Νικόλαος Ιωάννου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νικόλαος Ιωάννου
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1800
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΑργυρός Σταυρός του Σωτήρος (1836)
Αργυρό αριστείο του Αγώνα

Ο Νικόλαος Ιωάννου από τη Λήμνο (γεν. το 1800) υπήρξε διακεκριμένος αγωνιστής στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Πολέμησε σε πολλές μάχες και τραυματίστηκε. Αναγνωρίστηκε ως αξιωματικός ΣΤ΄ τάξεως. Στο Αρχείο Αγωνιστών του 21 έχει Α.Μ. 1665. Παρασημοφορήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό του Σωτήρος και με "αργυρούν αριστείον ανδρείας". Μεταπολεμικά έζησε στον Πειραιά.

Η δράση του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νικόλαος Ιωάννου γεννήθηκε στη Λήμνο το 1800. Συμμετείχε στην Επανάσταση από το ξεκίνημά της ως οδηγός στρατιωτών (ομαδάρχης), στην πολιορκία και άλωση της Τριπολιτσάς. Και αργότερα σε μάχες στο Ναύπλιο και Άργος κατά του Δράμαλη, στην Κάρυστο και στο Νιόκαστρο, όπου πληγώθηκε επικίνδυνα. Το 1824 προβιβάστηκε στο βαθμό του πεντακοσίαρχου ή υποχιλίαρχου, ως ανταμοιβή για τις ανδραγαθίες του. Υπηρέτησε υπό τις διαταγές των σπουδαιότερων πολέμαρχων του αγώνα: Θ. Κολοκορτρώνη, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Κανέλλου Δεληγιάννη και Μακρυγιάννη.

Μετά την επανάσταση εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, του οποίου αναφέρεται δημότης από της συστάσεως του Δήμου Πειραιώς, ενώ συνέχισε να υπηρετεί στο στρατό σε διάφορες θέσεις. Το 1836, όταν ήταν λοχίας σε παραμεθόρια περιοχή, κατάφερε να συλλάβει τους διαβόητους λήσταρχους Γιαμά και Βασίλη Μπαϊρακτάρη. Για το κατόρθωμά του τιμήθηκε από τον Βασιλιά Όθωνα με τον "Ασημένιο Σταυρό των ιπποτών του Τάγματος του Σωτήρος". Ως τακτικός υπηρέτησε στο Α΄ Σώμα Πυροβολιστών του Π.Γ. Ροδίου αλλά και στο Σώμα Εθνοφυλακής υπό τον συμπατριώτη του Τριαντάφυλλο Τζουρά. Το ίδιο έτος ονομάστηκε "ανθυπολοχαγός ΣΤ΄ τάξεως της Νέας Φάλαγγος".

Το 1841, μεγάλος πλέον σε ηλικία, έχει μεταταχθεί στην Εθνική Φάλαγγα ως πεντακοσίαρχος. Το έτος αυτό επικεφαλής 40 στρατιωτών αποστέλλεται στην Κρήτη, για να συνδράμει την αποτυχημένη τελικά επανάσταση του Αριστείδη Χαιρέτη για την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Το σώμα αυτό χρηματοδότησε ο ίδιος "καταξοδευόμενος προς αυτούς (τους 40 άνδρες) εις τροφάς και πολεμοφόδια".

Το 1844 έλαβε νέα διάκριση, αφού του απονεμήθηκε το "αργυρούν αριστείο ανδρείας" για την προσφορά του στον αγώνα της ανεξαρτησίας. Το 1846 έπειτα από αίτησή του έλαβε το βαθμό του υπολοχαγού με απόφαση του Όθωνα. Πρέπει να είχε συγγενική σχέση με τον συνεπώνυμό του Λήμνιο αγωνιστή Παναγιώτη Ιωάννου.

Τιμητικές διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]