γάμου της, ή Barrault, σύμφωνα με την πράξη βαπτίσεως της κόρης της[11].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12068198f. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Αγγλικά) SNAC. w6z03jh0. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. «Benezit Dictionary of Artists» (Αγγλικά) Oxford University Press. 2006. B2254439. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017. ISBN-13 978-0-19-977378-7.
  5. www.biografiasyvidas.com/biografia/n/niepce.htm.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12068198f. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  7. (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 18  Φεβρουαρίου 2011. 500054905. Ανακτήθηκε στις 21  Μαΐου 2021.
  8. (Αγγλικά) Baatz, Willfried (1997). Photography: An Illustrated Historical Overview. Νέα Υόρκη: Barron's. σελ. 16. ISBN 0-7641-0243-5. 
  9. 9,0 9,1 9,2 (Γαλλικά) «Joseph Nicéphore Niépce». fiches.lexpress.fr. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2014. 
  10. (Αγγλικά) «World's oldest photo sold to library». BBC News. 21 Μαρτίου 2002. Ανακτήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2011. The image of an engraving depicting a man leading a horse was made in 1825 by Nicéphore Niépce, who invented a technique known as heliogravure. 
  11. 11,0 11,1 Bonnet & Marignier 2003.
  12. (Γαλλικά) Registre paroissiaux de Saint-Jean de Maizel (11 Απριλίου 1761). «Contrat de mariage entre Claude Niépce et Claude Barault». 4 E 76/31. Archives départementales de Saône et Loire. 
  13. (Γαλλικά) «Niépce, l'inventeur qui ne sut jamais se vendre». Le Bien public. 7 Αυγούστου 2014. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2023. 
  14. (Γαλλικά) Girardin, Daniel (1999). «Niépce versus Ste Véronique». Nicéphore Niépce, une nouvelle Image. Actes du colloque Nicéphore Niépce, 15-16 janvier 1998. Σαλόν-συρ-Σον: Société des amis du Musée Nicéphore Niépce. 
  15. (Γαλλικά) «Musée Nicéphore Niépce - Archives Niepce - Inventeur de la photographie». www.archivesniepce.com. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2021. 
  16. (Γαλλικά) Bonnet, Manuel· Bruley, Jean-Louis (2015). Niepce, une autre révolution à l'ombre du grand Carnot. Essai de bibliographie raisonnée du premier moteur à combustion interne (1806). Σαλόν-συρ-Σον: Université pour tous de Bourgogne, centre de Chalon sur Saône. ISBN 979-10-93577-01-2. 
  17. (Γαλλικά) «La vie de Nicéphore Niépce». Maison Nicéphore Niepce. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2023. 
  18. (Γαλλικά) «Catalogue des œuvres». www.niepce.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Μαρτίου 2014. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2014. 
  19. Marignier 1999.
  20. (Γαλλικά) «Le physautotype». www.niepce.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Φεβρουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2014. 
  21. (Γαλλικά) Marignier, Jean-Louis (25 Ιουνίου 2008). Aux origines de la photographie : Nicéphore Niépce (PDF). Académie des beaux-arts. σελ. 53-84. 
  22. (Γαλλικά) Marignier, Jean-Louis (2012). «Histoire de la redécouverte des procédés de l'invention de la photographie par Nicéphore Niépce». Histoire de la recherche contemporaine 1 (2): 145-156. 
  23. (Γαλλικά) Gervais, Thierry· MorelLa, Gaëlle (2011). La photographie. Éditions Larousse. σελ. 12. ISBN 9782035863898. 
  24. (Γαλλικά) «Le procédé de M. Daguerre». Le Constitutionnel: 2. 20 Αυγούστου 1839. https://gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k665018d/f2.image.langFR. 
  25. Marignier 1999, σελ. 532-536.
  26. (Γαλλικά) «La vie de Nicéphore Niépce». Maison Nicéphore Niepce. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2023. 
  27. (Γαλλικά) Arago, François (1839). Rapport de M. Arago sur le daguerréotype. Bachelier. 
  28. (Γαλλικά) Niépce, Isidore (1841). Historique de la découverte improprement nommée daguerréotype. Astier. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • (Γαλλικά) Niépce, Isidore (1841). Historique de la découverte improprement nommée daguerréotype (PDF). Librairie Astier. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 26 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2023. 
  • (Γαλλικά) Lécuyer, Raymond (1945). Histoire de la photographie. Brachet et Cie. 
  • (Γαλλικά) Vigneau, André (1963). Brève histoire de l'Art de Niépce à nos jours. Robert Lafont. 
  • (Γαλλικά) Christ, Yvan (1965). L'âge d'or de la photographie. Vincent, Fréal et Cie Éditeurs. 
  • (Γαλλικά) Niépce, Joseph Nicéphore (1973). Lettres, 1816-1817 : Correspondance conservée à Chalon-sur-Saône. Ρουέν: Pavillon de la photographie du Parc naturel régional de Brotonne. LCCN 74180136. OCLC 462835035. 
  • (Γαλλικά) Lemagny, Jean-Claude· Rouillé, André (1986). Histoire de la photographie. Bordas. 
  • (Γαλλικά) Niépce, Isidore· Fouque, Victor (1987). Nicéphore Niépce : sa vie, ses essais, ses travaux. Jean-Michel Place. ISBN 9782907284127. 
  • (Γαλλικά) Jay, Paul (1988). Niépce, genèse d'une invention. Σαλόν-συρ-Σον: Société des amis du musée Nicéphore Niépce. ISBN 9782907284127. 
  • (Γαλλικά) Joyeux, Odette (1990). Le troisième œil. Ramsay. 
  • (Γαλλικά) Marignier, Jean-Louis (1999). Niépce, l'Invention de la photographie. Παρίσι: Belin. ISBN 2701124336. 
  • (Γαλλικά) Bonnet, Manuel· Marignier, Jean-Louis (2003). Niépce correspondance et papiers. Maison Nicéphore Niépce. ISBN 2952092109. 
  • (Γαλλικά) Arfeux, Germain (2019). Niépce, l'homme qui tua le temps. La Douix. ISBN 978-2-9549039-6-5.