Νεολιθική επανάσταση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Νεολιθική επανάσταση είναι ένας όρος που επινοήθηκε και προτάθηκε για πρώτη φορά το 1920 από τον Αυστραλό αρχαιολόγο Βηρ Γκόρντον Τσάιλντ προκειμένου να περιγραφεί μια σημαντική αλλαγή των αρχαίων λαών που άλλαξαν τη νομαδική και κυνητική τροφοσυλλεκτική συμπεριφορά τους, υιοθετώντας πρότυπα ζωής που περιελάμβαναν την εγκατάσταση σε μόνιμους οικισμούς και τον γεωργικό τρόπο ζωής κατά τη διάρκεια της νεολιθικής. Ήταν η πρώτη από μια σειρά παραγωγικών επαναστάσεων που άλλαξαν τον ρου της ανθρώπινης ιστορίας.

Η ανάπτυξη της γεωργικής καλλιέργειας βοήθησε το ανθρώπινο είδος να αποκτήσει σημαντικό έλεγχο στην προμήθεια και φυσικά την παραγωγή τροφής του, αλλά απαίτησε την μόνιμη εγκατάστασή του και την μόνιμη κατοχή της γης. Τούτο από μόνο του ευνόησε την δημιουργία κοινωνικών ομάδων και πυροδότησε εξίσου σημαντικές κοινωνικές αλλαγές, οι οποίες διαμορφώθηκαν καθαρότερα κατά την ύστερη νεολιθική. Σημαντικός παράγων σε αυτή την αλλαγή ήταν οι κλιματικές αλλαγές προς το τέλος της τελευταίας παγετώδους εποχής. Το περιβάλλον έγινε θερμότερο και ξηρότερο ευνοώντας μεν την παραγωγή σοδειάς, οδηγώντας δε τον άνθρωπο κοντά σε πηγές νερού. Όμως, η παλαιοκλιματολογία και η παλυνολογία απέδειξαν ότι το κλίμα στην πραγματικότητα έγινε υγρότερο και η θεωρία του Τσάιλντ για την νεολιθική επανάσταση εν μέρει αναθεωρήθηκε.

Σήμερα εν γένει η αρχαιολογική μαρτυρία υποδεικνύει ότι η νεολιθική επανάσταση συνέβη στην νοτιοδυτική Ασία μεταξύ του 8000 Π.Κ.Ε. και του 7000 Π.Κ.Ε. και θεωρείται η σημαντικότερη αλλαγή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η ζωή σε ένα σημείο επέτρεψε την γαιοκτησία και την προσκόλληση σε συγκεκριμένες περιοχές της γης. Συνεπώς η προϊστορικοί λαοί απέκτησαν την ικανότητα αποθήκευσης τροφής και της ανταλλαγής του πλεονάσματός τους με άλλα χρήσιμα για τη ζωή τους αποκτήματα, καθιερώνοντας έτσι τις πρώτες αρχές της εμπορικής συνδιαλλαγής. Από τη στιγμή που καθιερώθηκε το εμπόριο και εξασφαλίστηκε η επάρκεια τροφής, άρχισε η δημογραφική αύξηση και η κοινωνική ιεραρχία διαφοροποιήθηκε σε τροφοπαραγωγούς και τεχνίτες. Τούτη η σχετική διαστρωμάτωση απαιτεί ένα είδος κοινωνικής οργάνωσης για να λειτουργήσει σωστά, κάτι που οδηγεί στην υπόθεση ότι λαοί για τους οποίους υπάρχουν ίχνη τέτοιας οργάνωσης - πιθανώς σαν και αυτή που παρέχεται από τη θρησκεία - ήταν καλύτερα προετοιμασμένοι και περισσότερο επιτυχείς. Σε αυτή την περίοδο επίσης πιθανολογείται ότι έγινε σημαντική για τους ανθρώπους η έννοια της ιδιοκτησίας και της γαιοκτησίας.

Τελικά, ο Τσάιλντ προέβη στον ισχυρισμό ότι η αυξανόμενη κοινωνική πολυπλοκότητα, ριζωμένη εξ ολοκλήρου στη διαδικασία της μόνιμης εγκατάστασης, οδήγησε σε μια δεύτερη αστική επανάσταση, κατά την οποία κτίστηκαν οι πρώτες πόλεις. Ωστόσο, πρόσφατα ο Ίαν Χόντερ, ο οποίος διευθύνει τις ανασκαφές στο Τσαταλχογιούκ, υπέθεσε βάσει αρχαιολογικών μαρτυριών ότι η διαδικασία της αστικοποίησης προηγήθηκε στην πραγματικότητα της ανάπτυξης της γεωργικής καλλιέργειας. Τούτη η υπόθεση συνδέεται με την άποψη που έκφρασε αρχικά ο Ζακ Κοβέν, ο ανασκαφέας του Νατούφιου πολιτισμού στο Μαρεϋμπέτ της βόρειας Συρίας, ότι δηλαδή η νεολιθική επανάσταση ήταν το αποτέλεσμα μιας επαναστατικής αλλαγής στην ανθρώπινη ψυχολογία, μια επανάσταση συμβόλων που οδήγησε σε νέες πίστεις για τον κόσμο εμφανείς στα κοινά τελετουργικά της κοινότητας, όπως υποδεικνύουν τα θρησκευτικά θηλυκά ειδώλια και η μεθοδική συγκέντρωση συγκεκριμένων λατρευτικών αντικειμένων (κεράτων).

Προτεινόμενη βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Balter, Michael (2005). The Goddess and the Bull: Catalhoyuk, An Archaeological Journey to the Dawn of Civilization. New York: Free Press. ISBN 0-7432-4360-9.